Ο νέος αναπτυξιακός νόμος, η απλοποίηση της διαδικασίας αδειοδότησης των επιχειρήσεων, την απεμπλοκή των μεγάλων επενδύσεων και τα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία για επενδύσεις, ήταν στο επίκεντρο τη συνάντησης που είχε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης με τον Αντικαγκελάριο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Υπουργό Οικονομίας και Ενέργειας, Sigmar Gabriel.
Τον Αντικαγκελάριο συνόδευε αντιπροσωπεία Γερμανών βουλευτών, αποτελούμενη από τους Klaus Peter Willsch (CDU), Dr. Peter Ramsauer (CSU), Dr. Julia Verlinden (Bündnis 90/Die Grünen), Dr. Hans-Joachim Schabedoth (SPD) και Michael Schlacht (Die Linke). Στη συνάντηση συμμετείχε και ο Γενικός Γραμματέας για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς, Γιώργος Βασιλειάδης.
Ο Γιάννης Δραγασάκης αναφέρθηκε στις προτεραιότητες της κυβέρνησης μετά την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης και συγκεκριμένα στις πρωτοβουλίες που λαμβάνονται με στόχο την ανάκαμψη της οικονομίας, την αύξηση των επενδύσεων και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Η συζήτηση επικεντρώθηκε στα χαρακτηριστικά του νέου αναπτυξιακού νόμου, στα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία που θα τεθούν σε ισχύ τους επόμενους μήνες, στην απλοποίηση της διαδικασίας αδειοδότησης των επιχειρήσεων, καθώς και στην προσπάθεια που καταβάλλεται για την απεμπλοκή σημαντικών επενδύσεων.
Ο κ. Δραγασάκης υπογράμμισε τη σημασία της συνεργασίας των δύο χωρών στις επενδύσεις, στο χρηματοπιστωτικό τομέα και στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της διαφθοράς. Μάλιστα ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης έκανε ιδιαίτερη αναφορά στη μάχη κατά της φοροδιαφυγής, παρουσιάζοντας τα σημαντικά αποτελέσματα που επιτυγχάνονται τους τελευταίους 18 μήνες, ενώ επεσήμανε και τα οφέλη της συνεργασίας που έχει ήδη αναπτυχθεί με το κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας μέσω της «λίστας Μπόργιανς».
Σε ό,τι αφορά το ελληνικό Πρόγραμμα, ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης επέμεινε στη σημασία που έχει για την ελληνική κοινωνία, που για χρόνια έχει αναλάβει μεγάλα βάρη, η προοπτική οριστικής εξόδου από την κρίση. Σε αυτό το πλαίσιο έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην έγκαιρη συγκεκριμενοποίηση των επόμενων βημάτων για την ελάφρυνση του χρέους, στη βάση των σχετικών αποφάσεων του Eurogroup, καθώς μια τέτοια εξέλιξη θα δημιουργήσει κλίμα σταθερότητας και θα βελτιώσει περαιτέρω το επενδυτικό περιβάλλον.