Προτιμώντας ελληνικά προϊόντα εξασφαλίζεις και νέες θέσεις εργασίας και βοηθάμε το ασφαλιστικό σύστημα.
«Κίνημα Πολιτών- Καταναλώνουμε ό,τι παράγουμε» ονομάζεται η πρωτοβουλία που ανέπτυξαν, πριν από περίπου ενάμισι χρόνο, εκατό προσωπικότητες από την επιχειρηματική, συνδικαλιστική και ακαδημαϊκή κοινότητα, αγκαλιάστηκε από την ελληνική κοινωνία και πλέον αριθμεί περισσότερα από 20 παραρτήματα στην Ελλάδα.
Πιστεύοντας ότι στην κρισιμότατη καμπή που βιώνει η χώρα είναι απαραίτητο να εντατικοποιηθεί ο αγώνας για την προτίμηση των ελληνικών προϊόντων, το διοικητικό συμβούλιο του Κινήματος οργάνωσε συνάντηση- συνέντευξη Τύπου ώστε να διαδοθεί ότι «η προτίμηση των ελληνικών προϊόντων αποτελεί σήμερα εθνικό καθήκον». Στη συνάντηση, παρόντες και ενεργοί υποστηρικτές της ιδέας, οι πρόεδροι των μεγαλύτερων επαγγελματικών και συνδικαλιστών φορέων και οργανώσεων της χώρας, του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδας, της ΓΣΕΒΕΕ (Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας), της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας (ΚΕΔΕ), της Εθνικής Συνομοσπονδίας Εμπόρων και εκπρόσωποι του ΕΒΕΑ (Εμπορικό Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών), της ΕΣΕΕ (Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου) της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ.
Σημαντική είδηση που γνωστοποιήθηκε στη συνάντηση, είναι η υποβολή από τον γενικό γραμματέα Εμπορίου, Στ. Κομνηνό νομοσχεδίου για τις προϋποθέσεις και τους όρους με τους οποίους θα γίνεται η ειδική σήμανση των ελληνικών προϊόντων, ώστε οι Έλληνες καταναλωτές να γνωρίζουν την προέλευση των προϊόντων που επιλέγουν να αγοράσουν.
Όπως επισήμανε ο Α’ αντιπρόεδρος του Κινήματος και πρώην υπουργός Τουρισμού Νίκος Σκουλάς, «όταν καταναλώνουμε προϊόντα και υπηρεσίες που παράγονται στον τόπο μας, ενισχύουμε την ελληνική οικονομία, μειώνουμε τα ελλείμματα και την ανεργία, στηρίζουμε την εγχώρια παραγωγή και δημιουργούμε θέσεις εργασίας».
Πώς μπορεί να αναγνωριστεί ένα προϊόν που είναι ελληνικό; Όπως εξήγησε ο κ. Σκουλάς, το μόνο, μέχρι στιγμής, μέσο αναγνώρισης που διαθέτουμε είναι οι κωδικοί 520 και 521. Όποιο προϊόν φέρει έναν από τους δυο κωδικούς, είναι κατά 90% ελληνικό προϊόν. Εάν δεν φέρει κάποιον από τους δυο κωδικούς, το προϊόν δεν έχει καμία σχέση με την Ελλάδα.
Οι κωδικοί αυτοί δεν εκδίδονται από κάποιον δημόσιο φορέα πιστοποίησης, αλλά από ένα μη κερδοσκοπικό σωματείο που αποτελούν επιχειρήσεις χονδρεμπορίου και λιανεμπορίου και ονομάζεται GS1 Association- Greece και είναι μέλος του διεθνούς οργανισμού GS1, ο οποίος εκδίδει και διαχειρίζεται κωδικούς προέλευσης. Όπως εξήγησε ο κ. Σκουλάς, «σε κάθε προϊόν, τα τρία πρώτα νούμερα ενός κωδικού προσδιορίζουν τη χώρα στην οποία εδρεύει η επιχείρηση που κωδικοποιεί τα προϊόντα της, χωρίς αυτό να συνεπάγεται ότι τα προϊόντα αυτά παράγονται ή κυκλοφορούν στην ίδια χώρα. Γι αυτό η ελληνική σημαία ή η ένδειξη «Ελληνικό Προϊόν» είναι, συνήθως, μια καλή ένδειξη για την ελληνικότητα του προϊόντος».
