Δύο σημαντικοί παράγοντες θα καθορίσουν φέτος και στο εξής την πορεία των αμερικανικών εξαγωγών υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), από τις οποίες εξαρτάται πλέον σε σημαντικό βαθμό η Ευρώπη για να καλύψει τις ανάγκες της.
Καταρχήν, αυτή την περίοδο η αμερικανική κυβέρνηση είναι αντιμέτωπη με ένα δίλημμα: Αν θα αυστηροποιήσει τις ρυθμίσεις για τη λειτουργία νέων υποδομών εξαγωγής LNG προκειμένου να περιορίσει τους ρύπους και να βοηθήσει να επιτευχθούν οι ευρύτερες κλιματικές της δεσμεύσεις.
Παράλληλα, ενόψει προεδρικών εκλογών, ο Τζο Μπάιντεν σκέφτεται και το πως θα ρίξει το ενεργειακό κόστος στη χώρα του. Η κυβέρνηση βρίσκεται σε δύσκολη θέση διότι από τη μια οφείλει να παρουσιάσει ένα «πράσινο» πρόσωπο στους Δημοκρατικούς ενόψει προεδρικών εκλογών, ενώ από την άλλη πρέπει να συνδράμει τους συμμάχους της στην Ευρώπη ενάντια στη Ρωσία. Την Παρασκευή ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε ότι παγώνει προσωρινά η αδειοδότηση νέων σταθμών LNG προκειμένου να εκτιμηθεί εκ νέου ο περιβαλλοντικός αντίκτυπος, η επίδραση στο ενεργειακό κόστος της χώρας και στην ενεργειακή της ασφάλεια.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν πρόσθεσε ότι «δεν πρόκειται να επηρεαστεί η ομαλή τροφοδοσία των συμμαχικών χωρών βραχυπρόθεσμα».
Κύκλοι της Ε.Ε. εξέφρασαν ήδη τη δυσφορία τους για τις εξελίξεις στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, όπως και το Αμερικανικό Πετρελαϊκό Ινστιτούτο που εκπροσωπεί τον εγχώριο κλάδο. Ο πρόεδρος του ινστιτούτου, Μάικ Σόμερς, τόνισε σχετικά προ ημερών: «Μια τέτοια απόφαση θα αποτελούσε νίκη για τη Ρωσία και ήττα για τους συμμάχους των ΗΠΑ, τις θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ και τις κλιματικές προσπάθειες που στηρίζονται σε καθαρότερα καύσιμα. Η κυβέρνηση πρέπει να σταματήσει να παίζει πολιτικά παιχνίδια με την παγκόσμια ενεργειακή ασφάλεια».
Όλα αυτά ενώ διεθνώς η ζήτηση φέτος στο LNG αναμένεται να είναι μεγαλύτερη από την προσφορά. Οι νέες υποδομές που θα λειτουργήσουν από τα τέλη του 2024 και μετά εκτιμάται ότι θα επαναφέρουν την ισορροπία, ενώ οι περισσότερες από αυτές προγραμματίζεται να λειτουργήσουν επί αμερικανικού εδάφους. Πάντως, οι αναλυτές εμφανίζονται καθησυχαστικοί για την κατάσταση, τουλάχιστον τα επόμενα χρόνια. Ο Λέσλιλ Πάλτι – Γκούσμαν της Synmax τόνισε μιλώντας στο Politico ότι τα πέντε νέα έργα που έχουν «κλειδώσει» για να λειτουργήσουν ως το 2026 θα διπλασιάσουν την παραγωγή των ΗΠΑ. Το ερώτημα είναι τι θα συμβεί από εκεί και έπειτα.
Ο δεύτερος παράγοντας Χ για τις αμερικανικές εξαγωγές δεν είναι άλλος από μια πιθανή αλλαγή ηγεσίας στο Λευκό Οίκο μετά τις φετινές εκλογές του Νοεμβρίου. Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει κάνει στο παρελθόν δηλώσεις υπέρ της ενεργειακής ανεξαρτησίας και αυτάρκειας των ΗΠΑ, καθώς και για μια μικρότερη γεωστρατηγική παρουσία των ΗΠΑ. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορεί να αποκλειστεί μια αναδίπλωση του διεθνούς ρόλου της χώρας στο φυσικό αέριο που θα έπληττε μια Ευρώπη εκ νέου εξαρτημένη από το αμερικανικό LNG, όπως ήταν παλαιότερα από τη Ρωσία.
Οι συνέπειες θα ήταν σοβαρές, ιδίως για ευρωπαϊκές χώρες που στράφηκαν μαζικά στο LNG, όπως η Γερμανία. Η χώρα έσπευσε να κατασκευάσει τερματικά LNG όταν στερήθηκε το ρωσικό αέριο, με αποτέλεσμα να εξαρτάται από τις εν λόγω εισαγωγές για να καλύψει τη ζήτηση. Πάντως, προς το παρόν η αγορά αερίου παραμένει ήρεμη, με την τιμή στην Ευρώπη να έχει σταθεροποιηθεί κάτω από τα 30 ευρώ/MWh παρά την έξαρση των επιθέσεων στη Ερυθρά Θάλασσα.