Ένα success story στο σερραϊκό γιαούρτι έχει ξεκινήσει να «γράφει» στις αγορές του εξωτερικού η γαλακτοβιομηχανία Κρι – Κρι με επικεφαλής τον Παναγιώτη Τσινάβο.
Η συνολική αξία των εξαγωγών της ξεπέρασε τα 24,9 εκατ. ευρώ, αποτελώντας το 50% της δραστηριότητας των γαλακτοκομικών.
Τα γιαούρτια Κρι Κρι βρίσκονται στα ψυγεία επώνυμων αλυσίδων του εξωτερικού, καταφέρνοντας να διεισδύσουν μέχρι και στη βρετανική αλυσίδα σούπερ μάρκετ Waitrose, που ο βρετανικός Τύπος την έχει χαρακτηρίσει «αριστοκρατική», επειδή προμηθεύει με είδη παντοπωλείου την Βασίλισσα Ελισάβετ και τον πρίγκιπα Κάρολο.
Αλλά και στην ελληνική αγορά οι πωλήσεις γιαουρτιού αυξήθηκαν κατά 16,3% στο πρώτο εξάμηνο, συνεχίζοντας την ανοδική τους πορεία ακόμα και την περίοδο της καραντίνας, σε αντίθεση με την κατηγορία παγωτού. Σημαντική ενίσχυση καταγράφει και η κατηγορία των private label προϊόντων γιαουρτιού. Έτσι, το μερίδιο αγοράς των γιαουρτιών ΚΡΙ-ΚΡΙ διαμορφώνεται πλέον, σε 16,6%, διατηρώντας τη 2η θέση στην ελληνική αγορά (στοιχεία IRI σε όγκο, Ιούνιος 2020).
Όσον αφορά το παγωτό, όπου η μάρκα Κρι Κρι κατέχει τη 2η θέση στην εγχώρια αγορά, με μερίδιο σε όγκο που φθάνει το 14,1% (στοιχεία Nielsen Ιούνιος 2020), οι πωλήσεις στο εξάμηνο 2020 ανήλθαν σε €12,18 εκ. από €12,82 εκ. Παρά το αρχικό έντονο πλήγμα που δέχτηκε η ελληνική αγορά παγωτού από τα περιοριστικά μέτρα που επιβλήθηκαν, συνεπεία του COVID-19, η κατάσταση βελτιώθηκε στη συνέχεια, με αποτέλεσμα η πτώση των πωλήσεων να περιοριστεί στο -5%.
Το κρητικό κρι κρι και η επανάσταση του «κασάτο»
Το ξεκίνημα στη γαλακτοβιομηχανία έγινε πριν από 66 χρόνια, όταν ο Ηπειρώτης Γιώργος Τσίναβος άνοιξε στις Σέρρες ένα μικρό ζαχαροπλαστείο. Μεγάλη επιτυχία γνώριζαν τα παγωτά του και ιδιαίτερα το παγωτό κασάτο. Το όνομα Κρι Κρι που αποφάσισε να δώσει στην εταιρεία του το εμπνεύστηκε, από ένα δώρο, που προσέφεραν στον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντουάιτ Αΐζενχάουερ, κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα. Ήταν ένα αγριοκάτσικο κρι κρι. Ο δαιμόνιος επιχειρηματίας άρπαξε τότε την ευκαιρία και, καθώς το κρι κρι επικοινωνιακά απασχολούσε όλη την Ελλάδα, υιοθέτησε το όνομα στα παγωτά του. Ορόσημο για την ιστορία της εταιρείας αποτέλεσε το 1971 όταν απέκτησε την πρώτη γραμμή παραγωγής παγωτού, αφού μέχρι τότε η παραγωγή γινόταν με το χέρι. Η μεγάλη ανάπτυξη σημειώθηκε τις δεκαετίες ΄80 και ΄90, αφενός με την κατασκευή του εργοστασίου το 1987 και αφετέρου με την παραγωγή γιαούρτης με φρέσκο γάλα του νομού Σερρών.
Οικογενειακή υπόθεση ο τομέας γάλακτος
Ο Παναγιώτης Τσινάβος, εκπρόσωπος δεύτερης γενιάς και επικεφαλής της γαλακτοβιομηχανίας σήμερα, αποτελεί γέννημα θρέμμα των Σερρών. Όπως δηλώνει ο ίδιος «στόχος είναι να κατακτήσουμε την πρώτη θέση στις κατηγορίες γιαούρτι και παγωτό»
Από νωρίς ήταν αποφασισμένος να ασχοληθεί με την εταιρεία, έτσι σπούδασε χημικός στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και στη συνέχεια ολοκλήρωσε τις μεταπτυχιακές του σπουδές στο Μιλάνο, με ειδίκευση στον γαλακτοκομικό τομέα. Η ενασχόληση του στην οικογενειακή επιχείρηση ξεκίνησε το 1983, ως υπεύθυνος παραγωγής, ενώ το 1987 ανέλαβε καθήκοντα εμπορικού διευθυντή. Στο πλαίσιο αυτό, ουσιαστική ήταν η συμβολή του στην ανάπτυξη του δικτύου πωλήσεων της εταιρείας πέρα από την τοπική αγορά του Νομού Σερρών, και συγκεκριμένα στην πανελλαδική και βαλκανική αγορά. Το 1992 παρακολούθησε μεταπτυχιακό πρόγραμμα διοίκησης επιχειρήσεων. Το 1994 ανέλαβε καθήκοντα διευθύνοντος συμβούλου στη γαλακτοβιομηχανία και από το 2003 ανέλαβε και πρόεδρος της εταιρίας. Στην ορθή πολιτική που ασκεί, αποδίδουν συνεργάτες του, την ανοδική πορεία της εταιρείας, η οποία απασχολεί 450 εργαζομένους.