Αίφνης από το ναδίρ στο ζενίθ της ευφορίας βρέθηκε η ευρωζώνη μετά την πετυχημένη έκδοση ομολόγων όλων των υπερχρεωμένων χωρών, μεταξύ των οποίων κι η Ελλάδα.
Και κυρίως μετά την υποχώρηση των πιέσεων των αγορών υπό την διαφαινόμενη απόφαση της Ευρωπαϊκής Ενωσης, με την έγκριση του Βερολίνου, να διαμορφώσει τις συνθήκες εκείνες, που πρέπει για να αντιμετωπιστεί το μείζον πρόβλημα χρέους, που αντιμετωπίζουν πλέον πολλές χώρες της ευρωζώνης, με χειρότερη την περίπτωση της Αθήνας.
Όμως αυτή η ευφορία μπορεί να αποδειχθεί παραπλανητική. Πράγματι στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο, έστω κι αν όχι με τον ίδιον ακριβώς τρόπο, έχουν αρχίσει να αντιλαμβάνονται ότι το πρόβλημα είναι μεγάλο κι απειλεί ευθέως με κατάρρευση το ευρώ. Γι’ αυτό, έστω κι εκόντες άκοντες, οι γερμανοί δείχνουν να συμφωνούν με την αναγκαιότητα να στηριχτεί αποφασιστικά το ενιαίο νόμισμα. Μπορεί να μην επιδεικνύουν τον ίδιο ενθουσιασμό με τους αξιωματούχους της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπως είναι ο πρόεδρος της Επιτροπής Ζοζέ Μπαρόζο και ο αρμόδιος επίτροπος Ολι Ρεν (χαρακτηριστική ήταν η έντονη αντίδραση του γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόφγκανγκ Σόϊμπλε για την σπουδή, που επέδειξαν οι δύο ευρωπαίοι αξιωματούχοι να προαναγγείλουν την διεύρυνση του μηχανισμού διάσωση). Αλλά είναι βέβαιο ότι τουλάχιστον για πολιτικούς κι ιστορικούς λόγους, όπως γράφουμε εδώ κι αρκετές εβδομάδες, η κυβέρνηση του Βερολίνου αντελήφθη ότι πρέπει να διαδραματίσει αποτελεσματικά τον ηγεμονικό της ρόλο στην Ευρώπη.
Κι επειδή διαθέτει την μακράν πλέον ισχυρή οικονομία στην Ευρώπη, σε συνδυασμό με την πρωτοφανή ανάπτυξη, που παρουσιάζει (την μόνη τόσο δυναμική στην γηραιά ήπειρο) φαίνεται ότι καταλήγει στην απόφαση να στηρίξει τους καταχρεωμένους εταίρους της. Για να διασώσει το ευρώ από τις αρπακτικές διαθέσεις των αγορών. Αλλά κυρίως για να διατηρήσει την συνοχή της Ε.Ε., που ευθέως πλέον απειλείται.
Όμως κάνουν μεγάλο λάθος όσοι ακρίτως σήμερα ισχυρίζονται ότι «περάσαμε τον κάβο». Αυτό δεν ισχύει Πρέπει να καταλάβουμε ότι οι γερμανοί δεν παρεμβαίνουν σήμερα, με όποια μορφή κι αν αυτή η παρέμβαση πάρει και που θα οδηγήσει στην σημαντική αύξηση της κυκλοφορίας του ευρώ, για να σώσουν την Ελλάδα η την Ιρλανδία η την Πορτογαλία. Αλλά για να σώσουν το κοινό νόμισμα και την Ε.Ε., επιβάλλοντας την ηγεμονία τους σε αυτήν. Συνεπώς, η περιοριστική πολιτική σε συνδυασμό με τις δυσκολίες δανεισμού για άλλους λόγους, πέραν της αποπληρωμής του χρέους μας, δεν θα μας επιτραπεί.
Η Ελλάδα για να συνεχίσει να επιβιώνει αξιοπρεπώς πρέπει να προχωρήσει αποφασιστικά στις μεταρρυθμίσεις της. Αλλά και να εξυγιάνει το Δημόσιο, να αλλάξει νοοτροπία και να βρει τον πραγματικό αναπτυξιακό της δρόμο. Αν όλα αυτά δεν γίνουν η Ελλάδα θα απομονωθεί και θα αφεθεί να καταρρεύσει μέσα στον συλλογικό μας παραλογισμό. Οποιος υπεύθυνος ηγέτης (αν υπάρχουν τέτοιοι) δεν το αντιλαμβάνεται προσφέρει πολύ κακές υπηρεσίες και στον εαυτό του αλλά και στον τόπο.
Πάλι όμως υπάρχουν αρκετοί αναλυτές, που δεν πιστεύουν ότι το πρόβλημα του χρέους στη Δύση γενικά και στην Ευρώπη ειδικότερα μπορεί να αντιμετωπισθεί αποφασιστικά. Ο Ζακ Ατταλί, σύμβουλος του προέδρου Μιττεράν κι επιφανής γάλλος σοσιαλιστής συγγραφέας, σε πρόσφατο βιβλίο του, επισημαίνει ότι « το σενάριο της δυτικής καταρρεύσεως είναι εξαιρετικά φερέγγυο. Και πολλοί δεν το περίμεναν, όπως παλιότερα δεν περίμεναν την κατάρρευση της Γένοβας, της Βενετίας η της Μαδρίτης. Όμως, όπως και στο παρελθόν, η πυροδότηση αυτής της καταρρεύσεως μπορεί να προέλθει από το υπέρμετρο δημόσιο χρέος το οποίο κανονικά θα έπρεπε να μας είχε προσγειώσει στην πραγματικότητα». Πόσο επίκαιρη είναι η επισήμανση αυτή του κ. Ατταλί, ιδίως για την χώρα μας και τους κατοίκους της.