Σάββατο, 23 Νοε.
20oC Αθήνα

Το plan B για την Ελλάδα και ο παράγοντας Ντόναλντ Τραμπ

Φωτογραφία REUTERS
Φωτογραφία REUTERS

Το plan B των Ευρωπαίων για την Ελλάδα έχει ήδη πέσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και αν αποφασιστεί, θα τεθεί σε εφαρμογή το φθινόπωρο, μετά δηλαδή τις γερμανικές εκλογές… Το εναλλακτικό σχέδιο των Ευρωπαίων, πάντως, βγάζει από τη… δύσκολη θέση όλους τους “παίκτες” αλλά μένει να δούμε τι έχει να πει και ο παράγοντας “Ντόναλντ Τραμπ”.

Μετά το ναυάγιο του προηγούμενου Eurogroup και ενώ τίποτα δεν είναι πιθανό να αλλάξει μέχρι το επόμενο (στις 15 Ιουνίου), η Καθημερινή αναφέρει πως Ευρωπαίοι αξιωματούχοι έχουν ήδη αρχίσει να συζητούν το σχέδιο Β για την Ελλάδα, το οποίο θα μπορούσε να τεθεί σε εφαρμογή από το φθινόπωρο.

Το σχέδιο προβλέπει:

– Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν θα βρίσκεται πλέον στο «μπροστινό κάθισμα» του ελληνικού προγράμματος

– Η ελάφρυνση του χρέους θα καταλήξει να είναι μικρότερη

– Η Ελλάδα δεν θα χρειαστεί να εφαρμόσει όλα τα μέτρα που συμφωνήθηκαν για μετά τη λήξη του προγράμματος, στο οποίο επέμενε το ΔΝΤ.

Το σχέδιο συζητήθηκε, σύμφωνα με Ευρωπαίο αξιωματούχο, για πρώτη φορά στο περιθώριο του τελευταίου Eurogroup. Ένα από τα χαρακτηριστικά του είναι πως το φθινόπωρο, πριν ξεκινήσει η τρίτη αξιολόγηση, μπορεί να αποφασιστεί πως το ΔΝΤ δεν θα συμμετάσχει στο πρόγραμμα, καθώς η ελάφρυνση του χρέους που απαιτεί είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτήν που προτίθενται να δώσουν οι Ευρωπαίοι.

Έτσι, η Γερμανία, από τη μία, δεν θα χρειαστεί να προχωρήσει σε μία επώδυνη για αυτήν πολιτικά ελάφρυνση του χρέους και το ΔΝΤ, από την άλλη, θα κρατήσει την αξιοπιστία του – στους τεχνοκράτες του, στο διοικητικό του συμβούλιο, αλλά και στις αγορές– καθώς θα αποδείξει πως δεν λυγίζει σε πολιτικές πιέσεις όταν τα νούμερα «δεν βγαίνουν».

Και εδώ μπαίνει ο παράγοντας «Τραμπ». Η νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει κάνει τα στελέχη του Ταμείο να αισθάνονται πως βρίσκονται συνεχώς στο… μικροσκόπιο. Μία συμμετοχή σε ένα πρόγραμμα που δεν τηρεί τα αυστηρά κριτήρια του ΔΝΤ, θα δεχόταν ακόμα και την κριτική της αμερικανικής κυβέρνησης, γεγονός που θα συνιστούσε πλήγμα για τη διοίκηση του Ταμείου.

Η ρητορική του Τραμπ ότι οι ΗΠΑ «δεν θα πληρώνουν ευρωπαϊκούς λογαριασμούς» αυξάνει την πίεση στο ΔΝΤ που είναι χωρισμένο στα δυο: από τη μια οι τεχνοκράτες υποστηρίζουν ότι δεν πρέπει να συμμετάσχουν σε ένα νέο ελληνικό πρόγραμμα, από την άλλη η διοίκηση έχει αντίθετη άποψη. Ακόμα και το γεγονός ότι το πρόγραμμα της Ελλάδας, στο οποίο αναμένεται να συμμετάσχει, είναι μόνο ενός έτους και όχι τριών, όπως συνηθίζει το ΔΝΤ, αποτελεί υποχώρηση, σύμφωνα με ορισμένα στελέχη του Ταμείου.

Όταν ο Τόμσεν “πρόδωσε” τον Σόιμπλε

Όλα αυτά ενώ στο τελευταίο Eurogroup κλονίστηκε η καλή σχέση που είχαν ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε με τον εκπρόσωπο του ΔΝΤ Πολ Τόμσεν. Όπως αναφέρει το δημοσίευμα, ο Γερμανός ένιωσε… προδομένος γιατί εκείνος δέχτηκε να κάνει υποχωρήσεις και να δεχτεί την επέκταση των ωριμάνσεων των δανείων του EFSF από 0-15 χρόνια και πλεονάσματα κοντά στο 2% αντί για 2,6% που ήταν η αρχική του θέση, αλλά ο Τόμσεν δεν έκανε το ίδιο.

«Εκεί έγινε ξεκάθαρο ότι το Ταμείο δεν είναι διατεθειμένο να διαπραγματευθεί περαιτέρω και πρέπει πλέον να σκεφτούμε την εναλλακτική που δεν θα περιλαμβάνει τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα», λέει αξιωματούχος στην Καθημερινή.

Αν όντως αποχωρήσει το Ταμείο, τότε θα πρέπει να καταρτιστεί ένα καινούργιο πρόγραμμα αντικαθιστώντας το υφιστάμενο. Στο νέο πρόγραμμα που δεν αναμένεται να έχει νέα μέτρα, η επίβλεψη της εφαρμογής του θα περάσει σε γερμανικά χέρια, κάνοντας το νέο πρόγραμμα εξίσου δύσκολο, αν όχι δυσκολότερο από το αν συμμετείχε το Ταμείο.

Αν το ΔΝΤ δεν είναι στο πρόγραμμα, κάποια από τα μέτρα που απαίτησε και ψήφισε προκαταβολικά η Βουλή για να εφαρμοστούν, εφόσον χρειαστεί, μετά τη λήξη του προγράμματος, δεν θα εφαρμοστούν. Αν το σχέδιο γίνει δεκτό, οι Ευρωπαίοι αναμένεται να δεχθούν να μη γίνουν οι περικοπές συντάξεων ύψους 1% του ΑΕΠ το 2019, αλλά να διατηρήσουν τη μείωση του φορολογικού ορίου που απαίτησε το ΔΝΤ και αναμένεται να τεθεί σε εφαρμογή το 2020.

Πηγή: Καθημερινή

Οικονομία Τελευταίες ειδήσεις

Σχολιάστε