Και κατέληξε: «Εάν εξαιρέσουμε το ένα εκατομμύριο ανέργους και το ένα εκατομμύριο χαμηλοσυνταξιούχους, υπολογίζεται ότι, αν κάθε Έλληνας καταφέρει να αγοράσει το 2012 ελληνικά προϊόντα αξίας 1000 ευρώ στη θέση ξένων προϊόντων, τότε θα προστεθούν στην προβληματική ελληνική οικονομία 10 δισ. ευρώ».
Για τη σημασία της δυναμικής, «που πρέπει να αποκτήσει η προσπάθεια για τη στήριξη της ελληνικής παραγωγικής μηχανής σε κάθε τομέα- πρωτογενή, δευτερογενή και τριτογενή», μίλησε ο Β’ αντιπρόεδρος του Κινήματος και αντιπρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ Γιώργος Καββαθάς. Για να γίνει αυτό, είπε, θα πρέπει να ενεργοποιηθεί «ο βασικότερος παράγοντας, που δεν είναι άλλος από εμάς τους πολίτες- καταναλωτές».
Οι εξελίξεις, που έχουν πυροδοτηθεί τον τελευταίο καιρό, «δείχνουν, με τον καλύτερο τρόπο σε όλους μας, ότι οι πολίτες μπορούν να είναι πιο μπροστά από τις εξελίξεις, να ξεπεράσουν ακόμη και την επίσημη Πολιτεία στην άσκηση πολιτικών» είπε ο κ. Καββαθάς και σημείωσε ότι στην ιδέα έχουν ήδη προσχωρήσει ελληνικά σούπερ μάρκετ, έχουν δημιουργηθεί Τοπικές Επιτροπές και φέτος, στις 25-26 Μαρτίου, θα πραγματοποιηθεί στη Θεσσαλονίκη η δεύτερη εκδήλωση «Ελληνικές Γευστικές Διαδρομές», με τη συμμετοχή 56 επιχειρήσεων τροφίμων από όλη την Ελλάδα και σε συνεργασία με τον οργανισμό για την προώθηση της ελληνικής γαστρονομίας «ΕΣΤΙΑ».
Ο γενικός γραμματέας του κινήματος και πρώην πρύτανης του ΕΜΠ Κώστας Μουντζούρης, επισήμανε ότι «το Κίνημα δεν ταυτίζεται, ούτε περιορίζεται σε πολιτικούς και κομματικούς χώρους. Δεν έχει ίχνος εθνικισμού. Όμως, είναι γεγονός ότι, ως κοινωνία, παύσαμε να παράγουμε και τείνουμε να μεταβληθούμε σε χώρα υπηρεσιών, πολλές φορές καλών και μερικές φορές κακών. Όμως, ο πρωτογενής και ο δευτερογενής τομέας της οικονομίας είναι πρωταρχικής σημασίας για κάθε χώρα. Οφείλουμε να επανέλθουμε στην παραγωγική διαδικασία. Είναι εθνική ανάγκη».
Ο κ. Μουτζούρης στηλίτευσε την αισχροκέρδεια- όπως και άλλοι ομιλούντες- και τόνισε ότι «η κατανάλωση ελληνικών προϊόντων προϋποθέτει την κοστολόγησή τους, χωρίς αισχροκέρδεια. Η εξελισσόμενη περιπέτεια της πατάτας μάς έδειξε πολλά και μας διδάσκει ακόμη περισσότερα. Αρκεί να θελήσουμε να τα εμπεδώσουμε».
Ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ, Δημήτρης Ασημακόπουλος, επισήμανε ότι «όταν προτιμάς να αγοράζεις ελληνικά προϊόντα, στηρίζεις όχι μόνο τη θέση εργασίας, αλλά και το ασφαλιστικό σύστημα». Σε ό,τι αφορά την αισχροκέρδεια, τόνισε ότι «εμείς ως ΓΣΕΒΕΕ έχουμε επισημάνει το φαινόμενο και θέλουμε να γίνει το Παρατηρητήριο Τιμών, με συμμετοχή κοινωνικών φορέων για να ελέγξουμε την αισχροκέρδεια». Αναφέρθηκε, όμως, και σε ένα σημαντικό κενό της ελληνικής παραγωγικής διαδικασίας: είμαστε οι δεύτεροι, μετά τη Μάλτα, που πληρώνουμε τα περισσότερα χρήματα για μηχανολογικό εξοπλισμό που εισάγουμε.
