Συγκρατημένη αισιοδοξία επικρατεί στις τάξεις των τραπεζιτών ότι τελικά το αποτελέσματα των stress test θα είναι απόλυτα διαχειρίσιμα. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι οι παραδοχές της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής δεν γεννούν μεγάλες κεφαλαιακές ανάγκες για τα πιστωτικά ιδρύματα.
Καθοριστική αναμένεται να είναι η περίοδος ανάμεσα στις 16 και 22 Απριλίου, οπότε και θα «στρεσαριστούν» από τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας τα οριστικά στοιχεία των Εθνικής Τράπεζας, Τράπεζας Πειραιώς, Alpha Bank και Eurobank και θα βγει ο «λογαριασμός» για τις κεφαλαιακές ανάγκες τους.
Αν και οι πληροφορίες δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι είναι ιδιαίτερα πολλές, εντούτοις αναφέρουν ότι, στο βασικό σενάριο καμία τράπεζα δεν εμφανίζεται να έχει κεφαλαιακό έλλειμμα, ενώ στο δυσμενές σενάριο προκύπτουν κεφαλαιακές ανάγκες, οι οποίες σύμφωνα με τραπεζικούς κύκλους χαρακτηρίζονται ως απόλυτα διαχειρίσιμες.
Τα τραπεζικά στελέχη αναφέρουν πως τα σχέδια κεφαλαιακής αναδιάρθρωσης των τραπεζών, τα λεγόμενα capital plans, είτε θα προβλέπουν αυξήσεις κεφαλαίου μικρής έκτασης, είτε θα περιλαμβάνουν ανώδυνες ενέργειες (π.χ. πωλήσεις assets), που θα τους επιτρέψουν να καλύψουν πλήρως τις κεφαλαιακές τους ανάγκες.
Σε κάθε περίπτωση, η ανάγκη ανακεφαλαιοποίησης θα κριθεί ξεχωριστά ανά τράπεζα από το Εποπτικό Συμβούλιο της Τραπεζικής Εποπτείας της ΕΚΤ. Εφόσον χρειαστεί, οι τράπεζες που θα πρέπει να καλύψουν τυχόν υστέρηση κεφαλαίων, θα καταρτίσουν σχέδιο κεφαλαιακής αναδιάρθρωσης εντός δύο εβδομάδων και θα πρέπει να καλύψουν την υστέρηση κεφαλαίου εντός μερικών μηνών.
Με κρατικά κεφάλαια
Μέχρι σήμερα το ενδεχόμενο προληπτικής ανακεφαλαιοποίησης με κρατικούς πόρους εξεταζόταν μόνο σε περίπτωση αποτυχίας αυξήσεων κεφαλαίων με ιδιωτικούς πόρους. Αλλά αυτό πλέον φαίνεται πως δεν θα είναι ο κανόνας σε περίπτωση νέας κεφαλαιακής ένεσης των τραπεζών, καθώς «θεσμοί» και Δημόσιο θέλουν να διαφυλάξουν τις υφιστάμενες συμμετοχές του Δημοσίου στις τράπεζες.
Η αξία των μετοχών της Εθνικής Τράπεζας, της Τράπεζας Πειραιώς, της Alpha Bank και της Eurobank στο Χρηματιστήριο αγγίζει σήμερα τα 8,5 δισ. ευρώ. Το 18% αυτών των τίτλων, δηλαδή μετοχές αξίας 1,5 δισ. ευρώ, περίπου, ανήκουν στο Δημόσιο μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ). Τον Ιούνιο του 2020, οπότε το ΤΧΣ θα παύσει να υφίσταται, οι μετοχές αυτές και μαζί τα άλλα περιουσιακά στοιχεία του Ταμείου θα περάσουν στην Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας, το γνωστό Υπερταμείο Αποκρατικοποιήσεων.
