Το αποτέλεσμα των εκλογών της 25ης Ιουνίου 2023 στην Ελλάδα μειώνει σημαντικά τους κινδύνους από πιθανή πολιτική αστάθεια και επιτρέπει τη συνέχεια της πολιτικής, αναφέρει χαρακτηριστικά ο οίκος Fitch Ratings.
Αυτό σημαίνει ότι οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις και η δημοσιονομική εξυγίανση, που στήριξαν την ανάπτυξη και ωφέλησαν τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών τα τελευταία χρόνια, αναμένεται να συνεχιστούν.
Όπως επισημαίνει ο οίκος, η νέα κοινοβουλευτική πλειοψηφία θα επιτρέψει στη ΝΔ να συνεχίσει τις πολιτικές της για την περίοδο 2019-2023, συμπεριλαμβανομένης της ταχείας μείωσης του δημόσιου χρέους και των οικονομικών μεταρρυθμίσεων, μεταξύ των οποίων και αυτές που συνδέονται με το Ταμείο Ανάκαμψης, που αποσκοπούν στην τόνωση των επενδύσεων. Ο ίδιος ο Κ. Μητσοτάκης δήλωσε ότι «οι μεγάλες μεταρρυθμίσεις θα προχωρήσουν με ταχύτητα».
Όταν η Fitch επιβεβαίωσε πρόσφατα την πιστοληπτική ικανότητα ΒΒ+ της Ελλάδας, οι οικονομικές της προβλέψεις βασίστηκαν στην υπόθεση ότι οι αρχές θα συνέχιζαν να επιτυγχάνουν ορόσημα και στόχους στο πλαίσιο του RRF, το οποίο είναι η βασική συνισταμένη για το ξεκλείδωμα δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα.
Οι ελληνικές αρχές εκτιμούν ότι θα υπάρξουν εκταμιεύσεις επιχορηγήσεων και δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης ύψους 3,6 δισ. ευρώ (1,7% του ΑΕΠ) το 2023, 7,1 δισ. ευρώ το 2024 (3,4% του ΑΕΠ) και άνω των 6 δισ. ευρώ (2,8% του ΑΕΠ) το 2025 -2026. Αυτό θα βοηθήσει στην αντικατάσταση του αποθέματος κεφαλαίου που χάθηκε την περασμένη δεκαετία και θα μπορούσε να ενθαρρύνει ταχύτερες επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα, συμβάλλοντας στη διατήρηση της αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ στο επίπεδο πρόβλεψης του Fitch στο 2,0%-2,5% το 2023-2026, υψηλότερα από την ευρωζώνη. Η επαναδιατύπωση της κυβερνητικής δέσμευσης για μεταρρυθμίσεις υποδηλώνει ότι η ανάπτυξη θα μπορούσε να υπερβεί αυτές τις προβλέψεις.
Το εκλογικό αποτέλεσμα υπογραμμίζει την πεποίθηση της Fitch ότι η δημοσιονομική πολιτική θα συνεχίσει να στοχεύει στη μείωση του χρέους, που ξεπέρασε τις προσδοκίες επί της προηγούμενης κυβέρνησης ΝΔ. Το πρόγραμμα σταθερότητας της Ελλάδας στοχεύει στην περαιτέρω βελτίωση των δημόσιων οικονομικών, με πρωτογενή πλεονάσματα να μειώνουν το δημόσιο χρέος/ΑΕΠ. Η Fitch προβλέπει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα αυξηθεί στο 1% του ΑΕΠ φέτος και στο 2% το 2024, από 0,1% το 2022.
Σύμφωνα με το βασικό σενάριο, που χαρακτηρίζεται από βελτιωμένη δημοσιονομική στάση και σταθερή ονομαστική ανάπτυξη, το δημόσιο χρέος προς ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί στο 162,2% το 2023 και στο 154,4% το 2024, μια πτώση 50 π.μ. από το υψηλό του 206% το 2020, αν και εξακολουθεί να είναι πολύ πάνω από το μέσο όρο της κατηγορίας «ΒΒ».
Οι βραχυπρόθεσμοι κίνδυνοι δημοσιονομικής υποαπόδοσης είναι σε μεγάλο βαθμό περιορισμένοι δεδομένης της απουσίας σημαντικής επιβράδυνσης των εσόδων και πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 2,4 δισ. ευρώ το πρώτο τετράμηνο.
Στην πραγματικότητα, σε συνδυασμό με την μείωση των εσωτερικών πολιτικών κινδύνων, τα στοιχεία αυτά υποδηλώνουν περιθώρια για περαιτέρω υπεραπόδοση. Η ΝΔ δεσμεύτηκε για δαπάνες 9 δισ. ευρώ τα επόμενα τέσσερα χρόνια στην προεκλογική της εκστρατεία, αλλά περίπου τα τρία τέταρτα από αυτά περιλαμβάνονται ήδη στον υφιστάμενο προϋπολογισμό και το πρόγραμμα σταθερότητας. Εάν η αύξηση των εσόδων συνεχιστεί με τον τρέχοντα ρυθμό, ορισμένα από αυτά τα μέτρα θα μπορούσαν να προωθηθούν χωρίς να οδηγήσουν σε μεγαλύτερο έλλειμμα.
Μακροπρόθεσμα, η μείωση του χρέους μπορεί να γίνει πιο δύσκολη λόγω των πιέσεων των κοινωνικών δαπανών και το κόστος των τόκων θα μπορούσε να αυξηθεί εάν η Ελλάδα αυξήσει τη χρήση της χρηματοδότησης από την αγορά. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις σε πιο ευαίσθητους πολιτικά τομείς, όπως η υγειονομική περίθαλψη, μπορεί επίσης να είναι πιο δύσκολο να επιτευχθούν, καταλήγει ο οίκος.
Πηγή: euro2day.gr