Προχθές (5.2.2024) η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) παρουσία του Διοικητή της κ. Στουρνάρα, της Προέδρου της Δημοκρατίας, του Πρωθυπουργού, του Υπουργού Οικονομικών και πολλών άλλων επισήμων παραγόντων του κράτους και της Τράπεζας, παρουσίασε το εκσυγχρονισμένο θησαυροφυλάκιό της.
Όπως εξήγησε ο διοικητής της ΤτΕ, αρκετά υπερήφανος για το αποτέλεσμα, σ’ αυτό το θησαυροφυλάκιο φυλάσσεται σχεδόν ο μισός από τον χρυσό που διαθέτει το ελληνικό δημόσιο, μετά την συμβολή της Ελλάδας στα αποθέματα χρυσού της ΕΚΤ. Το άλλο μισό όπως εξήγησε βρίσκεται σε 2 – 3 θησαυροφυλάκια εκτός Ελλάδος.
Από την ομιλία του αποσπούμε μία χαρακτηριστική φράση για το γιατί αποθησαυρίζεται τόση ποσότητα χρυσού, αφού πλέον τα εθνικά νομίσματα μαζί και το ευρώ, έχουν πάψει να «αντικρίζονται» σε χρυσό, με την κατάργηση (μάλλον κατάρρευση) της Συμφωνίας του Μπρέτον Γούντς τον Αύγουστο του 1971.
Όπως υποστήριξε, αυτό είναι αναγκαίο γιατί «Για τους πολίτες, δεν αποτελεί πλέον μέσο συναλλαγών, αλλά καταφύγιο αξίας σε συνθήκες αβεβαιότητας και κρίσης. Δεν είναι τυχαίο ότι η ζήτηση χρυσού εκτοξεύθηκε την περίοδο της μεγάλης χρηματοπιστωτικής κρίσης…».
Πράγματι το 2023 η ζήτηση και η αγορά χρυσού σε φυσική κυρίως μορφή έχει εκτοξευθεί στα υψηλότερα επίπεδα από το 2011. Μόνο που η ζήτηση αυτή δεν αφορούσε βασικά τους πολίτες, αλλά κυρίως τις Κεντρικές Τράπεζες. Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές στο ακόλουθο διάγραμμα που προβλέπει συνέχεια στην τάση αυτής και το 2024.
Γιατί όμως συμβαίνει αυτό αφού τα νομίσματα έχουν απαλλαχθεί από την βαριά σκιά του εδώ και πάνω από 50 χρόνια;
Η απάντηση βρίσκεται βέβαια στην νομισματική ιστορία αυτού του μισού αιώνα και κυρίως στις πολιτικές νομισματικής χαλάρωσης και κατακερματισμού του νομισματικού συστήματος, ιδιαίτερα μετά την κρίση του 2008. Στο διάστημα αυτό όπως έλεγε και ο πρόεδρος της Fed, Άλαν Γκρίνσπαν, ο χρυσός δεν εξαφανίσθηκε.
Αντίθετα παρέμεινε σαν το μοναδικό παγκόσμιο νόμισμα που δεν χρειάζεται «αντισυμβαλλόμενο» για να ορισθεί η αξία του. Όπως έλεγε ο Αμερικανός συνάδελφος του κ. Στουρνάρα, «ο χρυσός είναι το κυρίαρχο παγκόσμιο νόμισμα. Είναι το μοναδικό, μαζί με το ασήμι, που δεν χρειάζεται αντισυμβαλλόμενο εγγυητή», γιατί είναι ο ίδιος η αξία του.
