Η προχειρότητα είναι «προτέρημα» της φυλής μας. Διαχρονικά οι Έλληνες έχουν αποδείξει ότι υστερούν σε ότι αφορά την χάραξη ενός πλάνου και την τυφλή υλοποίησή του. Όμως φαίνεται ότι και οι δανειστές, από την μακρά παραμονή τους στην Ελλάδα και η συναναστροφή τους με Έλληνες, χάλασαν και αυτοί. Παράδειγμα οι αποκρατικοποιήσεις.
Δεν μπορεί διαφορετικά να εξηγηθεί το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων που περιγράφουν στο αναθεωρημένο Μνημόνιο. Στόχοι που ακόμη και η πλέον καλοκουρδισμένη κρατική μηχανή του πλανήτη δεν θα μπορούσε να πιάσει. Ο λόγος είναι απλός. Για να πραγματοποιηθεί μία αποκρατικοποίηση χρειάζεται χρόνος, τουλάχιστον στον δυτικό κόσμο.
Πρέπει:
- να αναλάβει σύμβουλος,
- να αποφασιστεί η βέλτιστη διαδικασία,
- να προκηρυχθεί διεθνής διαγωνισμός σε δύο φάσεις (εκδήλωση ενδιαφέροντος, δεσμευτικές προσφορές),
- να αξιολογηθούν οι τελικές προτάσεις,
- να γίνουν οι απαραίτητοι έλεγχοι,
- να περάσουν από τα αρμόδια όργανα (ελληνικά και ευρωπαϊκά),
- να ανακηρυχθεί ο πλειοδότης,
- να ζητηθεί βελτίωση της προσφοράς
- να κατακυρωθεί ο διαγωνισμός,
- να υπογραφεί η σύμβαση,
- να περάσει από το Ελεγκτικό Συνέδριο και μετά …
- να πληρώσει το τίμημα ο νέος ιδιοκτήτης.
Άραγε υπάρχει κάποιος νοήμων που πιστεύει ότι θα υλοποιηθεί ο στόχος για έσοδα 2,75 δισ το 2018, όταν μάλιστα οι περισσότεροι από τους διαγωνισμούς, δεν έχουν καν περάσει το πρώτο στάδιο; Μάλλον όχι. Ας δούμε μερικούς εξ αυτών και τα προβλήματα που παρουσιάζονται.
ΔΕΗ
Στο κείμενο της συμφωνίας περιγράφεται ότι θα πουληθεί το 17% της ΔΕΗ και η προκήρυξη θα γίνει τον προσεχή Ιούνιο, εκτός αν βρεθεί κάποιο εναλλακτικό σχέδιο, αρκεί αυτό να έχει τα ίδια οικονομικά οφέλη για το Δημόσιο.
Στην πραγματικότητα, κυβέρνηση και δανειστές φέρονται να εξετάζουν ως μοντέλο αποκρατικοποίησης, την έκδοση ομολόγου, μετατρέψιμου στις προς πώληση μετοχές, δηλαδή το 17%, και αυτό με το σκεπτικό ότι η χαμηλή χρηματιστηριακή αξία της ΔΕΗ δεν ευνοεί την διάθεση του προβλεπόμενου πακέτου μέσω Χρηματιστηρίου. Σημειωτέον ότι ο προϋπολογισμός του 2018, ανέφερε έσοδα ύψους 100 εκατ. ευρώ από την πώληση του 17%.
Σύμφωνα πάντα με το ίδιο σκεπτικό, εφόσον ο διαγωνισμός των προς πώληση μονάδων της ΔΕΗ (Μελίτη Ι, Μεγαλόπολη 3 & 4, συν άδεια για κατασκευή Μελίτης ΙΙ), και των αντίστοιχων ορυχείων, προγραμματίζεται για τον Ιούνιο, σημαίνει ότι έως τότε θα έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία απόσχισής τους από τον περιουσιακό κορμό της ΔΕΗ. Αρα, σύμφωνα πάντα με αυτό το σχεδιασμό, θα υπάρχει για τους ενδιαφερόμενους επενδυτές μια καθαρή εικόνα για το εναπομείναν χαρτοφυλάκιο της επιχείρησης.
Τα παραπάνω φυσικά δεν είναι παρά σχέδια επί χάρτου για τρεις τουλάχιστον λόγους :
Πρώτον, γιατί μένει να φανεί κατά πόσο μια τόσο σύνθετη διαδικασία όπως η απόσχιση περιουσιακών στοιχείων από τη ΔΕΗ θα έχει ολοκληρωθεί έως τον Ιούνιο.