Η Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας δεν είναι απλώς ένας φορέας διαχείρισης συμμετοχών του Δημοσίου. Είναι μέρος της δανειακής σύμβασης του τρίτου μνημονίου που συνομολόγησε ο ΣΥΡΙΖΑ με τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας το 2015. Για την ακρίβεια, με τροποποίηση που επήλθε στη δανειακή σύμβαση του τρίτου μνημονίου μεταξύ του ελληνικού Δημοσίου και του ESM και η οποία θα περάσει το καλοκαίρι από τη Βουλή, το Υπερταμείο θα καταστεί αντισυμβαλλόμενος του ESM και θα δεσμεύσει επίσημα ένα μέρος από τα έσοδά του για την αποπληρωμή του δανείου των 86 δισ. ευρώ.
Δεδομένου ότι οι σημερινές συμμετοχές του ΤΧΣ στις τράπεζες θα αξιοποιηθούν από το Υπερταμείο, έχει ανοίξει μεταξύ των εμπλεκομένων συζήτηση για το πώς θα προστατευθεί η συμμετοχή του Δημοσίου στις τράπεζες σε περίπτωση που θα ανακύψουν ανάγκες ανακεφαλαιοποίησής τους.
«Αποδέσμευση» του ΤΧΣ
Σήμερα, μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), το Δημόσιο διαθέτει το 40,39% της Εθνικής Τράπεζας, το 26,42% της Τράπεζας Πειραιώς, το 11,01% της Alpha Bank και το 2,38% της Eurobank. Αυτά τα ποσοστά θα κινδύνευαν να εξαϋλωθούν εάν σε μια ενδεχομένη τέταρτη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών το Δημόσιο παρέμενε εκτός.
Αυτό δεν είναι υπερβολή. Μετά τα δραματικά γεγονότα του πρώτου α’ εξαμήνου του 2015, προβλέφθηκε ότι οι αυξήσεις κεφαλαίου των τραπεζών θα γίνονται με τη διαδικασία του επιταχυνόμενου βιβλίου προσφορών (accelerated book building), η οποία με απλά λόγια επιτρέπει στους επενδυτές να καθορίζουν εκείνοι την τιμή της αύξησης μετοχικού κεφαλαίου. Ως αποτέλεσμα αυτής της διάταξης η τρίτη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών έγινε σε τιμές που αποτιμούσαν στα 750 εκατ. ευρώ ολόκληρο το τραπεζικό σύστημα, έναντι χρηματιστηριακής αξίας άνω των 33 δισ. ευρώ τον Ιούνιο του 2014!
Το αρνητικό σενάριο
Το πλέον δραματικό είναι πως η τρίτη ανακεφαλαιοποίηση συρρίκνωσε τις συμμετοχές του ΤΧΣ στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα από το 66%, περίπου, στο 18% και στην ουσία κατέστησε ανακτήσιμα μόλις τα 5,7 δισ. ευρώ από τα 45,4 δισ. ευρώ που οι Ελληνες φορολογούμενοι δανείστηκαν για να διασώσουν τις ελληνικές τράπεζες κατά τις τρεις ανακεφαλαιοποιήσεις της περιόδου 2011-2015.
Η αρνητική εμπειρία του 2015 -η οποία μάλιστα καταγγέλθηκε από θεσμούς όπως το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο που μίλησε για διασπάθιση των χρημάτων των φορολογουμένων- δεν θα επαναληφθεί το 2018 για λόγους που εκτός από την προστασία του δημόσιου συμφέροντος σχετίζονται και με τη σύμβαση του Δημοσίου με τον ESM.
Στη βάση αυτή διαφαίνεται πως θα επιτραπεί στο ΤΧΣ να μετάσχει στις αυξήσεις κεφαλαίου ή να δανείσει με μετατρέψιμα ομόλογα τις τράπεζες, ώστε να διατηρήσει αλώβητη τη μετοχική του παρουσία. «Είναι νωρίς για να κάνουμε υποθέσεις. Ασφαλώς θα υπήρχαν τρόποι για μείωση του dilution, αλλά είναι πολύ νωρίς για υποθέσεις», ανέφερε στον «Φιλελεύθερο» πηγή του Ευρωσυστήματος.
Του Θανάση Παπαδή