Καθοριστικής σημασίας αναμένονται να είναι οι σημερινές αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, στην 2ήμερη συνεδρίαση που ξεκίνησε χθες (15.12.2021) και αφορούν κυρίως τον οδικό χάρτη για την απόσυρση της τεράστιας στήριξης που έχει προσφέρει στην αγορά ομολόγων και τις τράπεζες.
Όλα δείχνουν ότι η ΕΚΤ δεν θα βιαστεί να αποσύρει το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων, όπως κάνει η Fed και η Τράπεζα της Αγγλίας. Οι εκτιμήσεις που υπάρχουν είναι ότι τελικά στην Φρανκφούρτη δεν θα επικρατήσουν οι σκληροί.
Και ενώ στην Ευρώπη υπάρχει προβληματισμός για το αν θα πρέπει ή όχι να παραταθεί το πρόγραμμα αγορών ομολόγων ή να ξεκινήσει η απόσυρση, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού η Federal Reserve ψήφισε χθες το βράδυ την επιτάχυνση στη μείωση στις αγορές ομολόγων που πραγματοποιεί για την τόνωση της ανάπτυξης, στα 30 δισ. δολάρια το μήνα, προκειμένου το πρόγραμμα να κλείσει μέχρι τον Μάρτιο, αντί για το αρχικό σχέδιο που ήταν για τον Ιούνιο του 2022.
Παράλληλα η Κεντρική Τράπεζα έβαλε επίσης στο τραπέζι το ενδεχόμενο τριών αυξήσεων των επιτοκίων το επόμενο έτος, από μόλις μία που ήταν στις προηγούμενες προβλέψεις της τον Σεπτέμβριο.
Πάντως πριν από την γνωστοποίηση των αποφάσεων της Fed είχαν κυκλοφορήσει στην αγορά πληροφορίες, ότι μπορεί στη σημερινή συνεδρίαση της ΕΚΤ να μην βγει λευκός καπνός και τελικά οι όποιες αποφάσεις να μεταφερθούν για το μέλλον.
Βασική αιτία, αν τελικά υπάρξει αναβολή, δεν είναι άλλη από τα δύο γεγονότα που ενέσκηψαν εσχάτως. Πληθωρισμός και Όμικρον. Δύο αιτίες που η κάθε από την πλευρά της πλήττει την πραγματική οικονομία και υπονομεύει την ανάπτυξη της οικονομίας στην Ευρωζώνη.
Τα ελληνικά ομόλογα
Η ΕΚΤ καλείται σήμερα να λύσει έναν γρίφο που μόνο εύκολος δεν είναι. Μέσα σε αυτή την εξίσωση υπάρχει και η Ελλάδα, αφού πιθανή επιστροφή στην κανονικότητα δεν μπορεί να περιλαμβάνει τα ομόλογα της Ελλάδος, δεδομένου ότι αυτά ακόμη δεν διαθέτουν επενδυτική βαθμολογία.
Ως εκ τούτου θα πρέπει να βρεθεί μία λύση που θα ικανοποιεί τους κανόνες της Κεντρικής Τράπεζας, αλλά ταυτόχρονα δεν θα βγάζει την Ελλάδα εκτός παιχνιδιού, σε μία τέτοια μάλιστα συγκυρία που μόνο εύκολη δεν είναι. Το πλέον πιθανό σενάριο σε ό,τι αφορά τα ελληνικά ομόλογα είναι ευνοϊκές αλλαγές στις επανεπενδύσεις των ομολόγων που λήγουν στο πλαίσιο του έκτακτου προγράμματος PEPP της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Οι αλλαγές τις οποίες εξετάζει η ΕΚΤ για το PEPP αφορούν τον χρόνο στον οποίο θα μετακυλίει τους τίτλους που ωριμάζουν. Παράλληλα, εξετάζεται να δοθεί μεγαλύτερη ευελιξία στην γεωγραφική κατανομή των αγορών αυτών.
Με τον τρόπο αυτό, η ΕΚΤ θα έχει στα χέρια της ένα εργαλείο, το οποίο θα μπορεί να χρησιμοποιεί στην περίπτωση που διαπιστωθούν εντάσεις στις αγορές.
Ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας εμφανίστηκε αισιόδοξος ότι η ΕΚΤ θα συνεχίσει την ισχυρή στήριξή της προς την Ελλάδα. «Θέλω να πιστεύω –και αυτή είναι η άποψή μου– ότι η Ελλάδα θα βρίσκεται με κάποιον τρόπο σε ευνοϊκό καθεστώς από την ΕΚΤ», όπως τόνισε, ενώ πρόσθεσε πως ανεξαρτήτως των αποφάσεων της κεντρικής τράπεζας, η κυβέρνηση κάνει ό,τι μπορεί ώστε να επανακτήσει η Ελλάδα την επενδυτική βαθμίδα το αργότερο έως το 2023.
Η στάση της ΕΚΤ
Σε αντίθεση με τις άλλες κεντρικές τράπεζες, όπως η Fed και η Τράπεζα της Αγγλίας, οι οποίες απαντούν στην εκτόξευση του πληθωρισμού επιταχύνοντας το τέλος των αγορών ομολόγων και προετοιμάζοντας το έδαφος για αυξήσεις επιτοκίων, η ΕΚΤ εμφανίζεται πολύ πιο ήπια στη στάση της έχοντας διαμηνύσει με κάθε τρόπο ότι θα συνεχίσει να αγοράζει ομόλογα ολόκληρο το επόμενο έτος.
Σύμφωνα με αναλυτές, η στάση της ΕΚΤ δικαιολογείται λόγω της διαφορετικής κατάστασης που βρίσκεται η οικονομία της Ευρωζώνης σε σχέση με τις ΗΠΑ, για παράδειγμα, ωστόσο παράλληλα αυτό την εκθέτει σε μεγαλύτερο κίνδυνο λάθους, εάν ο πληθωρισμός καταλήξει πιο επίμονος.
Στους κόλπους της Ευρωζώνης και της ΕΚΤ έχουν διαμορφωθεί δύο τάσεις, οι οποίες συγκεντρώνουν η κάθε μία για λογαριασμό της, ισχυρούς υποστηρικτές.
Κάποιοι υποστηρίζουν ότι ο πληθωρισμός άνω του επίσημου στόχου του 2% έχει έρθει για να μείνει, ενώ από την άλλη κάποιοι άλλοι εκτιμούν ότι ήδη με τον ερχομό του νέου έτους θα έχει αρχίσει η καθοδική του πορεία.
Αν επαληθευτούν οι εκτιμήσεις των δεύτερων, τότε θα έχει έρθει η ώρα για μείωση των αγορών ομολόγων όπως έχει εξαγγείλει η ΕΚΤ ότι θα κάνει και συνεπακόλουθα η μείωση των αγορών θα απαιτήσει και μείωση των επιτοκίων καθώς πλέον θα έχει ανοίξει ένας κύκλος σύσφιξης της νομισματικής της πολιτικής.
Με όλα αυτά κατά νου, η συνεδρίαση της ερχόμενης Πέμπτης αποκτάει ιδιαίτερη σημασία και οι χρηματαγορές και κεφαλαιαγορές θα αναμένουν με μεγάλη αγωνία τις αποφάσεις της ΕΚΤ και κυρίως την καθοδήγησή της για το πώς θα κινηθεί στο μέλλον.
Οποιαδήποτε αλλαγή στον τόνο των μέχρι τώρα εξαγγελιών πιθανόν και θα σηματοδοτήσει την προαναγγελία της αλλαγής πλεύσης της νομισματικής πολιτικής της.