Ο πρόεδρος του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου, Δημήτρης Τσάτσος μίλησε για την άνιση μεταχείριση των ελληνικών προϊόντων από τους Έλληνες επιχειρηματίες, που προσδοκούν πολύ μεγαλύτερο ποσοστό κέρδους από το ελληνικό προϊόν απ’ ότι από το εισαγόμενο. «Θα πρέπει να υπάρξει βοήθεια και από την πλευρά της διανομής. Να υπάρξει στήριξη στα προϊόντα και στις ελληνικές επιχειρήσεις που τα παράγουν. Ούτε να τις υπερ-φορολογούμε, ούτε να τις κυνηγάμε» είπε.
Ο κ. Τσάτσος ζήτησε να «υπάρξει πιο τίμια συμπεριφορά από τις ελληνικές τουριστικές επιχειρήσεις προς τον Έλληνα τουρίστα» και προειδοποίησε, σχετικά με τα αγροτικά προϊόντα: «Μπορεί να είναι ευκολότερο να εισάγουμε από το να παράγουμε, αλλά δεν υπάρχει μέλλον εάν δεν παράγουμε».
Ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος, Γιώργος Τσακίρης είπε ότι «δεν υπάρχει διαχωρισμός αλλοδαπών και ντόπιων τουριστών» και συμπλήρωσε ότι «έχουμε προτείνει λύση για τον Κοινωνικό Τουρισμό που ευνοεί εξίσου την Περιφέρεια και τους δικαιούχους».
«Βρισκόμαστε στο στάδιο της αφύπνισης, λόγω της κρίσης που πλήττει το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας, αλλά η αφύπνιση αυτή πρέπει να έχει συνέχεια και διάρκεια. Να μην λειτουργήσει, για άλλη μια φορά, το ελληνικό χαρακτηριστικό της παροδικότητας» τόνισε ο πρόεδρος της ΚΕΔΕ, Κώστας Ασκούνης.
Αναφερόμενος στις προσπάθειες των δήμων σε τοπικό επίπεδο, αλλά και στη συνεχή διαμάχη μεταξύ κεντρικής και περιφερειακής εξουσίας, επισήμανε ότι «αυτή τη στιγμή, συντάσσεται τροπολογία στο υπουργείο Γεωργίας για να πάρουν πίσω πρωτοβουλίες, που έχουν δοθεί στην Τοπική Αυτοδιοίκηση». Και ανέφερε τέσσερα σημεία που θεωρεί απαραίτητα προκειμένου να έχει συνέχεια η πρωτοβουλία:
1. Να γίνουν προσπάθειες για αλλαγή της νοοτροπίας και των καταναλωτικών προτύπων.
2. Να γίνει προσφυγή- καταγγελία στο υπουργείο Ανάπτυξης για την Επιτροπή Ανταγωνισμού, που επιτρέπει ελληνικά προϊόντα να πωλούνται φθηνότερα στο εξωτερικό απ’ ότι στην Ελλάδα.
3. Να υπάρχει σε όλα τα σούπερ μάρκετ η ελληνική σημαία- ένδειξη προέλευσης των προϊόντων.
4. Να δουν με σοβαρότητα οι ελληνικές επιχειρήσεις και ιδιαίτερα οι μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες το θέμα της ανασυγκρότησής τους, μέσω της προώθησης των ελληνικών προϊόντων.
Στην αλλαγή νοοτροπίας και συνηθειών αναφέρθηκε και η Ιωάννα Καρανδινάκη, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΓΣΕΕ και πρόεδρος της Ένωσης Εργαζομένων Καταναλωτών Ελλάδας.
Το καταναλωτικό κίνημα της ΓΣΕΕ προτείνει:
1. Αναγραφή, στο ράφι, της τιμής παραγωγού και της τελικής τιμής πώλησης.
2. Αναγραφή της τιμής προϊόντος στο ράφι, με και χωρίς ΦΠΑ.
3. Αυστηροποίηση των ποινών σε θέματα ανταγωνισμού- όπως για τις αθέμιτες συμπράξεις, την καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης, την εφαρμογή προκαθορισμένων τιμών μεταπώλησης, την πρακτική της ληστρικής τιμολόγησης και τις δεσμευτικές συμφωνίες.
Στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, «που χρειάζεται ελευθερία και προσωπικό για να κάνει τη δουλειά της» αναφέρθηκε, εκ μέρους της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου, ο Αντώνης Μέγγουλας.