Ξαναβλέπουν το θέμα Βρυξέλλες και Αθήνα – ανοικτά όλα τα ενδεχόμενα
Στο «αέρα» φαίνεται να είναι η πώληση των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ και αυτό διότι η πρώτη φάση από το market test που πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες από την Dgcomp μάλλον δεν έδειξε να φέρνει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Το αντίθετο μάλιστα τα πρώτα στοιχεία δείχνουν πως θα επανεξεταστούν τα πάντα αν όχι από μηδενική βάση, τουλάχιστον θα αλλάξει το προς πώληση χαρτοφυλάκιο.
Το επόμενο διάστημα θα επανεξεταστούν διάφορα ζητήματα με στόχο την θεσμοθέτηση μέσα στον Μάρτιο ενός ελκυστικού και οικονομικά βιώσιμου χαρτοφυλακίου που θα βγει προς πώληση με διαγωνιστικές διαδικασίες τον Ιούνιο του 2018.
Το γεγονός, μάλιστα, ότι το ερωτηματολόγιο που κλήθηκαν να απαντήσουν οι 40 δυνητικοί επενδυτές δεν συνοδευόταν από κρίσιμα στοιχεία για την αξιολόγηση του προς πώληση χαρτοφυλακίου, όπως για παράδειγμα ο αριθμός των εργαζομένων, άφησε την εντύπωση ότι τα πάντα γύρω από την πώληση είναι ανοιχτά για να διαμορφωθούν λαμβάνοντας υπόψη τις απαντήσεις και τα σχόλια των επενδυτών.
Με βάση τα δεδομένα που είχαν στη διάθεσή τους και αξιολογώντας τις γενικότερες συνθήκες της εγχώριας αγοράς και τις πολιτικές της Ε.Ε. εντός των οποίων καλείται να λειτουργήσει, απάντησαν στο σχετικό ερωτηματολόγιο, το οποίο περιελάμβανε και ερώτηση σχετικά με το κατά πόσον ο καθείς θα μπορούσε να εκδηλώσει επενδυτικό ενδιαφέρον. Οι απαντήσεις ως προς αυτό το κρίσιμο για την αποτελεσματικότητα του εγχειρήματος «αποεπένδυση της ΔΕΗ» συνοψίζονται στο «άρνηση ή συμμετοχή υπό προϋποθέσεις».
Στις απαντήσεις των υποψηφίων επενδυτών κυριάρχησαν ζητήματα που συνδέονται με τον μακροχρόνιο ενεργειακό σχεδιασμό και τους όρους λειτουργίας της ελληνικής αλλά και της ευρωπαϊκής αγοράς με την οποία από το 2019 θα υπάρξει σύζευξη στη βάση του ευρωπαϊκού μοντέλου -στόχου (target model).
Η πρώτη κοινή επιφύλαξη των υποψηφίων επενδυτών συνδέεται με το κόστος των CO2 (ρύποι) και το πώς αυτό θα διαμορφωθεί σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, ιδιαίτερα ενόψει του λεγόμενου Clean Energy Package της E.E. για τους όρους που θα τεθούν ώστε οι θερμοηλεκτρικές μονάδες στην Eυρώπη να μπορούν να συμμετέχουν σε μηχανισμούς αποζημίωσης ισχύος. Το σχέδιο το οποίο βρίσκεται ήδη σε διαβούλευση προβλέπει πλαφόν στα 550 γραμμάρια CO2/KWh. Αυτό σημαίνει ότι αν τελικά ισχύσει, από το 2025 και μετά θα βγουν εκτός αποζημιώσεων οι περισσότερες ευρωπαϊκές λιγνιτικές μονάδες –μεταξύ αυτών και της ΔEH– καθώς το κόστος λειτουργίας τους θα καταστεί απαγορευτικό.
Το δεύτερο ζήτημα που έθεσαν οι επενδυτές είναι οι όροι λειτουργίας της εγχώριας αγοράς, καθώς βρίσκεται ακόμη σε μεταβατικό στάδιο, αλλά και το τι θα γίνει με την παράταση των ωρών λειτουργίας των μονάδων Καρδιάς και Αμυνταίου που διαπραγματεύεται το υπουργείο Ενέργειας με την Κομισιόν. Η παράταση της λειτουργίας διαμορφώνει άλλους όρους ανταγωνισμού για κάποιον που θα επενδύσει στις μονάδες της Φλώρινας και της Μεγαλόπολης από αυτούς που διαμορφώνει η απόσυρσή τους το 2019.
Οι επενδυτές επεσήμαναν επίσης τα προβλήματα τροφοδοσίας των μονάδων του Βορρά (Μελίτη 1 και άδεια για Μελίτη 2) δεδομένου ότι και τα τρία ορυχεία στα οποία στηρίζεται η τροφοδοσία τους και συνοδεύουν την πώλησή τους (Κλειδί, Λόφοι και Βεύη) είναι κλειστά. Προβλήματα εντοπίζουν και στην αποδοτική λειτουργία των μονάδων του Νότου (Μεγαλόπολη 3 και 4) με βασικότερο την αδυναμία του δικτύου να μεταφέρει την παραγόμενη ενέργεια καθώς εκκρεμεί η κατασκευή του ΚΥΤ (Κέντρου Υψηλής Τάσης) Πελοποννήσου. Επισημαίνουν επίσης τεχνικά προβλήματα λόγω των κοινών υποδομών των μονάδων με τη μονάδα του φυσικού αερίου της Μεγαλόπολης που παραμένει στη ΔΕΗ. Προβληματισμός εκφράστηκε από τους επενδυτές και για τον αριθμό εργαζομένων των μονάδων της Μεγαλόπολης και τις δεσμεύσεις που θα πρέπει να αναλάβει ο νέος επενδυτής για τη διατήρησή τους και το εργασιακό καθεστώς.
Του Θανάση Παπαδή