Σκεπτικισμός φαίνεται πως κυριαρχεί σε ευρωπαϊκούς διπλωματικούς κύκλους σε σχέση με το αποτέλεσμα της Συνόδου Κορυφής ΕΕ–Κίνας, η οποία βρίσκεται σήμερα (07.12.23) σε εξέλιξη.
Οι αβεβαιότητες σε σχέση με τη Σύνοδο Κορυφής ΕΕ-Κίνας στο Πεκίνο μπροστά μας κάνουν τον “διάλογο για χάρη του διαλόγου” να μην είναι κακό πράγμα, λένε αναλυτές από το γερμανικό ινστιτούτο Merics, το οποίο εξειδικεύεται σε θέματα τα οποία αφορούν στην Κίνα.
Σημειώνεται πως η προηγούμενη Σύνοδος Κορυφής ΕΕ-Κίνας (Απρίλιος 2022) έγινε κοντά ένα μήνα μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία (τέλη Φεβρουαρίου 2022), ενώ η φετινή γίνεται λίγο μετά την έκρηξη του πολέμου στη Μέση Ανατολή. Ανάμεσα στα δύο αυτά πολεμικά γεγονότα, θα πρέπει να υπενθυμίσει κανείς την τελευταία σύνοδο του G7 (Μάιος 2023, Τόκιο), βασικό συμπέρασμα της οποίας, ήταν είναι ο έλεγχος των επενδύσεων των χωρών – μελών της G7 προς την Κίνα και όχι μόνο ο έλεγχος των κινεζικών επενδύσεων προς τις χώρες αυτές, όπως συνέβαινε μέχρι πρότινος.
Έπειτα, πραγματοποιήθηκε η σύνοδος κορυφής Κίνας-Γερμανίας (Ιούνιος 2023) και πιο μετά διατυπώθηκε η νέα στρατηγική της γερμανικής κυβέρνησης κεντρικό σημείο της οποίας είναι πως η μείωση της κρατικής ευθύνης για τα ρίσκα τα οποία μπορεί να αναλαμβάνουν οι γερμανικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Κίνα.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση προετοιμάστηκε για τη σύνοδο κορυφής ΕΕ-Κίνας, σύμφωνα με το Merics, με ένα σύνθημα: “περιορισμένες προσδοκίες”.
Η ιδέα ότι το σήμα κατατεθέν μιας επιτυχημένης συνόδου κορυφής είναι μια μακροσκελής και ουσιαστική κοινή δήλωση έχει περάσει ανεπιστρεπτί, τονίζουν οι ίδιοι αναλυτές.
Είναι καιρός για ρεαλισμό, αποχρώσεις και πολυπλοκότητα και από τις δύο πλευρές, συμπληρώνεται. Ο διάλογος για χάρη του διαλόγου δεν είναι ίσως και τόσο κακό αποτέλεσμα υπό τις παρούσες συνθήκες, λένε από το Merics.
Η ΕΕ συναντιόταν πάντα με την Κίνα με «καλή πίστη», όπως δήλωσε πρόσφατα η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Oύρσουλα φον ντερ Λάιεν (Ursula von der Leyen) στο Ευρωπαϊκό Συνέδριο για την Κίνα του ECFR-MERICS. Δεν υπάρχουν αυταπάτες για την επίλυση των μεγάλων ζητημάτων, αλλά τουλάχιστον μια ελπίδα εξομάλυνσης των τραχειών άκρων των διμερών σχέσεων.
Η Κίνα επιθυμεί μια “ευχάριστη στιγμή” με την Ευρώπη στο Πεκίνο, έστω και με πασπαλίσματα για την 20ή επέτειο της συνολικής στρατηγικής εταιρικής σχέσης ΕΕ-Κίνας, αναφέρουν αναλυτές από το Merics. Το Πεκίνο θα ήθελε να δει μια διόρθωση της πορείας των σχέσεων ΕΕ-Κίνας ενόψει του 2024, ενός έτους αναταραχών και αβεβαιοτήτων ενόψει των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ. Η Κίνα δεν έχει την πολυτέλεια να χάσει την Ευρώπη.
