Η ανατροπή του κλίματος και της ατμόσφαιρας συμφωνίας που είχε δημιουργηθεί πριν από την άτυπη Σύνοδο Κορυφής, για τον «διορισμό» της Φον ντερ Λάϊνεν και των άλλων, ήταν χθες βράδυ (17.6.2024) απότομη, πολύ απότομη.
Όλα είχαν στηθεί έτσι ώστε να θεωρείται βέβαιη για πρώτη φορά τόσο γρήγορα, η τοποθέτηση των επικεφαλής της Κομισιόν, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, του Ευρωκοινοβουλίου και του επικεφαλής των εξωτερικών σχέσεων της Ε.Ε.
Και όλα κατέρρευσαν πριν καν αλλάξει η μέρα, χθες τα μεσάνυχτα, ακυρώνοντας την συνήθη παρατεταμένη μέχρι πρωίας διαπραγμάτευση των 27, μέχρι να κουρασθούν και να πουν το ναι και οι τελευταίοι…
Ο λόγος που υπήρχε αυτή η ψευδής, όπως αποδείχθηκε, βεβαιότητα ότι όλα ήταν έτοιμα και συμφωνημένα, ήταν ότι παρά τα αποτελέσματα της Κυριακής (9.6.2024) στις Ευρωεκλογές και τις γαλλικές αναταράξεις που ακολούθησαν, ο γαλλογερμανικός άξονας, ήτοι η στρατηγική συμμαχία χριστιανοδημοκρατών και σοσιαλδημοκρατών, ήταν ακόμα αρραγής. Αλλά τελικά δεν ήταν.
Αντίθετα οι χριστιανοδημοκράτες εκτίμησαν ότι η πλάστιγγα έγειρε προς το μέρος τους, μετά την κατάρρευση του Σολτς στις Ευρωεκλογές και θα μπορούσαν έτσι να εκβιάσουν για μία μονομερή συμφωνία που θα περιορίζει τους σοσιαλδημοκράτες σε 2,5 χρόνια ανάληψης της θέσης του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Οι σοσιαλδημοκράτες το απέρριψαν και τότε όλα ξαναμπήκαν στο τραπέζι από όλους. Προς επαναδιαπραγμάτευση. Ακόμα και η Μελόνι ήθελε περισσότερα… Ταυτόχρονα όμως αυτό που «έφυγε» από το τραπέζι, ήταν το βασικό στοιχείο που κρατούσε τον γαλλογερμανικό άξονα σταθερό μέχρι σήμερα, ήτοι την στρατηγική συμφωνία των δύο, χριστιανοδημοκρατών και σοσιαλαδημοκρατών.
Και ΕΕ χωρίς γαλλογερμανικό άξονα να «ορίζει» τις στρατηγικές αποφάσεις δεν υπάρχει. Ή για την ακρίβεια αν υπάρχει πρέπει να ανασυγκροτηθεί στην βάση μιας άλλης διαφορετικής και ανύπαρκτης προς το παρόν στρατηγικής «συμμαχίας».
Θα κάνουν πίσω οι χριστιανοδημοκράτες ή θα αναζητήσουν αυτή την νέα σχέση «νέας» ισορροπίας στο εσωτερικό της ΕΕ; Σ’ αυτό το ερώτημα οι απαντήσεις πρέπει να έχουν βρεθεί, στο πολιτικό και οικονομικό επίπεδο, το αργότερο τις επόμενες εβδομάδες καθώς στο ίδιο χρονικό διάστημα θα αναδειχθεί και το «νέο» πολιτικό σκηνικό της Γαλλίας, που κανείς ακόμα δεν μπορεί να προδιαγράψει… Το ερώτημα βέβαια παραμένει.
Η μεταπολεμική Ε.Ε. από τα πρώτα βήματα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα, μέχρι το Σύμφωνο Μάαστριχτ και το ευρώ στηρίχθηκε στην μεταπολεμική ισορροπία δυνάμεων μεταξύ Παρισιών και Βερολίνου.
Στον περιβόητο γαλλογερμανικό άξονα, αυτόν που οι τελευταίες Ευρωεκλογές έθεσαν στην σεισμική δοκιμασία της πολιτικής ήττας, σε οικονομικές συνθήκες που ελάχιστα απέχουν από εκείνες μιας νέας κρίσης χρέους. Η χθεσινή «ανατροπή» της προσυμφωνίας για την ανανέωση ηγετικών θέσεων στην ΕΕ ήταν μια ισχυρή προειδοποίηση για την νέα κατάσταση που έχει ήδη εισέλθει η ΕΕ.
Τα όσα θα συμβούν στην Σύνοδο Κορυφής στα τέλη Ιούνη και κυρίως όσα θα ακολουθήσουν στις γαλλικές εκλογές, θα κρίνουν όχι απλά την επόμενη ημέρα της ΕΕ, αλλά κυρίως θα μεταφέρουν το επίπεδο δοκιμασίας στα θεμέλια της ΕΕ, ήτοι στο ευρώ. Και εκεί θα φανεί το κατά πόσο η ΕΚΤ είναι σε θέση και αυτή την φορά όπως το 2012, θα οικοδομήσει αναχώματα ικανά να κρατήσουν το ευρώ στα πόδια του.
Πολύ περισσότερο μάλιστα που το μεγάλο σοκ, δεν είναι αυτά που έχουν συμβεί, αλλά εκείνα που έρχονται τον Νοέμβριο, αν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις για την επιστροφή Τράμπ στην Ουάσιγκτον.