Οι μεγάλες μεταπτώσεις στις αγορές από την μείζονα κρίση χρέους στη ζώνη του ευρώ μεταβάλλει συνεχώς τη διάθεση επενδυτών, οικονομικών παραγόντων αλλά και κυβερνήσεων
που διαπιστώνουν ότι την πρωτοφανή κρίση, που διέρχεται η οικονομία τους δυσκολεύονται έως αδυνατούν να αντιμετωπίσουν με αποτελεσματικότητα.
Ακόμα κι η ευφορία από την αρχική έγκριση του γερμανικού σχεδίου για την στήριξη του ευρώ με τη δημιουργία του ευρωπαϊκού μηχανισμού, που θα επιτρέψει σε χώρες με μεγάλο πρόβλημα χρέους, όπως η Ελλάδα, να το επαναγοράσουν, σύντομα εξανεμίστηκε γιατί η Ευρωπαϊκή Ενωση επιδεικνύει μεγάλη καθυστέρηση και μειωμένη αποφασιστικότητα, που συντηρεί την αισχροκέρδεια των αγορών. Αυτός είναι ο λόγος για την εκτόξευση των spread των ελληνικών αλλά και των πορτογαλικών ομολόγων αλλά και έπεσαν τα χρηματιστήρια, με πρώτο και χειρότερο το ελληνικό. Εκ των πραγμάτων, η κατάσταση αυτή θα συνεχισθεί για κάποιο διάστημα. Ισως και μετά την Σύνοδο Κορυφής της 25ης Μαρτίου, οπότε αναμένεται να ληφθούν οι οριστικές αποφάσεις από τους ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Αλλά και πάλι οι μεταπτώσεις, το σκωτσέζικο ντους δεν πρόκειται να σταματήσει. Γι’ αρκετό χρόνο.
Όμως σε κάθε περίπτωση, ακόμα κι όπως διαφαίνεται, το πρόβλημα του χρέους σε χώρες, όπως κυρίως η Ελλάδα, αντιμετωπισθεί, αυτό δεν σημαίνει ότι θα ξεπερασθούν τα προβλήματα των κατοίκων των χωρών αυτών. Αντιθέτως, για τα επόμενα χρόνια, η φτώχεια κι η ανεργία θα μεγαλώνουν. Με απροσδιόριστες ακόμα επιπτώσεις στην κοινωνική μας συνοχή. Καθώς οι κυβερνήσεις είτε του ΠΑΣΟΚ είτε η επόμενη, εφόσον ο Γιώργος Παπανδρέου δεν κατορθώσει να διατηρηθεί στην αμφίβολης αξίας εξουσία, που κατέχει, θα αγωνιούν να περιορίσουν τα δημοσιονομικά ελλείμματα και να κάμψουν τις κρατικές δαπάνες, αυτό θα έχει μεγάλες κι οδυνηρές επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία. Κι αυτό έχει ήδη διαφανεί με την εμπλοκή, που παρουσιάστηκε στις διαπραγματεύσεις με την τρόϊκα. Είναι προφανές ότι ούτε καν η δ’ δόση του δανείου, που την θεωρούσαμε ως δεδομένη ήταν.
Τελικά θα την πάρουμε. Αλλά η τρόϊκα πιέζει. Και πιέζει διότι η κυβέρνηση καθυστερεί, συχνά χωρίς πραγματικό λόγο, στις απαραίτητες διαρθρωτικές αλλαγές, που είναι υποχρεωμένη να εφαρμόσει. Αρκετοί υπουργοί καθυστερούν είτε γιατί δεν καταλαβαίνουν, είτε γιατί δεν μπορούν είτε γιατί ακόμα κι αντιδρούν για ιδεολογικούς η κομματικούς λόγους στην πολιτική, που καλούνται να εφαρμόσουν. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του ανοίγματος των κλειστών επαγγελμάτων, που σκαλώνει σε υπουργούς όπως ο επί της Δικαιοσύνης Χάρης Καστανίδης, αλλά των αλλαγών στις ΔΕΚΟ των Μεταφορών, όπου στο όνομα ενός «εξαντλητικού διαλόγου», που ουδέποτε πραγματοποιήθηκε, το επίμαχο νομοσχέδιο καθυστερεί κι εκκρεμεί επί δίμηνο με τρομακτικές επιπτώσεις και στην αξιοπιστία της κυβέρνησης προς την τρόϊκα αλλά κι όσον αφορά την ίδια την κοινωνία, που υφίσταται τις σκληρές επιπτώσεις από τις συνεχείς επί τόσες εβδομάδες απεργίες στα μέσα μεταφοράς.
Ολη αυτή η κατάσταση οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε κυβερνητική αποτυχία, εφόσον συνεχισθεί. Όχι γιατί δεν έπραξαν τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Αλλά γιατί δεν τις προχωρούν αποφασιστικά, γρήγορα κι ουσιαστικά. Κι αυτός είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος στην προσπάθεια της Ελλάδας να βγει από τον φαύλο κύκλο της ύφεσης, της μιζέριας και της υπανάπτυξης. Ακόμα κι αν τελικά αυτό καθαυτό το πρόβλημα του χρέους αντιμετωπισθεί. Ακόμα κι αν δεν χρεοκοπήσει τυπικά το ελληνικό κράτος. Θα έχουν χρεοκοπήσει προηγουμένως πολλά ελληνικά νοικοκυριά. Και πρωτίστως η ελληνική επιχειρηματικότητα.