Δεύτερον, και κυριότερο, γιατί είναι εξαιρετικά σύνθετο έως αδύνατο να ξεκινήσουν ταυτόχρονα τον Ιούνιο δύο παράλληλοι διαγωνισμοί για τη ΔΕΗ : Ένας για την πώληση τεσσάρων μονάδων της, ο οποίος προγραμματίζεται για τον Ιούνιο, και ένας για την πώληση του 17% όπως αυτό υπολογίζεται επί της εναπομένουσας περιουσιακής της βάσης. Άλλωστε ακόμη και αν εκδηλωθεί ισχυρό ενδιαφέρον στο market test για τις προς πώληση μονάδες, αυτό θα επιβεβαιωθεί μόνο στην πράξη, δηλαδή όταν ολοκληρωθεί ο σχετικός διαγωνισμός. Αυτό καλώς εχόντων των πραγμάτων θα έχει γίνει προς τα τέλη του 2018. Τ
Τότε και μόνο τότε, θα είναι σαφές τι ακριβώς πουλήθηκε, και σε τι τίμημα, ώστε αυτό να αφαιρεθεί από το ενεργητικό της ΔΕΗ, προκειμένου να γίνει η αποτίμηση του, και να υπολογιστεί με ασφάλεια η αξία του 17% των μετοχών.
Τρίτον, γιατί εκτός από ενδεχόμενες ενδοκυβερνητικές και εσωκομματικές αντιδράσεις, είναι σίγουρο ότι η ΓΕΝΟΠ θα κάνει ό,τι μπορεί για να μπλοκάρει όλα τα παραπάνω. Έχει ήδη προαναγγείλει κινητοποιήσεις με καταλήψεις και απεργίες, ταυτόχρονα με προσφυγές στη δικαιοσύνη, μόλις κατατεθεί στη Βουλή η συμφωνία για τις μονάδες, δηλαδή κάπου γύρω στο Μάρτιο.
ΕΛΠΕ
Όπως και στη περίπτωση της ΔΕΗ, έτσι και στα ΕΛΠΕ, το συμπληρωματικό μνημόνιο αναφέρει ότι το Δημόσιο μπορεί να διαθέσει μικρότερο του προβλεπόμενου ποσοστού 35%, υπό την προϋπόθεση ότι θα φέρει ισοδύναμο αποτέλεσμα.
Στην πράξη η παραπάνω διατύπωση φωτογραφίζει την παράλληλη πώληση μεριδίων τόσο του Δημοσίου, όσο και του βασικού μετόχου των ΕΛΠΕ, δηλαδή της Paneuropean του ομίλου Λάτση που ελέγχει το 45,47% της εταιρείας.
Προφανώς αυτό θα έλαβαν υπόψιν κυβέρνηση και θεσμοί, δηλαδή ότι ένας επενδυτής δεν έχει κανένα κίνητρο να διεκδικήσει το 35% του Δημοσίου, καθώς ακόμη και αν το αποκτήσει, δεν θα έχει πρόσβαση στο μάνατζμεντ, το οποίο θα παραμείνει στα χέρια του ισχυρότερου μετόχου.
Επιπλέον, η Paneuropean, έχει σε περίπτωση πώλησης του ποσοστού του Δημοσίου, το δικαίωμα της πρώτης προσφοράς με βάση την συμφωνία του 2003. Τούτο σημαίνει ότι το ΤΑΙΠΕΔ πριν κάνει το οτιδήποτε, οφείλει να απευθυνθεί πρώτα στον όμιλο Λάτση, ο οποίος και κρατά τα «κλειδιά» της ιδιωτικοποίησης των ΕΛΠΕ.
Είναι προφανές ότι η μόνη σοβαρή πιθανότητα να προχωρήσει αυτή η ιδιωτικοποίηση είναι μια παράλληλη πώληση ποσοστών, του Δημοσίου και της Paneuropean, και έτσι φαίνεται ότι αξιολογήθηκε από κυβέρνηση και δανειστές. Αρκεί φυσικά κάτι τέτοιο να έχει και τη σύμφωνη γνώμη της Paneuropean.
Το ερώτημα που τίθεται, και μένει να απαντηθεί, είναι κατά πόσο σε μια περίοδο ιστορικών ρεκόρ κερδοφορίας και παραγωγής για τα ΕΛΠΕ, θα θέλει ο βασικός τους μέτοχος να πουλήσει μέρος από το ποσοστό του. Εκτός και αν η απάντηση είναι ότι η εξαιρετικά θετική οικονομική συγκυρία δημιουργεί το έδαφος για σημαντικές υπεραξίες από την πώληση τμήματος του 45,47%. Αυτό όμως είναι κάτι που θα εκτιμηθεί από τον όμιλο Λάτση σε συνδυασμό με τις ευρύτερες εξελίξεις στην ενεργειακή αγορά, δηλαδή στον τομέα του φυσικού αερίου, των αγωγών, και των ερευνών υδρογονανθράκων. Αν τελικά η Paneuropean αποφασίσει να μην πουλήσει, τότε αναγκαστικά το 35% θα πρέπει να πουληθεί μέσω του χρηματιστηρίου.
ΔΕΠΑ
Στη ΔΕΠΑ η προκήρυξη του διαγωνισμού τοποθετείται τον Μάρτιο του 2018, οπότε και λήγει η προθεσμία να έχει ξεκαθαρίσει η θέση της στην λιανική αγορά του αερίου. Έως τότε θα πρέπει όχι μόνο να έχει η ΔΕΠΑ να έχει καταλήξει με τους σημερινούς μετόχους των ΕΠΑ, Shell, και Eni, σε κάποια συμφωνία αγοραπωλησίας ποσοστών, αλλά το κυριότερο, να την έχει εγκρίνει η Επιτροπή Ανταγωνισμού.