Στο 2% χαμηλώνει ο ΟΟΣΑ τον πήχη της ανάπτυξης για το 2018 (έναντι 2,3% αναθεωρημένων προβλέψεων του ΥΠΟΙΚ), στην έκθεσή του για την Ελλάδα, που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.
Παράλληλα, αναγνωρίζει τις μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει, ωστόσο τονίζει πως πρέπει οπωσδήποτε να συνεχιστούν.
Ο Οργανισμός ζητά περαιτέρω μεταρρυθμίσεις στο ασφαλιστικό αλλά και στο φορολογικό σύστημα με κατάργηση απαλλαγών και εξαιρέσεων στον ΦΠΑ και όχι μόνο. Κρατά επίσης μικρό “καλάθι” παρεμβάσεων στο χρέος στο σενάριο βιωσιμότητας που παραθέτει και το στηρίζει κυρίως σε ένα πρόσθετο πακέτο μεταρρυθμίσεων (θεωρώντας δεδομένο ότι η Ελλάδα θα κάνει πράξη όσα έχει ήδη συμφωνήσει με τους δανειστές).
Βλέπει επίσης ότι θα υπάρξει επίτευξη των στόχων περί πρωτογενών πλεονασμάτων το 2018-2019. Αλλά εκτιμά ότι θα παραμείνουν τα υψηλά πλεονάσματα, στο 2,2% του ΑΕΠ, έως το 2060.
Νέες παρεμβάσεις στο συνταξιοδοτικό, κατάργηση φοροαπαλλαγών
Ο ΟΟΣΑ επισημαίνει ότι ενώ οι φορολογικοί συντελεστές είναι υψηλοί, η απόδοση των φόρων και τα φορολογικά έσοδα είναι χαμηλά, ειδικά στο πεδίο του ΦΠΑ: η Ελλάδα κατατάσσεται στην τρίτη θέση από το τέλος σε εισπραξιμότητα, μετά το Μεξικό και την Ιταλία. Κάνει λόγο για ένα φορολογικό σύστημα το οποίο είναι περίπλοκο και αποθαρρύνει την προσαρμογή, ενθαρρύνει τον άτυπο τομέα της οικονομίας και μειώνει τα έσοδα.
Συστήνει επίσης να αυξηθεί η αποδοτικότητα των δημοσίων δαπανών με συνεχόμενες επισκοπήσεις αλλά και να υπάρξει αναδιάρθρωση του δημόσιου τομέα, ενώ καταγράφει το δημοσιονομικό όφελος μιας σειράς από μεταρρυθμίσεις τις οποίες και προτείνει.
Σε αυτές περιλαμβάνονται η κατάργηση διαφόρων εξαιρέσεων στον ΦΠΑ αλλά και σε άλλα πεδία φορολογικών εκπτώσεων/απαλλαγών. Προτείνει και την ενοποίηση των διαφορών προγραμμάτων κοινωνικής ασφάλισης και επιδομάτων, την ενίσχυση των έργων πολιτικών απασχόλησης, αλλά και παρεμβάσεις στο εκπαιδευτικό σύστημα.
Πόσο ΑΕΠ θα “κερδίσει” η Ελλάδα από τις νέες μεταρρυθμίσεις- Το δημόσιο φέρνει τα πιο πολλά οφέλη
Όσον αφορά στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και στην επίπτωση τους στην οικονομική ανάπτυξη ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι η πιο ισχυρή “ένεση” θα δοθεί από την αναδιάρθρωση του δημόσιου τομέα. Εκτιμά συγκεκριμένα ότι αν υλοποιηθούν οι μεταρρυθμίσεις στο δημόσιο (αυτές που έχουν ήδη θεσμοθετηθεί ή δρομολογούνται), τότε το ΑΕΠ θα επιταχυνθεί περαιτέρω κατά 15% περίπου έως το 2060. Αν υπάρξουν πρόσθετες μεταρρυθμίσεις στο δημόσιο, τότε η επιτάχυνση του ΑΕΠ θα είναι της τάξης του 25%.
Πολύ μεγάλη θα είναι η ενίσχυση του ΑΕΠ και σε σχέση με το συνταξιοδοτικό. Αν επιτευχθεί η αύξηση του πραγματικού ορίου συνταξιοδότησης κατά 3 έτη (το οποίο δρομολογείται από τις μεταρρυθμίσεις που ήδη έχουν αποφασιστεί) θα προσφέρει 7,5% επιπλέον μονάδες ΑΕΠ. Ωστόσο εκτιμά και ότι αν με πρόσθετες μεταρρυθμίσεις στο συνταξιοδοτικό, το πραγματικό όριο αυξηθεί κατά 4 έτη, τότε το επιπρόσθετο ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 4%…
Τελευταία η Ελλάδα στον δείκτη της παγκόσμιας Τράπεζας για το επιχειρηματικό περιβάλλον
Ο ΟΟΣΑ επισημαίνει ότι οι πρόσφατες μεταρρυθμίσεις βελτίωσαν το επιχειρηματικό περιβάλλον στην Ελλάδα αλλά αυτό παραμένει φτωχό όπως αναφέρει. Παραθέτει διάγραμμα στο οποίο η Ελλάδα κατατάσσεται στην τελευταία θέση ανάμεσα στα κράτη-μέλη του Οργανισμού (που εξετάζονται) αναφορικά με την διευκόλυνση που παρέχει η χώρα στον επιχειρηματικό τομέα. Δείχνει ότι και το 2018 η παγκόσμια κατάταξη με βάση το Doing Business Report της Παγκόσμιας Τράπεζας βρίσκει την Ελλάδα στην τελευταία θέση (μεταξύ της ομάδας κρατών που εξετάζει ΟΟΣΑ).
