Θα μπορούσε να πει κανείς ότι σήμερα Τρίτη, αυτό που θα αποφασίσουν οι αγρότες στην Νίκαια της Λάρισας, όπως γράφαμε χθες στα Οικονοκλαστικά, θα κρίνει όχι μόνο την συνέχεια αυτής της κοινωνικής και οικονομικής αναταραχής, αλλά ενδέχεται να επηρεάσει και το πολιτικό σκηνικό τους επόμενους μήνες.
Η αλήθεια όμως είναι ότι αυτό που θα «αποφασισθεί» σήμερα στην Λάρισα έχει κατά κάποιο τρόπο «κριθεί» ήδη στα όσα συμβαίνουν στον χώρο της πρωτογενούς παραγωγικής διαδικασίας στην Ελλάδα.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Το ανέφερε ένας εκπρόσωπος των αγροτών σε κάποιο από τα τηλεοπτικά ρεπορτάζ από την Agrotica στην Θεσσαλονίκη: ένα σημαντικό μέρος γεωργών δεν μπορούν πλέον να συνεχίσουν να ζουν από τις γεωργικές καλλιέργειες.
Πράγματι τα διαθέσιμα στοιχεία καταγράφουν εδώ και ένα περίπου χρόνο ότι ολοένα και μεγαλύτερος αριθμός μικρομεσαίων αγροτών αρχίζουν να εγκαταλείπουν την γη τους και να στρέφονται σε υπηρεσίες και βιομηχανία για να επιβιώσουν.
Για παράδειγμα στην περιοχή της Βοιωτίας και της Φθιώτιδας γεωργοί νεότερων κυρίως ηλικιών εγκαταλείπουν τις καλλιέργειές τους, πολλές φορές με τις σοδειές αμάζευτες στα χωράφια και αναζητούν – και βρίσκουν σε πολλές περιπτώσεις – θέσεις εργασίας στις μεγάλες λίγες εναπομείνασες βιομηχανίες, ιδιαίτερα όταν διαθέτουν ικανότητες χειρισμού μεγάλων μηχανημάτων.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Μια τέτοια αγορά εργασίας έχει ανοίξει και στις περιοχές που ο τουρισμός επιτρέπει τέτοιες ευκαιρίες, ή εκεί όπου ξεκινούν μεγάλα έργα στις υποδομές και στα οποία η αναζήτηση εξειδικευμένου προσωπικού συναντά ακόμα πολλά προβλήματα.
Γιατί ο νέος γεωργός προτιμάει μια θέση στο εργοστάσιο σήμερα παρά να αγωνιά για την σοδειά του στο χωράφι;
Οι λόγοι για κάτι τέτοιο έχουν σήμερα πολλαπλασιαστεί.
Όπως είχαμε αναφέρει σε προηγούμενα σχετικά σχόλια στα Οικονοκλαστικά, οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής που αλλάζουν άρδην τις συνθήκες και τους όρους καλλιέργειας, σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις από την διεθνή γεωπολιτική αναταραχή και την εκρηκτική άνοδο του πληθωρισμού στην ενέργεια και τα γεωργικά αναλώσιμα, έρχονται σήμερα να συνδυασθούν με τις αλλαγές στην ΚΑΠ που στερούν από τον μικρομεσαίο έλληνα αγρότη την σταθερή και εγγυημένη παροχή των επιδοτήσεων.
Αυτή η ανατροπή των όρων και των προϋποθέσεων καλλιέργειας στην γεωργική παραγωγή, έχει αποσυντονίσει και σε πολλές περιπτώσεις μειώσει δραστικά τις αντοχές τους αγρότη να μείνει δεμένος με την γη του (σ.σ. βλέπε Οικονοκλαστικά: Απώλεια καλλιεργειών, συσσώρευση ζημιών, απώλεια εγγυημένου εισοδήματος (επιδοτήσεις), «καίνε» τις μηχανές των τρακτέρ).
Όπως οι ίδιοι οι αγρότες δήλωναν από την Θεσσαλονίκη, δεν μπορούν πλέον να επιβιώσουν στον τόπο τους με την μέχρι τώρα δουλειά τους. Και αναζητούν διέξοδο (όπως σε κρίσιμες στιγμές στο παρελθόν) στα εναπομείναντα εργοστάσια, τον τουρισμό ή ετοιμάζονται να μετακομίσουν στα μεγάλα αστικά κέντρα…
Και το ερώτημα είναι τι γίνεται με την «γη» τους, αυτή που μένει πίσω πολλές φορές με την σοδειά στο χωράφι;
Κατ’ αρχήν γιατί μένει η σοδειά στο χωράφι; Γιατί απλούστατα το νομικό και πολιτικό καθεστώς που έχει διαμορφωθεί, έχει διώξει κυριολεκτικά σε πολλές περιοχές το εργατικό δυναμικό που κυρίως βασιζόταν σε οικονομικούς μετανάστες και πρόσφυγες πολέμου που έβρισκαν εκεί μια δυνατότητα απασχόλησης, συνήθως όχι και με τους καλύτερους όρους.
