Οικονομία

Οικονομικά αδιέξοδα και πτώχευση: Τι κερδίζει και τι χάνει ο οφειλέτης με την πτώχευση

Οι τρέχουσες οικονομικές συνθήκες και ο υπέρογκος δανεισμός των νοικοκυριών, φέρνουν όλο και περισσότερους συμπολίτες μας αντιμέτωπους με την αδυναμία εκπλήρωσης των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους, ενώ ταυτόχρονα αυξάνεται η αγωνία και το άγχος τους για την επόμενη μέρα.

Σε πολλές περιπτώσεις η επιλογή των εργαλείων που παρέχει ο Νόμος Ρύθμισης οφειλών και παροχής δεύτερης ευκαιρίας, συνιστά μονόδρομο για την απαλλαγή τους από τα χρέη (Νόμος 4738/2020, ως τούτος τροποποιήθηκε με τον Νόμο 5072/2023).

Βασικό εργαλείο του Νόμου αποτελεί η Πτώχευση. Στην παρούσα αρθρογραφία θα προσπαθήσουμε να δώσουμε απλές και κατανοητές πληροφορίες σε πιθανά ερωτήματα και ανησυχίες που απασχολούν έντονα τους οφειλέτες και αφορούν τις ουσιαστικές συνέπειες της πτώχευσης, δηλαδή τι χάνει – τι κερδίζει ο οφειλέτης στην περίπτωση της πτώχευσης.

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι η διαδικασία της πτώχευσης δεν θα πρέπει πλέον να τρομοκρατεί τους οφειλέτες, καθώς ο νέος Πτωχευτικός Νόμος, μπορεί να αποβεί υπό προϋποθέσεις ένα εύχρηστο εργαλείο απέναντι στα οικονομικά αδιέξοδα και την αρχή για την δημιουργία μιας νέας επαγγελματικής πορείας χωρίς χρέη.

Ένας οφειλέτης που αποφασίζει να προχωρήσει στη διαδικασία της πτώχευσης θα πρέπει να γνωρίζει ότι μία από τις βασικές συνέπειες της πτώχευσης είναι η πτωχευτική απαλλοτρίωση. 

Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι από την ημέρα δημοσίευσης της απόφασης πτώχευσης, ο οφειλέτης στερείται αυτοδικαίως το δικαίωμα της διοίκησης της περιουσίας του (διάθεση ή διαχείριση αυτής) και τη διοίκηση της πτωχευτικής περιουσίας αναλαμβάνει πλέον ο σύνδικος της πτώχευσης με σκοπό την ικανοποίηση των πτωχευτικών πιστωτών. 

Ουσιαστικά λοιπόν, η περιουσία του πτωχού διαχωρίζεται στην πτωχευτική περιουσία και σε λοιπή περιουσία, η οποία εξακολουθεί να βρίσκεται στην ελεύθερη διοίκηση του πτωχεύσαντος προς ικανοποίηση των δικών του αναγκών.

Πτωχευτική περιουσία – Εισοδήματα Οφειλέτη – Εύλογες Δαπάνες Διαβίωσης

Η πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνει το σύνολο της περιουσίας που ανήκει στον οφειλέτη κατά την κήρυξη της πτώχευσης, οπουδήποτε και αν βρίσκεται.

Σε περίπτωση οφειλέτη φυσικού προσώπου, με την επιφύλαξη των ως κάτωθι αναφερόμενων, από την κήρυξη της πτώχευσης μέχρι την απαλλαγή του οφειλέτη, στην πτωχευτική περιουσία ανήκει το μέρος του ετησίου εισοδήματός του, αφού αφαιρεθούν οι φόροι και οι εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, που υπερβαίνει το ποσό των ετήσιων εύλογων δαπανών διαβίωσης ή το δωδεκαπλάσιο του ακατάσχετου κατά την παρ. 2 του άρθρου 33 του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων, όποιο είναι υψηλότερο εκ των δύο.

Προσοχή: Στα ετήσια εισοδήματα εντάσσονται τα εισοδήματα του οφειλέτη, απ’ όπου κι αν προέρχονται αυτά, ακόμα δηλαδή κι αν προέρχονται από αντικείμενα που ανήκουν στην πτωχευτική περιουσία και τα οποία έχουν περιέλθει υπό τη διοίκηση του συνδίκου. Έτσι, ως εισοδήματα του οφειλέτη, εκτός από τους μισθούς και τις συντάξεις, θεωρούνται τα μισθώματα από ακίνητα, τα μερίσματα από μετοχές, οι τόκοι ομολόγων κ.ά. 