Στην παρούσα μελέτη επισημαίνει επίσης ότι το ρυθμιστικό πλαίσιο στην αγορά προϊόντων ναι μεν έχει βελτιωθεί αλλά παραμένει ακόμη πολύ πάνω (σε εμπόδια) από το μέσο όρο των κρατών που εξετάζει ο ΟΟΣΑ και συγκεκριμένα στην πέμπτη χειρότερη θέση ( μετά την Τουρκία, το Ισραήλ, το Μεξικό και την Κορέα). Πολύ χαμηλή είναι η κατάταξη της Ελλάδος (η τρίτη από το τέλος) και αναφορικά με τις Άμεσες Ξένες Επενδύσεις, αν και αναφέρεται σε ένα θεσμικό πλαίσιο καλύτερο σε σχέση με άλλα κράτη.
Επαναλαμβάνει τα διαγράμματα που περιλαμβάνονται και σε προηγούμενες μελέτες του αναφορικά με τις εταιρείες “ζόμπι” που υπάρχουν στην Ελλάδα, δηλαδή σε εταιρείες οι οποίες έχουν χαμηλές πιθανότητες βιωσιμότητας (και έχουν εγκλωβισμένα κεφάλαια). Αναφέρει ότι είναι οι υψηλότερες μεταξύ των κρατών που εξετάζονται (με δεύτερη χώρα την Ιταλία και 3η την Ισπανία).
Καταγράφει βελτίωση τραπεζικό σύστημα και γενικότερα στη νομοθεσία για τα κόκκινα δάνεια και το πτωχευτικό δίκαιο.
Τα σενάρια βιωσιμότητα χρέους
Ο ΟΟΣΑ βλέπει πρωτογενή πλεονάσματα στο 2,2% του ΑΕΠ από το 2023 έως το 2060 στο σενάριο βιωσιμότητας του χρέους το οποίο παραθέτει. Το ίδιο σενάριο βασίζεται σε ρυθμό ανάπτυξης ο οποίος θα επιβραδυνθεί μετά το 2026: θα υποχωρήσει σε επίπεδα στο 1,8% το 2030 και σε επίπεδα κάτω του 1% στη συνέχεια αν δεν επεκταθεί το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων.
Στο σενάριο ενός εντατικού προγράμματος μεταρρυθμίσεων (πέραν αυτών που έχουν συμφωνηθεί) ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι η αύξηση του ΑΕΠ θα διατηρηθεί σε ελαφρά υψηλότερα επίπεδα τα επόμενα χρόνια: στο 2,3% το 2030, στο 1,8% το 2040, στο 1,3% το 2050 και στο 1,2% το 2060.
Στο βασικό σενάριο (που προβλέπει την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων που έχουν γίνει χωρίς παρεμβάσεις στο χρέος), το χρέος της Ελλάδος θα αρχίσει να αυξάνεται ξανά τις επόμενες δεκαετίες για να φτάσει στο 140% του ΑΕΠ το 2060. Στο σενάριο που διενεργηθούν περαιτέρω μεταρρυθμίσεις θα υποχωρήσει προς το 100% του ΑΕΠ, ενώ στο σενάριο που υπάρξουν και περαιτέρω μεταρρυθμίσεις και υλοποιηθούν όλες οι παρεμβάσεις του χρέους τότε θα υποχωρήσει στο φάσμα του 60% του ΑΕΠ έως το 2060.
Υπάρχουν δύο σενάρια παρεμβάσεων στο χρέος εκ των οποίων το ένα αναφέρεται απλά στην διατήρηση σταθερών των επιτοκίων των δανείων στο 2% από το 2020, ενώ το δεύτερο (σχετικά ευρύτερο) σενάριο περιλαμβάνει και παρεμβάσεις/επέκταση στο χρόνο αποπληρωμής του δανείου του EFSF (2ο δάνειο).
Στο 2% το ΑΕΠ φέτος
Στο μακροοικονομικό πεδίο, ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι το ΑΕΠ θα αυξηθεί φέτος κατά 2% έναντι εκτίμησης 2,3% του οικονομικού επιτελείου. Το 2019 ο ρυθμός αύξησης υπολογίζεται στο 2,3%. Βασική αιτία, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, είναι η πολύ χαμηλή αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης (κατά 0,4% φέτος). Βραδύτερη σε σχέση με το 2017 αναμένεται και η αύξηση των επενδύσεων (κατά 7,9% έναντι 9,7% πέρυσι).
Στο δημοσιονομικό πεδίο αναμένεται πάντως υπέρβαση του στόχου του Πρωτογενούς Πλεονάσματος και τα επόμενα χρόνια. Υπολογίζει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα σε Εθνικολογιστικούς όρους (οι οποίοι όπως αναφέρει έχουν απόκλιση της τάξης του 0,2% του ΑΕΠ από αυτές από του μνημονίου) θα φτάσει στο 4% του ΑΕΠ το 2018 και στο 3,6% του ΑΕΠ το 2019, έναντι 3,7% του ΑΕΠ το 2017. Εκτιμά ότι θα υπάρξει αποκλιμάκωση χρέους φέτος και τον επόμενο χρόνο (εν αντιθέσει με το ΔΝΤ το οποίο στις τελευταίες του εκτιμήσεις έκανε λόγο για έκρηξη χρέους κατά 10% του ΑΕΠ φέτος (σ.σ. συνυπολογίζοντας τις δόσεις που εκτιμούσε ότι θα λάβει η Ελλάδα από τους δανειστές…).
Με πληροφορίες από capital.gr