Τι συμβαίνει όμως με την ακαλλιέργητη ή καλλιεργημένη γη που απομένει πλέον χωρίς τον καλλιεργητή της;
Η εικόνα δεν είναι ακόμα ξεκάθαρη.
Σε κάποιες περιπτώσεις – όχι στην πλειονότητά τους – τα κομμάτια αυτής της γης που συνήθως δεν ξεπερνούν τις μερικές δεκάδες στρέμματα, καταλήγουν να μένουν χέρσα περιμένοντας τον ιδιοκτήτη τους να επιστρέψει, είτε σε κάποιες περιπτώσεις «νοικιάζονται» όταν κολλάνε σε κάποιο διπλανό που συνεχίζει να καλλιεργείται.
Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις, τόσες όμως που να αρχίσει κανείς να το προσέχει σαν στοιχείο μιας νέας πραγματικότητας, κάποιοι καλλιεργητές, συνήθως με πιο σύγχρονες μονάδες, αγοράζουν αυτά τα κτήματα και επεκτείνουν τις καλλιέργειές τους ή τις κτηνοτροφικές μονάδες. Και δημιουργούν περισσότερο αποδοτικές και προσαρμοσμένες στην νέα ΚΑΠ, επιδιώκοντας ταυτόχρονα καλύτερες προϋποθέσεις απορρόφησης των κοινοτικών επιδοτήσεων.
Βέβαια αυτό δεν έχει πάρει ακόμα, σε καμία περίπτωση, διαστάσεις τέτοιες που να το εντάξει κανείς στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα, στο πλαίσιο της οποίας η νέα ΚΑΠ αποδίδει το 80% των επιδοτήσεων σε μεγάλες και πολύ μεγάλες γεωργικές παραγωγικές μονάδες.
Με αποτέλεσμα αυτές οι απόπειρες να αποτελούν ενδεικτικές κινήσεις προσπάθειας επιβίωσης στις νέες συνθήκες, χωρίς όμως στήριξη και καμία εγγύηση επιβίωσης…
Αν θέλει κανείς αποδείξεις αυτής της «τάσης» εγκατάλειψης μπορεί να ρίξει μια ματιά στα κοινωνικά δίκτυα, όπου πληθαίνουν καθημερινά οι ανακοινώσεις πώλησης μεταχειρισμένων γεωργικών μηχανημάτων από την νεότερη γενιά των παραγωγών, είτε που εγκαταλείπουν τις ελπίδες επιβίωσης στα χωριά τους, είτε που μειώνουν αναγκαστικά την παραγωγή τους κάτω από τις πιέσεις της νέας κατάστασης.
Βέβαια αυτή η «βίαιη» διαδικασία ανακατατάξεων στην γεωργία και την κτηνοτροφία, έχει άμεσα τον αντίκτυπό της στην πόλη.
Και στο πόσο γεμάτο και κυρίως με τι, είναι «το πιάτο» στο τραπέζι, καθώς το αποτέλεσμα αυτής της τάσης επηρεάζει τελικά και άμεσα την ποσότητα, το κόστος και την ποιότητα των προϊόντων που φεύγουν «από το χωράφι για το ράφι» του σούπερ μάρκετ.
Για τους λόγους αυτούς – και για άλλους πολλούς – μπορεί να πει κανείς ότι αυτά που θα αποφασισθούν σήμερα στην Νίκαια της Λάρισας, θα επηρεάσουν ασφαλώς την επόμενη ημέρα. Αλλά δεν θα την καθορίσουν. Γιατί η κατάληξη αυτής της διαδικασίας και η λύση σ’ αυτό το «αδιέξοδο», είναι συνάρτηση των αποφάσεων στην συνολική πολιτική διαχείρισης της γεωργικής πραγματικότητας και όχι μόνο των τρόπων έκφρασης της καθημερινής αγωνίας επιβίωσης των γεωργών και των κτηνοτρόφων.
Και προς το παρόν οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι το μόνο που έχουν ακούσει από τους αρμόδιους είναι «δεν θα υπάρξουν άλλα μέτρα»…