Ο υπολογισμός των εύλογων δαπανών διαβίωσης στηρίζεται στα στοιχεία της Έρευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών (ΕΟΠ) που διενεργείται κάθε χρόνο από την Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία και συμβάλλει στην δημιουργία ενός κοινού αποδεκτού σημείου  αναφοράς για την αξιολόγηση της δυνατότητας εξυπηρέτησης των δανειακών υποχρεώσεων του οφειλέτη.

Οι εύλογες δαπάνες διαβίωσης σύμφωνα με τον πίνακα της ΕΛΣΤΑΤ ανέρχονται για έναν ενήλικα σε ετήσια βάση στο ποσό των 6.448€.

Τα ετήσια εισοδήματα του οφειλέτη εξαιρούνται της πτωχευτικής περιουσίας ανεξαρτήτως ύψους, όταν, έπειτα από αίτησή του, το πτωχευτικό δικαστήριο διαπιστώσει ότι η πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνει την κύρια κατοικία του οφειλέτη ή/και άλλα πάγια περιουσιακά του στοιχεία που υπερβαίνουν σε αξία το δέκα τοις εκατό (10%) των συνολικών του υποχρεώσεων και η ελάχιστη αξία τους δεν υπολείπεται των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ, εξαιρουμένων όσων έχουν αποκτηθεί στην διάρκεια των δώδεκα (12) μηνών που προηγούνται της υποβολής της αίτησης πτώχευσης.

Σε περίπτωση που τα ετήσια εισοδήματά του οφειλέτη, υπερβαίνουν το πενταπλάσιο των εύλογων δαπανών διαβίωσης, το υπερβάλλον ποσό ανήκει στην πτωχευτική περιουσία.

Ακατάσχετα περιουσιακά στοιχεία και εισοδήματα

Δεν ανήκουν στην πτωχευτική περιουσία τα, κατά το κοινό δικονομικό δίκαιο ή άλλες διατάξεις, ακατάσχετα ή εξαιρούμενα με ειδικές διατάξεις νόμων περιουσιακά στοιχεία και εισοδήματα του οφειλέτη.

Μεταξύ των ακατάσχετων περιουσιακών στοιχείων, απαριθμούμε ενδεικτικά τα ακόλουθα:  1) τα πράγματα που είναι απολύτως απαραίτητα για τις στοιχειώδεις ανάγκες διαβίωσης του οφειλέτη και της οικογένειάς του, 2) τα πράγματα που είναι απαραίτητα για την εργασία προσώπων, τα οποία με την προσωπική τους εργασία αποκτούν όσα τους χρειάζονται για να ζήσουν, 3) τα πράγματα που μπορούν να υποστούν άμεση φθορά (π.χ. πράγματα που προορίζονται προς βρώση, άνθη και προϊόντα με επικείμενη ημερομηνία λήξης), 4) οι απαιτήσεις διατροφής (είτε πηγάζουν από το νόμο είτε από διάταξη τελευταίας βούλησης), καθώς και οι απαιτήσεις για συνεισφορά των συζύγων στις ανάγκες της οικογένειας, 5) οι απαιτήσεις από μισθούς, συντάξεις ή ασφαλιστικές παροχές, 6) δικαιώματα και απαιτήσεις που προβλέπονται στο νόμο και υπό τους όρους του νόμου ως αμεταβίβαστα όπως η επικαρπία, «ενόσω δεν ορίζεται άλλως», (ΑΚ 1166) και η οίκηση (ΑΚ 1185), η αξίωση των συζύγων στα αποκτήματα (ΑΚ 1401), η αξίωση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης (2/2012 ΑΠ).

Σχέσεις συζύγων – Σύστημα Κοινοκτημοσύνης

Σε περίπτωση που μεταξύ των συζύγων ισχύει το σύστημα κοινοκτημοσύνης, η κοινή περιουσία καταλαμβάνεται από την πτωχευτική απαλλοτρίωση σύμφωνα με τα οριζόμενα στον νόμο ως  χωριστή περιουσία και από αυτήν ικανοποιούνται οι απαιτήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 1408 1409 του Αστικού Κώδικα, υπό τις προϋποθέσεις των διατάξεων αυτών.

Απόκτηση Περιουσίας Μετά την Πτώχευση

Στην πτωχευτική περιουσία δεν περιλαμβάνεται η περιουσία που αποκτά ο οφειλέτης μετά την κήρυξη της πτώχευσης.

