Προϊόν σκληρών διαπραγματεύσεων και συμβιβασμών, όπως αναμενόταν ευρέως, είναι οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες που κατέληξε το ευρωκοινοβούλιο μετά από διαβούλευση με τους εκπροσώπους των κρατών-μελών της ΕΕ το Σάββατο (10.2.2024), ακολουθώντας την πρώτη πολιτική συμφωνία που επετεύχθη τον προηγούμενο Δεκέμβριο, με την Αθήνα να αισιοδοξεί πως είναι εντός του πλαισίου των δυνατοτήτων της η επιτυχής εφαρμογή τους στα επόμενα έτη.
Ο Επίτροπος της ΕΕ για την Οικονομία, Πάολο Τζεντιλόνι, ήταν ξεκάθαρος λέγοντας πως το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο δεν είναι ακριβώς αυτό που θα ονειρευόταν, καθώς το τελικό του αποτέλεσμα δεν έχει μεγάλη σχέση με την αρχική πρόταση της Κομισιόν, με την γερμανική «σφραγίδα» να είναι αρκετά ορατή.
Οι νέοι κανόνες, σύμφωνα με την σχετική ανακοίνωση, προωθούν ιδιαίτερα τις επενδύσεις, συμβάλλουν στην κοινωνική σύγκλιση και αυξάνουν τα «εθνικά» χαρακτηριστικά των σχεδίων, ενώ εστιάζουν στις ετήσιες δαπάνες των κρατών για την ανάλυση της βιωσιμότητας των δημόσιων οικονομικών. Ορίζουν ελάχιστα όρια μέσης μείωσης ελλείμματος και χρέους, επιτρέπουν την παράταση της περιόδου εντός της οποίας θα πρέπει να επιτυγχάνονται οι στόχοι, ενώ σε εξαιρετικές περιπτώσεις θα επιτρέπονται και οι αποκλίσεις από το βασικό σχέδιο.
Τα πρώτα εθνικά σχέδια που θα καταγράφουν τις δαπάνες, τις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις θα καταρτιστούν έως τον Σεπτέμβριο του 2024 και οι νέοι κανόνες θα έχουν εφαρμογή από το 2025.
Τι σημαίνουν όμως, συγκεκριμένα, για την Ελλάδα οι νέοι κανόνες;
Χρέος και έλλειμμα
Όσον αφορά τους στόχους για το χρέος και το έλλειμμα διατηρούνται τα «παλιά» όρια του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, που αφορούσαν σε 60% του ΑΕΠ και 3% του ΑΕΠ, αντίστοιχα.
Η Ελλάδα και τα υπόλοιπα κράτη-μέλη θα «κάτσουν στο τραπέζι» με την Κομισιόν για να διαμορφώσουν ένα τετραετές σχέδιο με στόχους που θα αποτυπωθούν στο νέο Πρόγραμμα Σταθερότητας 2024-2027 τον Απρίλιο, ως τελική διορία έγκρισης από την Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου προτού παύσουν οι εργασίες του λόγω ευρωεκλογών.
Το νέο στοιχείο στους δημοσιονομικούς κανόνες, είναι πως καταργείται η υποχρεωτική ετήσια μείωση κατά το 1/20 του υπερβάλλοντος χρέους, καθώς θα έβαζε σε σοβαρούς δημοσιονομικούς μπελάδες χώρες με υψηλά επίπεδα χρέους, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Αυτό το οποίο ορίζεται, είναι ένας νέος στόχος μείωσης χρέους κατά 1% επί του ΑΕΠ κάθε έτος για τα κράτη μέλη με έλλειμμα άνω του 90% του ΑΕΠ τους.
Η Ελλάδα μπορεί να ατενίζει με αισιοδοξία την συγκεκριμένη διάταξη, καθώς οι επιδόσεις της επί του πεδίου ήταν εξαιρετικές τα προηγούμενα χρόνια, ενώ και ο στόχος της για το 2024 προβλέπει περαιτέρω μείωση κατά 9 ποσοστιαίες μονάδες στο 151,9%, στηριγμένη στα ισχυρά πρωτογενή πλεονάσματα και στην ανάπτυξη.
Μια ακόμη παράμετρος η οποία επίσης προβλέπεται στους νέους κανόνες, είναι πως η μείωση κατά 1% ετησίως θα υπολογίζεται σε βάθος τετραετίας, και έτσι, ακόμα και αν η χώρα μας «εξοκείλει» από τους στόχους της για μια χρονιά, θα έχει την ευκαιρία να το διορθώσει την επόμενη.
Όσον αφορά το έλλειμμα, ενώ διατηρείται το πλαφόν του 3% του ΑΕΠ, τίθεται ένας πιο αυστηρός στόχος για έλλειμμα 1,5% του ΑΕΠ σε βάθος τετραετίας για την δημιουργία μιας «απόστασης» ασφαλείας από το ανώτατο όριο. Οι χώρες με έλλειμμα μεταξύ 1,5% και 3% του ΑΕΠ τους θα πρέπει να μειώνουν κατά 0,4% του ΑΕΠ τους τουλάχιστον για όσες έχουν τετραετή προγράμματα ή 0,25% του ΑΕΠ τους για όσες θα έχουν επταετή προγράμματα, δηλαδή έχουν λάβει την τριετή παράταση την οποία επιτρέπουν οι νέοι κανόνες.
Και στην περίπτωση του ελλείμματος η Ελλάδα τοποθετείται εντός στόχων, καθώς σύμφωνα με την έκθεση του προϋπολογισμό του 2024 φέτος θα έχει έλλειμμα 1,1% του ΑΕΠ της, επίδοση όμως που θα πρέπει να διατηρήσει και στα επόμενα έτη.
Τέλος, για να ενεργοποιηθεί η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος για την Ελλάδα, ή για όποια άλλη χώρα, θα πρέπει να «ξεφύγει» από το ανώτατο όριο αύξησης των πρωτογενών δαπανών πάνω από 0,3% του ΑΕΠ τον χρόνο ή αν ξεπεράσει το όριο του ελλείμματος για 3% του ΑΕΠ, με πρόστιμα που ενδέχεται να αγγίξουν το 0,05% του ΑΕΠ να προβλέπονται για τους παραβάτες.
Επισημαίνεται, πως οι ετήσιες προσαρμογές του ελλείμματος μπορεί αρχικά να αποκλείουν τις πληρωμές τόκων, αλλά θα τις περιλαμβάνουν μετά το 2027.
Αναφορικά με τις πρωτογενείς δαπάνες η Ελλάδα βρίσκεται και πάλι σε ευνοϊκή θέση καθώς με βάση τον προϋπολογισμό της για το 2024 προβλέπει αύξηση τους στο 0,4%, με την καθοδήγηση της Κομισιόν να ανεβάζει το ποσοστό στο 2,6%. Το ΥΠΟΙΚ έχει επισημάνει σε όλους τους τόνους πως δεν πρόκειται να παραβεί τους στόχους για το πρωτογενές πλεόνασμα, για το οποίο προβλέπει να διαμορφώνεται σε 2,1% του ΑΕΠ και να παραμείνει σταθερά άνω του 2%.