Σε τέλμα έμεινε το 2023 η στεγαστική πίστη, παρά το γεγονός ότι τα υψηλά ενοίκια ευνοούσαν τη λήψη στεγαστικού δανείου για την απόκτηση ιδιόκτητης στέγης.
Τα στοιχεία της ΤτΕ για το δεκάμηνο Ιανουαρίου – Οκτωβρίου 2023 και την πιστωτική επέκταση προς τα νοικοκυριά δείχνουν ότι ο αρνητικός ρυθμός μεταβολής των στεγαστικών δανείων εντάθηκε (Ιανουάριος-Οκτώβριος 2023: καταναλωτικά: 1,9%, στεγαστικά : -3,7%, Ιανουάριος-Οκτώβριος 2022: καταναλωτικά: 0,6%, στεγαστικά: -3,0%).
Πάντως, παρά τη μείωση του υπολοίπου των στεγαστικών δανείων το πρώτο δεκάμηνο του 2023, η μέση ακαθάριστη ροή στεγαστικών δανείων (92 εκατ. ευρώ το μήνα) διατηρήθηκε σχεδόν στο ίδιο μέσο επίπεδο του αντίστοιχου διαστήματος του 2022 (97 εκατ. ευρώ) – και υψηλότερη σε σύγκριση με τον μέσο όρο για το 2020-2021 (71 εκατ. ευρώ) και για τα έτη αμέσως πριν από την πανδημία το 2018-2019 (51 εκατ. ευρώ).
Το 2023, παρά την εκρηκτική άνοδο των τιμών των ακινήτων και πολύ περισσότερο των ενοικίων, παρέμεινε εντυπωσιακά μικρό το ποσοστό όσων στράφηκαν σε τραπεζικό δανεισμό για την αγορά στέγης. Και μάλιστα τη στιγμή που τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων είναι ελκυστικά και θεαματικά χαμηλότερα από τα επίπεδα στα οποία λογικά θα βρίσκονταν, αν είχαν ακολουθήσει σε όλο τους το μέγεθος τις αυξήσεις επιτοκίων της ΕΚΤ.
Ο λόγος γίνεται για τα σταθερά επιτόκια, αφού αυτά πλέον αποτελούν το 90% και άνω των νέων συμβάσεων στεγαστικών δανείων, μετά την έναρξη των αυξήσεων επιτοκίων από την ΕΚΤ. Προφανώς, οι τράπεζες παρέχουν και κυμαινόμενα επιτόκια, αλλά με το Euribor τριμήνου, ως βάση, στο 4% και με επιπλέον περιθώριο επιτοκίου (spread) 2 μονάδων, δηλαδή τελικό επιτόκιο 6%, τα κυμαινόμενα επιτόκια δεν συμφέρουν. Αντιθέτως, τα σταθερά επιτόκια που προσφέρουν οι τράπεζες κινούνται από 3% στην τριετία μέχρι 4,50% στην τριακονταετία (σ.σ. τελικό κόστος γιατί δεν επιβαρύνονται με επιπλέον spread).
Δανειολήπτες στεγαστικών δανείων που είχαν συναφθεί μέχρι το 2019, με κυμαινόμενο επιτόκιο, έσπευσαν φέτος να αποπληρώσουν πρόωρα τα δάνειά τους για να απαλλαγούν από το αυξημένο κόστος των μηνιαίων δόσεων. Η τάση αυτή αποτέλεσε βασικό λόγο για την καθήλωση της στεγαστικής πίστης φέτος, η οποία αναμένεται στα 1,2 – 1,3 δις. ευρώ, δηλαδή στα επίπεδα του 2022.
Οι εκτιμήσεις για το 2024 είναι συγκρατημένες και προβλέπουν αύξηση των στεγαστικών δανείων στα 1,4 δις. ευρώ. «Ένεση» στη στεγαστική πίστη θα αποτελέσει το πρόγραμμα «Σπίτι μου», στο οποίο αρχίζουν τώρα να γίνονται οι εκταμιεύσεις από τις τράπεζες, χωρίς να αποκλείεται το πρόγραμμα να ανανεωθεί από την κυβέρνηση. Σημειώνεται ότι το 2000 – 2007, την χρυσή εποχή για τα στεγαστικά δάνεια, οι εκταμιεύσεις των τραπεζών κινούνταν περί το 1 δις. ευρώ μηνιαίως.
Σημειώνεται ότι πέραν της χαμηλής ζήτησης για στεγαστικά δάνεια φέτος, πολύ μικρό (όχι υψηλότερο του 20% έναντι 40% παλαιότερα) ήταν και το ποσοστό των αγορών κατοικιών που έγινε με τραπεζικό δανεισμό. Η διαπίστωση αυτή συνδέεται από τις τράπεζες με την εκτεταμένη φοροδιαφυγή, η οποία επιτρέπει σε πολύ χρήμα να μένει εκτός τραπεζικού συστήματος, ενώ αποτρέπει παράλληλα σημαντική μερίδα υποψήφιων δανειοληπτών να εμφανιστούν στις τράπεζες για να ζητήσουν δάνειο.