Κυριακή, 24 Νοε.
10oC Αθήνα

Ομόλογα: Τέλος εποχής για το φθηνό χρήμα ενώ απαιτούνται αυξημένες δαπάνες

Ομόλογα: Τέλος εποχής για το φθηνό χρήμα ενώ απαιτούνται αυξημένες δαπάνες

Η εποχή του φθηνού χρήματος, για την Ελλάδα, αλλά και γενικά τις χώρες της Ευρωζώνης δείχνει ότι ανήκει στην ιστορία. Οι αποδόσεις στα 10ετή ομόλογα σε Ελλάδα και Ιταλία είναι κοντά στα υψηλά 3ετίας, αλλά και η Γερμανία που μέχρι πριν λίγες εβδομάδες δανειζόταν με αρνητικά επιτόκια πλέον η απόδοση έχει θετικό πρόσημο.

Αιτία για την αλλαγή στάσης των αγορών η απόφαση της ΕΚΤ να προχωρήσει σε περιορισμό του προγράμματος της ποσοτικής χαλάρωσης, κάτι που σημαίνει λιγότερες αγορές ομολόγων.

Στο υπουργείο Οικονομικών, σε μια ιδιαίτερα κομβική στιγμή που οι δαπάνες για στήριξη της πραγματικής οικονομίας, λόγω της ακρίβειας και της πανδημίας, είναι αυξημένες, αρχίζουν να κάνουν δεύτερες σκέψεις ως προς το χρόνο, αλλά και το εύρος νέων εκδόσεων.

Από την άλλη πλευρά βασική επιδίωξη είναι η χώρα να αποκτήσει επενδυτική βαθμολογία μέσα στο επόμενο 12μηνο και πιθανή πορεία της οικονομίας, εκτός της ενάρετης οδού εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους που θέλουν πάση θυσία να αποφύγουν.

Προκειμένου να αντιληφθεί ο καθένας την διαφορά αρκεί να σημειώσουμε ότι πριν από περίπου δύο εβδομάδα η χώρα εξέδωσε 10ετές ομόλογο με επιτόκιο 1,8% αντλώντας 3 δις. ευρώ. Αν η έκδοση αυτή γινόταν σήμερα, το επιτόκιο ενδεχομένως να ήταν αυξημένος έως κα μία ποσοστιαία μονάδα.

Ταυτόχρονα η πορεία των ομολόγων στην Ευρωζώνη, δείχνει να πυροδοτεί έναν νέο κύκλο πληθωριστικών πιέσεων, αφού αναμφίβολα το επόμενο χρονικό διάστημα θα αυξηθεί και το κόστος χρήματος, όχι μόνο για τις κυβερνήσεις, αλλά και για νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.

Χθες για παράδειγμα η απόδοση στο ελληνικό 10ετές ομόλογο ξεπέρασε το 2,4%, το αντίστοιχο ιταλικό 10ετές έφτασε κάποια στιγμή πάνω από το 1,9% και της Πορτογαλίας ξεπέρασε την μία ποσοστιαία μονάδα.

Στον αντίποδα το γερμανικό 10ετές ομόλογο που αποτελεί βαρόμετρο για την Ευρωζώνη βρέθηκε ξανά με θετική απόδοση, πράγματα μη σύνηθες το τελευταίο χρονικό διάστημα, πάνω από το 0,25%.

Αναλυτές εκτιμούν ότι η εικόνα αυτή θα διατηρηθεί για ένα διάστημα ακόμη, μέχρι οι αγορές να συνειδητοποιήσουν την αλλαγή στάσης που έχει προαναγγείλει η επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ. Οι ίδιοι πάντως σημειώνουν ότι η περίοδος με τα χαμηλά επιτόκια για το ορατό μέλλον των επόμενων 12 – 24 ετών, μάλλον έχει παρέλθει.

Τι μπορεί να σημαίνει αυτό για την ελληνική οικονομία, σε μία περίοδο μάλιστα που ανάγκες για δαπάνες στήριξης της πραγματικής οικονομίας, απέναντι στην πανδημία, αλλά και την ακρίβεια είναι ιδιαίτερα αυξημένες, σε επίπεδα ανώτερα αυτών που είχαν αρχικά προβλεφθεί.

Κατά συνέπεια ο οδικός χάρτης των εκδόσεων είναι πολύ πιθανό να επανασχεδιαστεί και να μην ζητηθούν από τις αγορές τόσο χρήματα, όσα είχαν προϋπολογιστεί, αλλά λιγότερα. Με βάση την σχεδιασμό του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, η Ελλάδα θα αντλήσει από τις αγορές μέσα στο 2022 περί τα 12 δις ευρώ. Ήδη μάλιστα έχουν αντληθεί 3 δις, οπότε απομένουν άλλα 9 δις περίπου.

Ως «αερόσακος ασφαλείας» μπορεί να λειτουργήσουν τα ταμειακά διαθέσιμα, που ανέρχονται σήμερα σε περίπου 37 – 38 δις. Αν αφαιρεθούν τα 7 δις που αφορούν τα 7 δις από τη σχεδιαζόμενη διπλή πρόωρη αποπληρωμή διμερών δανείων και ΔΝΤ, θα παραμένουν σε επίπεδο ασφαλείας, άνω των 30 δισ. ευρώ.

Κατά συνέπεια δεν θα πρέπει να αποκλειστεί το ενδεχόμενο – ακραίο αλλά υπαρκτό – ο ΟΔΔΗΧ μπορεί και να μην εκτελέσει πλήρως το πλάνο δανεισμού των 9 δις που απομένουν για το υπόλοιπο.

Την ίδια στιγμή όλα δείχνουν ότι αυξήσεις επιτοκίων θα έρθουν και από τις εμπορικές τράπεζες μου μέχρι σήμερα είναι μηδενικά για τις καταθέσεις και ιδιαίτερα χαμηλά για τις χορηγήσεις. Κατά συνέπεια μέσα στο επόμενο διάστημα αναμένεται να φανούν οι πρώτες αυξήσεις.

Στην ΕΚΤ προσπαθούν να καταλαγιάσουν την έκρηξη στις αποδόσεις των ομολόγων και είναι χαρακτηριστική η παρέμβαση από το μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, ο Δανός κεντρικός τραπεζίτης Κναφ, επιχείρησε σήμερα να καθησυχάσει τις αγορές, αναφέροντας ότι μπορεί μεν το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης να ολοκληρωθεί νωρίτερα, ωστόσο η αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ θα καθυστερήσει.

Οι επενδυτές πάντως δεν φαίνεται να πείστηκαν, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα οι αποδόσεις των ομολόγων στις χώρες της Ευρωζώνης να κινηθούν εκ νέου ανοδικά.

Οικονομία Τελευταίες ειδήσεις