Ο προσωπικός χρόνος που θα περάσουν οι Ευρωπαίοι ηγέτες με τον Κινέζο πρόεδρο, η διευκόλυνση της έκδοσης βίζας για περιορισμένο αριθμό χωρών και η εκπληκτική άρση των εμπορικών φραγμών που επιβλήθηκαν στη Λιθουανία θα ευνοήσουν την καλή ατμόσφαιρα. Αλλά η Κίνα είχε σαφώς περισσότερα να προσφέρει στις ΗΠΑ κατά τη συνάντηση του Σι Τζινπίνγκ και του Τζο Μπάιντεν στο Σαν Φρανσίσκο, αναφέρουν αναλυτές του Merics.
Αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και μείωση των επιπτώσεων
Η Κίνα έχει δύο επιθυμίες για την Ευρώπη: Η ΕΕ και η Κίνα να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη για να αποφευχθεί η συνεχιζόμενη καθοδική πορεία των διμερών σχέσεων και η στρατηγική της ΕΕ για την απομείωση των κινδύνων να μην βλάψει τις φιλοδοξίες της Κίνας. Για την Κίνα, η Ευρώπη παραμένει μια μεταβλητή στη σχέση της με τις ΗΠΑ.
Με την οικονομική ανάπτυξη στο 4%, τις κοινωνικοοικονομικές προκλήσεις, όπως η ανεργία, ο αποπληθωρισμός, και τα ανάμεικτα μηνύματα από την κινεζική κυβέρνηση σχετικά με τον καλύτερο τρόπο αντιμετώπισης, οι ξένες επενδύσεις εγκαταλείπουν κυρίως την Κίνα και οι εταιρείες πρέπει να καθησυχαστούν.
Το Πεκίνο χρειάζεται τις ευρωπαϊκές εταιρείες να παραμείνουν στην Κίνα. Η Ευρώπη θα συμβάλει επίσης στην επίτευξη του στρατηγικού στόχου της Κίνας για το 2035 να καταστεί τεχνολογικός ηγέτης, επιτυγχάνοντας αυτοδυναμία. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό τώρα που η αγορά των ΗΠΑ κλείνει.
Η Κίνα θέλει να αποτρέψει την ΕΕ από το να γίνει πιο προστατευτική και από το να οπλοποιήσει τις εμπορικές και οικονομικές της σχέσεις. Μηνύματα ανησυχίας και αγωνίας θα παραδοθούν στην Ευρώπη.
Ταυτόχρονα, η κινεζική ηγεσία δεν θέλει να αναγνωρίσει τη συσχέτιση μεταξύ αυτών των αμυντικών μέτρων και της ασυμμετρίας στο άνοιγμα της αγοράς. Η κινεζική πλευρά δεν έχει καμία πρόθεση να αντιμετωπίσει τις διαρθρωτικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ευρώπη στα ζητήματα εμπορίου και οικονομίας με την Κίνα. Σε αυτή τη σύνοδο κορυφής, η ΕΕ είναι πιθανό να αυξήσει το τίμημα που πρέπει να πληρώσει για τη συνέχιση αυτής της πρακτικής από την Κίνα.
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν επανειλημμένα δηλώσει στους Κινέζους ομολόγους τους ότι “η μείωση του κινδύνου δεν σημαίνει αποσύνδεση” και ότι η Ευρώπη δεν γίνεται προστατευτική. Το Πεκίνο μπορεί να συμβιβαστεί με αυτό, αρκεί να μην αποβεί εις βάρος των παγκόσμιων φιλοδοξιών του. Η σύνοδος κορυφής θα είναι η ευκαιρία να εξηγηθούν αυτά τα πράγματα για άλλη μια φορά.
Η Κίνα σκοπεύει να αξιοποιήσει την αγορά της ΕΕ, αλλά το ερώτημα παραμένει τι έχει να προσφέρει η Κίνα. Εάν το Πεκίνο δεν ήταν πρόθυμο να προσφέρει παραχωρήσεις σε διαρθρωτικά ζητήματα στις ΗΠΑ, δύσκολα θα κάνει διαφορετική προσφορά στις Βρυξέλλες. Αντιθέτως, θα προσπαθήσει να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη στο επιχειρηματικό περιβάλλον και να κρατήσει τις ευρωπαϊκές εταιρείες στην Κίνα, παρέχοντας περιορισμένη πρόσβαση στην αγορά και αντιμετωπίζοντας τις ανησυχίες των εταιρειών.