Για τον λόγο αυτό λοιπόν και κατά τον κ. Στουρνάρα, ο χρυσός παραμένει «καταφύγιο αξίας σε συνθήκες αβεβαιότητας και κρίσης. Δεν είναι τυχαίο ότι η ζήτηση χρυσού εκτοξεύθηκε την περίοδο της μεγάλης χρηματοπιστωτικής κρίσης…». Τα νούμερα άλλωστε μιλούν από μόνα τους τόσο στο προαναφερθέν διάγραμμα ζήτησης χρυσού, όσο και στους πίνακες αγοράς και πώλησης χρυσού με την μορφή χρυσών λιρών από την Τράπεζα της Ελλάδος.
Μόνο που σ’ αυτές τις τιμές παρατηρεί κανείς κάτι εξαιρετικά αξιοπερίεργο. Η τιμή αγοράς της χρυσής λίρας από την ΤτΕ και η τιμή πώλησης απέχουν όσο η γη με τον …ουρανό. Η διαφορά, δηλαδή το κέρδος της ΤτΕ, ανάμεσα στην αγορά και την πώληση κινείται σε επίπεδα διψήφια, πάνω από 20%.
Και το ερώτημα είναι γιατί αφού η ΤτΕ αναγνωρίζει ότι παραμένει ένα «καταφύγιο αξίας σε συνθήκες αβεβαιότητας και κρίσης» το αγοράζει τόσο φθηνά και το πουλάει τόσο ακριβά και με τεράστιο κέρδος σε κάθε τέτοια συναλλαγή με τους πολίτες.
Ο κ. Γκρίνσπαν το παρουσιάζει σαν το κυριότερο παγκόσμιο νόμισμα που δεν χρειάζεται αντισυμβαλλόμενο, ο κ. Στουρνάρας το παραδέχεται σαν «καταφύγιο» σε καιρούς αβεβαιότητας και κρίσης. Γιατί τότε διατίθεται με τόσο μεγάλο ίσως και αποτρεπτικό για τον πολίτη κέρδος από πλευράς ΤτΕ;
Το ερώτημα που θέτει η ΤτΕ με τον τρόπο αυτό και τις τόσο διαφορετικές τιμές αγοράς και πώλησης είναι πολύ σημαντικό: Τελικά ποια από τις δύο τιμές του χρυσού είναι η πραγματική; Αυτή που αγοράζει η ΤτΕ την χρυσή λίρα ή αυτή που την πουλάει;
Εδώ πραγματικά το ενδιαφέρον στην απάντηση που θα μπορούσαμε να έχουμε, θα μπορούσε να κάνει τους ενδιαφερόμενους να ξεχάσουν και το διψήφιο κέρδος της ΤτΕ.
Το ερώτημα δεν είναι ρητορικό. Είναι πολύ πραγματικό και έχει να κάνει με την συσχέτιση της χρηματιστηριακής τιμής που διαμορφώνεται καθημερινά στα δύο χρηματιστήρια Λονδίνου και Νέας Υόρκης, με την τιμή της ουγκιάς του φυσικού χρυσού που αγόραζαν με τόση δυναμική οι Κεντρικές Τράπεζες το 2023 και κατά πως φαίνεται συνεχίζουν και το 2024 με ακόμα μεγαλύτερη ένταση.
Και εδώ γεννιέται ένα δεύτερο ερώτημα: Γιατί αυτή ανάγκη εκ νέου συσχέτισης των εθνικών νομισμάτων με χρυσό από τις Κεντρικές Τράπεζες; Μήπως γιατί είναι το κυρίαρχο «παγκόσμιο νόμισμα» (Γκρίνσπαν) που παραμένει «καταφύγιο αξίας σε συνθήκες αβεβαιότητας»;
Σ’ αυτή την περίπτωση το ερώτημα ποια είναι η «πραγματική» και «αρμόζουσα» τιμή της χρυσής λίρας σε Ευρώ, αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία. Ή για να αναποδογυρίσουμε το ερώτημα: ποια είναι η πραγματική αξία του Ευρώ σε χρυσό; Αυτή με την οποία την αγοράζει η ΤτΕ σε ευρώ, ή αυτή με την οποία την πουλάει ;