Σημαντική ενίσχυση θα δεχθεί από τις επενδύσεις, την κατανάλωση και τις εξαγωγές η ελληνική οικονομία το 2022, σύμφωνα με τα στοιχεία του προϋπολογισμού που κατατέθηκε το μεσημέρι της Παρασκευής (19.11.2021) στη Βουλή από τον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα.
Σύμφωνα τα στοιχεία του προϋπολογισμού η ανάπτυξη για το 2022 θα φτάσει το 4,5%. Στο πλαίσιο αυτό οι επενδύσεις το επόμενο έτος προβλέπεται πως θα αυξηθούν κατά 21,9%, οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών κατά 8,9% και η ιδιωτική κατανάλωση κατά 3%.
Η δημόσια κατανάλωση στον αντίποδα περιορίζεται αισθητά κατά 2,8%, έναντι αύξησης 4,1% το 2021, με το υπουργείο Οικονομικών να κατεβάζει ταχύτητα στις δημόσιες δαπάνες οι οποίες διέγραψαν πορεία εκρηκτικής αύξησης στα χρόνια της πανδημίας.
Η ανεργία αναμένεται πως θα υποχωρήσει στο 14,2% του εργατικού δυναμικού από 15,9% φέτος ενώ το υπουργείο Οικονομικών δεν φαίνεται να ανησυχεί για παγίωση των πληθωριστικών πιέσεων στην οικονομία.
Το πρωτογενές έλλειμμα προβλέπεται πως θα διαμορφωθεί το επόμενο έτος στο 1,4% του ΑΕΠ, έναντι 7% που είναι για εφέτος.
Το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στα 350 δισ. ευρώ ή 197,1% του ΑΕΠ φέτος από 206,3% του ΑΕΠ το 2020 ενώ προβλέπεται νέα βουτά στο 189,6% του ΑΕΠ (αλλά στα 355 δισ. ευρώ) το 2022.
Παρότι ο προϋπολογισμός του 2022 καταρτίζεται, για δεύτερο συνεχόμενο έτος, υπό το καθεστώς αβεβαιότητας που προκαλεί η παγκόσμια υγειονομική κρίση και μολονότι οι τρέχουσες διεθνείς εξελίξεις στις τιμές αποτελούν πρόσθετο παράγοντα αβεβαιότητας, έχουν ήδη καταγραφεί τα πρώτα θετικά μακροοικονομικά αποτελέσματα, μετά τη σταδιακή υποχώρηση των άμεσων οικονομικών επιπτώσεων της πανδημικής κρίσης. Για αυτό τον σκοπό ο ρυθμός ανάπτυξης για το έτος 2021 αναθεωρείται σημαντικά προς τα άνω, από 3,6% που προβλεπόταν στο ΜΠΔΣ 2022-2025 και 6,1% στο προσχέδιο Προϋπολογισμού 2022, σε 6,9%.
Αυτό σηματοδοτεί ότι σε σχέση με την ύφεση ύψους 9,0% που παρατηρήθηκε το 2020, η οικονομία έχει ήδη καλύψει άνω των δύο τρίτων του απολεσθέντος εγχώριου προϊόντος, εντός μάλιστα ενός έτους που κατά το πρώτο εξάμηνο υπήρχαν ακόμη σε ισχύ σημαντικά περιοριστικά μέτρα στην άσκηση της οικονομικής δραστηριότητας.
Επιπλέον, η σωρευτική ανάπτυξη των ετών 2021-2022 αυξάνεται στο 11,7%, 1,6% υψηλότερα σε σχέση με τις προβλέψεις στο ΜΠΔΣ 2022-2025, σηματοδοτώντας ότι κατά το έτος 2022 όχι μόνο αναμένεται να αποκατασταθεί το επίπεδο του εγχώριου προϊόντος του 2019, αλλά αυτό να αυξηθεί περαιτέρω, κατά 1,7%. Χαρακτηριστικό και δομικό στοιχείο της οικονομικής ανάπτυξης που ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη, είναι η σημαντική μείωση του ποσοστού ανεργίας, από 16,5% τον Σεπτέμβριο του 2020, σε 13% τον Σεπτέμβριο του 2021.
Το ανωτέρω αποτέλεσμα δεν οφείλεται προφανώς μόνο στην άρση των περιοριστικών υγειονομικών μέτρων, αλλά σε μεγάλο βαθμό στην πρωτόγνωρη σε ύψος οικονομική ενίσχυση νοικοκυριών και επιχειρήσεων που ξεπερνά τα 43 δισ. ευρώ σε ταμειακή βάση, και τα 31 δισ. ευρώ σε δημοσιονομική βάση, την περίοδο 2020-2022. Παράλληλα, τα ταμειακά διαθέσιμα παραμένουν σε ασφαλή επίπεδα, ενώ η ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης με τη βοήθεια των πρόσθετων πόρων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0», περιορίζει καθοριστικά τις μακροχρόνιες δημοσιονομικές συνέπειες της πανδημίας, και διασφαλίζει την πορεία αποκλιμάκωσης του δημοσίου χρέους, ως ποσοστού του ΑΕΠ, στα αμέσως επόμενα χρόνια.
Για το έτος 2021 τα καθαρά έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού, σε δημοσιονομική βάση, μετά την αφαίρεση των επιστροφών φόρων, εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν στα 50.927 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 438 εκατ. ευρώ ή 0,9%, έναντι του στόχου του ΜΠΔΣ 2022-2025.
Οι συνολικές δαπάνες του Κρατικού Προϋπολογισμού για το έτος 2021 σε δημοσιονομική βάση εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν στα 70.847 εκατ. ευρώ, αυξημένες κατά 777 εκατ. ευρώ, σε σχέση με τον στόχο του ΜΠΔΣ 2022-2025. Η αύξηση αυτή, όπως προκύπτει και από την ανάλυση των δαπανών κατά μείζονα κατηγορία, οφείλεται κατά κύριο λόγο στις υλοποιούμενες δράσεις για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας Covid-19.