Ακατάσχετο Μισθών – Συντάξεων – Ακατάσχετο Καταθέσεων

Σύμφωνα με το άρθρο 31 του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων: α) το  όριο  του  ακατάσχετου  ποσού  μισθών,  συντάξεων  και  ασφαλιστικών  βοηθημάτων  των  οφειλετών  του  Δημοσίου  ορίζεται στα 1.000 ευρώ, ενώ για ποσά άνω των χιλίων 1.000 ευρώ έως 1.500 ευρώ  επιτρέπεται η κατάσχεση επί του ½ αυτών και τέλος για ποσά άνω των 1.500 ευρώ επιτρέπεται η κατάσχεση επί του συνόλου  του υπερβάλλοντος των 1.500 ευρώ  ποσού και  β) το  ακατάσχετο  ποσό  στις  καταθέσεις  φυσικών  προσώπων  σε  πιστωτικά  ιδρύματα για έναν και μοναδικό ατομικό ή κοινό λογαριασμό και σε ένα μόνο πιστωτικό  ίδρυμα έχει οριστεί στα 1.250 ευρώ μηνιαίως.

Στο σημείο αυτό αξίζει να υπογραμμιστεί ότι μέσω νομοθετικών αλλαγών  οι οφειλέτες του Δημοσίου θα μπορέσουν υπό προϋποθέσεις σταδιακά να ανακτήσουν τον έλεγχο των λογαριασμών τους, οι οποίοι λόγων χρεών που έχουν προς το Δημόσιο είναι δεσμευμένοι ακόμα και για μελλοντικά υπόλοιπα.  Ενδεικτικά ως προϋποθέσεις τίθενται οι ακόλουθες: 

  1. Φορολογούμενος ο οποίος έχει υποστεί κατάσχεση, καταβάλλοντας τουλάχιστον δύο δόσεις των ρυθμισμένων οφειλών του, μπορεί τον τρίτο μήνα να ζητήσει αύξηση του ακατάσχετου ορίου.
  2. Το νέο σύστημα προβλέπει ότι το σημερινό όριο των 1.250 ευρώ προσαυξάνεται κατά το άθροισμα των ποσών των δύο τελευταίων μηνιαίων δόσεων που εξοφλήθηκαν, το οποίο πολλαπλασιάζεται με συντελεστές από 3 έως και 4,5.

Ρευστοποίηση Ακίνητης περιουσίας – Διαγραφή υπόλοιπων Χρεών

Στην περίπτωση που ο οφειλέτης που έχει επιλέξει να κινηθεί μέσω του Πτωχευτικού νόμου,  έχει υπαχθεί σε αυτόν και παράλληλα διαθέτει ακίνητη περιουσία, μετά τη ρευστοποίηση αυτής, διαγράφονται τα χρέη του. 

Αντίθετα, αν ο οφειλέτης δεν υπαχθεί στη διαδικασία της πτώχευσης, τότε στην περίπτωση που κάποιος δανειστής του επισπεύσει πλειστηριασμό, δεν διαγράφονται όλα τα χρέη του οφειλέτη. Συγκεκριμένα, ο οφειλέτης μετά την ολοκλήρωση του πλειστηριασμού, εξακολουθεί να οφείλει προς τους δανειστές του το υπόλοιπο ποσό το οποίο δεν είχε καλυφθεί από το ποσό του εκπλειστηριάσματος. 

Αντίκλητοι και κοινοποιήσεις

Ο οφειλέτης που κηρύχθηκε σε πτώχευση οφείλει με δήλωσή του προς τον γραμματέα των πτωχεύσεων να ορίσει ως αντίκλητό του πρόσωπο που κατοικεί στην έδρα του πτωχευτικού δικαστηρίου.

Συνοψίζοντας, μπορούμε να πούμε ότι ο νέος Πτωχευτικός Νόμος δύναται να προσφέρει υπό προϋποθέσεις λύση σε οικονομικά αδιέξοδα, καθώς η πτώχευση όπως αυτή ορίζεται στα άρθρα του ν. 4738/2020 είναι το μοναδικό διαθέσιμο νομικό εργαλείο που μπορεί να επιφέρει οριζόντια απαλλαγή πτωχευτικών χρεών, και σε πολλές περιπτώσεις να είναι η απαρχή της δεύτερης ευκαιρίας για ένα νέο οικονομικό μέλλον χωρίς χρέη, που πολλοί ελεύθεροι επαγγελματίες εναγωνίως ζητούν.

Από την έναρξη ισχύς του ως άνω νόμου, το εξειδικευμένο στις Πτωχεύσεις και Εξωδικαστικό μηχανισμό, τμήμα της δικηγορικής εταιρείας «ΑΝΝΑ Α. ΚΟΡΑΚΗ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ», έχει χειριστεί εκατοντάδες υποθέσεις Κόκκινων Δανείων κι έχει πετύχει την οριστική απαλλαγή των χρεών για πολλούς υπερχρεωμένους οφειλέτες. Για περισσότερες, μπορείτε να απευθυνθείτε στο korakilaw.gr, support@korakilaw.gr, 210 8250008.

Οικονομία
Ακολουθήστε το Νewsit.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι για όλη την ειδησεογραφία και τα τελευταία νέα της ημέρας
Οικονομία: Περισσότερα άρθρα