Ο επικεφαλής της Fed Τζερόμ Πάουελ πάτησε φρένο στις όποιες προσδοκίες υπήρχαν μέχρι χθες για την πρώτη μείωση επιτοκίων τον Μάρτιο, μετά την χθεσινή ολοκλήρωση της διήμερης συνεδρίασης της Ομοσπονδιακής Τράπεζας. Η κίνηση αυτή προκάλεσε μάλλον απογοήτευση στις αγορές με αποτέλεσμα και οι τρεις χρηματιστηριακοί δείκτες στην Νέα Υόρκη να κλείσουν στα χαμηλά της ημέρας.
Παράλληλα σήμερα (01.02.24) το μεσημέρι η Eurostat ανακοινώνει τον πληθωρισμό στην Ευρωζώνη για τον Ιανουάριο με όλες τις ενδείξεις να συνηγορούν στην εκτίμηση ότι θα παρουσιάσει νέα αποκλιμάκωση. Όλα λοιπόν δείχνουν ότι στις δύο πλευρές του Ατλαντικού ο πληθωρισμός υποχωρεί, αλλά ούτε η Fed, ούτε και η ΕΚΤ δείχνουν διάθεση να προχωρήσουν σε μείωση επιτοκίων σύντομα, εκτός και αν τα στοιχεία του επόμενου μήνα δείξουν ραγδαία πτώση του πληθωρισμού ή απότομη επιβράδυνση της οικονομίας.
Έτσι ενώ μέχρι χθες οι πιθανότητες ήταν μοιρασμένες για μείωση επιτοκίων τον Μάρτιο, πλέον η εικόνα αλλάζει και όλα δείχνουν ότι αυτό θα συμβεί στο τέλος της Άνοιξης ή στις αρχές του Καλοκαιριού.
Δύο είναι οι βασικές αιτίες που Fed και ΕΚΤ τραβούν φρένο στις προσδοκίες:
-Ο ένας είναι ότι η οικονομία αποδίδει καλύτερα των εκτιμήσεων και
-Ο πληθωρισμός δεν υποχωρεί με τους ρυθμούς
Χθες η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ σηματοδότησε ότι δεν επικεντρώνεται πλέον αποκλειστικά στον κίνδυνο υψηλού πληθωρισμού και θα παρακολουθεί επίσης τους κινδύνους για τον άλλο στόχο πολιτικής της, που είναι μια υγιής αγορά εργασίας.
Στη δήλωση πολιτικής της, η Fed σημειώνει στην ανακοίνωσή της ότι «οι κίνδυνοι για την επίτευξη των στόχων της για την απασχόληση και τον πληθωρισμό κινούνται σε “καλύτερη ισορροπία».
Όπως χαρακτηριστικά τόνισε ο Τζερόμ Πάουελ «ο πληθωρισμός εξακολουθεί να είναι πολύ υψηλός, η συνεχιζόμενη πρόοδος για τη μείωσή του δεν είναι εξασφαλισμένη και η πορεία προς τα εμπρός είναι αβέβαιη».
Την ίδια στιγμή, η Fed τόνισε ότι οι οικονομικές προοπτικές ήταν αβέβαιες. Και ενώ ο πληθωρισμός έχει υποχωρήσει τον περασμένο χρόνο, «παραμένει αυξημένος».
Κατ’ αρχήν, η νέα δήλωση της Federal Reserve σχετικά με τη στρατηγική της για τα επιτόκια απέκλεισε το ενδεχόμενο η επόμενη κίνηση πως θα μπορούσε να είναι μια αύξηση.
Την ίδια στιγμή, η Fed προειδοποίησε ότι δεν βιάζεται να μειώσει τα επιτόκια. Μάλιστα προστέθηκε η εξής χαρακτηριστική δήλωση:
«Η επιτροπή δεν αναμένει ότι θα είναι σκόπιμο να μειωθεί το εύρος στόχου για το επιτόκιο των έως ότου αποκτηθεί εμπιστοσύνη ότι ο πληθωρισμός κινείται σταθερά προς το 2%».
Την ίδια στιγμή στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, θετικό μήνυμα αποτελούν τα στοιχεία για την πορεία του πληθωρισμού στην Γερμανία, την χώρα που ταλαιπωρείται περισσότερο από κάθε άλλη μεγάλη οικονομία στην Ευρωζώνη. Διαμορφώθηκε για τον Ιανουάριο σε επίπεδα που είναι τα χαμηλότερα από τον Ιούνιο του 2021.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία (Destatis), ο πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 2,9%. Σε μηνιαία βάση καταγράφηκε αύξηση των τιμών κατά 0,2%.
Ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή αυξήθηκε κατά 3,1% σε σύγκριση με το ίδιο χρονικό διάστημα του προηγούμενου έτους, αλλά υποχώρησε 0,2% σε μηνιαία βάση.
Τα στοιχεία έδειξαν ότι οι τιμές της ενέργειας τον Ιανουάριο του 2024 ήταν 2,8% χαμηλότερες από τον ίδιο μήνα του προηγούμενου έτους. Ωστόσο, η άνοδος των τιμών των τροφίμων παρέμεινε «σημαντικά υψηλότερη από τον υπερπληθωρισμό» σημειώνοντας αύξηση 3,8%, που ναι μεν κρίνεται υψηλό, ωστόσο εμφανίζει σημάδια αποκλιμάκωσης.
Η γερμανική οικονομία συρρικνώθηκε κατά 0,3% κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους, λόγω του επίμονου πληθωρισμού, των υψηλών τιμών της ενέργειας και της αδύναμης εξωτερικής ζήτησης. Ωστόσο, επειδή το ΑΕΠ παρέμεινε στάσιμο το τρίτο τρίμηνο, η μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης μπόρεσε να αποφύγει μια άλλη τεχνική ύφεση, που συνήθως ορίζεται ως δύο διαδοχικά τρίμηνα συρρίκνωσης.