Κι΄ αυτό γιατί προφανώς ενδεχόμενη λήψη πρόσθετων εισπρακτικών θα λειτουργήσει ως τροχοπέδη, αφού θα λειτουργήσουν προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης της ύφεσης..
Γενικότερα στην έκθεση περιγράφονται οι κίνδυνοι για παγίδευση της οικονομίας σε στασιμότητα και οι οποίοι είναι «η μείωση των εξαγωγών, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του πρώτου τριμήνου του 2016 (μείωση 11,7%) και το κύμα χρεοκοπίας μεγάλων επιχειρήσεων, το συγκεκριμένο μείγμα οικονομικής πολιτικής, το οποίο επιβάλλει εμπροσθοβαρώς νέα λιτότητα και, ιδιαίτερα, τα φορολογικά μέτρα που επιβαρύνουν την κατανάλωση και μπορεί να λειτουργήσουν ως αντικίνητρο για επενδύσεις. Παράλληλα, μεγάλη αβεβαιότητα δημιουργεί ο Αυτόματος Μηχανισμός Δημοσιονομικής Προσαρμογής, όπου τυχόν ενεργοποίησή του, παρά τις ελπίδες της κυβέρνησης ότι δεν θα ενεργοποιηθεί, θα υπέσκαπτε τις προοπτικές σταθερής ανάπτυξης».
Αναφερόμενο στο τρίτο μνημόνιο το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής επισημαίνει ότι «το τρίτο μνημόνιο πρέπει να πετύχει. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος για να επιστρέψουμε στην ανάπτυξη».
Οι συντάκτες της έκθεσης, στην οποία συντονιστής είναι ο καθηγητής Παναγιώτης Λιαργκόβας, επισημαίνουν με έμφαση ότι «δεν υπάρχουν καλύτερες λύσεις για την ανάπτυξη από την εφαρμογή του νέου μνημονίου».
Στην πρόβλεψή τους για τους επόμενους μήνες και αναφερόμενοι ουσιαστικά στην αξιολόγηση, οι συντάκτες της έκθεσης εκτιμούν ότι έρχονται μήνες δοκιμασίας γιατί «πρόκειται για αποφάσεις σε εξαιρετικά ευαίσθητους τομείς, που θα προκαλέσουν κατά πάσα πιθανότητα νέες αναταράξεις».
Μάλιστα τις δοκιμασίες δεν τις περιορίζουν στο κυβερνητικό στρατόπεδο, αλλά και στην αντιπολίτευση λέγοντας συγκεκριμένα πως «οι επόμενοι μήνες θα φέρουν νέες δοκιμασίες για την κυβέρνηση και την αντιπολίτευση».
Στην έκθεση γίνεται αναφορά και στα πρωτογενή πλεονάσματα και οι στόχοι χαρακτηρίζονται ως μη ρεαλιστικοί. “Δεν είναι ρεαλιστικός ο στόχος για πλεονάσματα 3,5%”, τονίζουν οι συντάκτες, συμφωνώντας ουσιαστικά με τη θέση της κυβέρνηση και του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννη Στουρνάρα για μείωση του στόχου κάτω από το 2%.
Τέλος επισημαίνουν ότι οι αναβολές για μία οριστική ρύθμιση του χρέους τροφοδοτούν την αβεβαιότητα.