Περιορισμός των παγκόσμιων αντιπαραθέσεων
Η Κίνα έχει παραιτηθεί από την Ευρώπη που υιοθετεί την άποψή της για τον κόσμο, όπως αυτή εκφράζεται σε πρωτοβουλίες όπως η “Πρωτοβουλία Ζώνη και Δρόμος”, και η Ευρώπη δεν θα επιτρέψει στην Κίνα να συζητήσει την ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφαλείας. Ωστόσο, το Πεκίνο έχει ισχυρό συμφέρον να διαμορφώσει την ευρωπαϊκή αντίδραση στην παγκόσμια διεκδικητικότητά του.
Η Κίνα γνωρίζει ότι ο επιθετικός πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας θα τεθεί επί τάπητος στη σύνοδο κορυφής, αναφέρουν ομιλητές του Merics. Το Πεκίνο έχει επιτέλους κατανοήσει ότι το ζήτημα θα έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στις σχέσεις, συμπληρώνουν. Ωστόσο, ο πρόεδρος Σι είναι απίθανο να κινηθεί στο θέμα αυτό, δεδομένης της εταιρικής σχέσης “χωρίς όρια” με τη Ρωσία. Η ΕΕ θα πρέπει να επικεντρωθεί στο να πείσει την Κίνα να εμπλακεί με την Ουκρανία και να φροντίσει για τις κινεζικές εταιρείες που παραβιάζουν τις κυρώσεις.
Η κατάσταση στο Στενό της Ταϊβάν είναι ένα άλλο θέμα διαμάχης για τις δύο πλευρές: Είναι πολύ πιθανό ότι το Πεκίνο θα αρνηθεί να συζητήσει για τις σχέσεις μεταξύ των στενών με τους Ευρωπαίους, οι οποίοι ανησυχούν για πιθανή κλιμάκωση στην περιοχή. Για την Κίνα, αυτή η έντονη συζήτηση προορίζεται για τις ΗΠΑ.
Υπάρχει μια πιο θετική δέσμευση όσον αφορά τη συνεργασία μεταξύ της Κίνας και της ΕΕ για τις παγκόσμιες προκλήσεις. Από την ελάφρυνση του χρέους, τη μεταρρύθμιση του ΠΟΕ έως την κλιματική αλλαγή – η Ευρώπη έβλεπε πάντα πολλούς τομείς για πολυμερή συνεργασία με την Κίνα, ακόμη και αν το Πεκίνο έχει μείνει μέχρι στιγμής πίσω. Μια δήλωση για το κλίμα, όπως η δήλωση Σι-Μπάιντεν στην Καλιφόρνια, μπορεί να αποτελέσει μια διέξοδο προς τα εμπρός.
Ζητούμενη η διατήρηση της επαφής
Συνολικά, η κινεζική πρόταση προς την ΕΕ ενόψει αυτής της συνόδου κορυφής παρουσιάζει αναντιστοιχία. Από τη μία πλευρά, η Κίνα έχει κάνει μόνο περιορισμένες, αν όχι ανύπαρκτες, προσφορές στην Ευρώπη. Από την άλλη πλευρά, οι εκπρόσωποί της σε όλη την ήπειρο έχουν ασκήσει έντονες πιέσεις σε όλες τις πρωτεύουσες για να καταστήσουν τη σύνοδο κορυφής επιτυχή, προβάλλοντας την 20ή επέτειο της στρατηγικής εταιρικής σχέσης ΕΕ-Κίνας.
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες μπορεί κάλλιστα να καταλήξουν στο Πεκίνο για μια ευχάριστη στιγμή με την κινεζική ηγεσία και χωρίς να κερδηθούν πόντοι πέρα από μια φωτογραφία και μερικά δύσκολα μηνύματα που ελπίζουμε να μεταφερθούν:
Πρώτον, καθώς οι επερχόμενες εκλογές στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη προκαλούν αβεβαιότητα, η ΕΕ θα παραμείνει σταθερή απέναντι στην Κίνα: θα συνεργαστεί με τις ΗΠΑ και θα προσφέρει χώρο στην Κίνα όταν τα συμφέροντα συγκλίνουν.
Δεύτερον, η Ευρώπη ανησυχεί για τις αθέμιτες οικονομικές πρακτικές της Κίνας και το κλείσιμο της κοινωνίας της. Η Ευρώπη θα προστατεύσει την αγορά της και τους πολίτες της εάν δεν αντιμετωπιστούν αυτά τα προβλήματα. Τέλος, η ΕΕ δεν έχει παραιτηθεί από την Κίνα και είναι καιρός να το συνειδητοποιήσει το Πεκίνο, σύμφωνα με τους ίδιους αναλυτές.