Ανθεκτική έναντι των εξωτερικών κραδασμών και με ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης είναι η ελληνική οικονομία, σύμφωνα με την έκθεση μεταπρογραμματικής εποπτείας, που η Κομισιόν πραγματοποιεί για κάθε χώρα που έχει περάσει από μνημόνια ανά έξι μήνες. Πρόοδος έχει συντελεστεί στο πεδίο των ιδιωτικοποιήσεων, αλλά και στο πεδίο των διαθρωτικών μεταρρυθμίσεων, χωρίς να λείπουν οι αστερίσκοι και οι κίνδυνοι που θα πρέπει η Ελλάδα να προσέξει.
Η έκθεση της Κομισιόν επισημαίνει πως μετά από την ισχυρή επέκταση της παραγωγής το 2022, η οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να μετριαστεί στα ακόλουθα έτη. Η ελληνική οικονομία επεκτάθηκε κατά 5,6% το 2022 ενώ το πραγματικό ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά 2,4% το 2023, 2,3% το 2024 και 2,2% το 2025. Οι πρόσφατες φυσικές καταστροφές αναμένεται να έχουν σχετικά μικρό αντίκτυπο στην αύξηση του ΑΕΠ το 2023, καθώς οι πληγείσες περιοχές αντιπροσωπεύουν περιορισμένο μερίδιο της συνολικής προστιθέμενης αξίας. «Κλειδί» για την ανάπτυξη, αναφέρει η Κομισιόν, είναι οι επενδύσεις οι οποίες υποστηρίζονται ιδιαίτερα από το Σχέδιο Ελλάδα 2.0, συνιστώντας την συνέχιση και εντατικοποίηση της εφαρμογής του.
Όσον αφορά στον πληθωρισμό, μετά την απότομη πτώση το πρώτο εξάμηνο του 2023, αναμένεται να συνεχίσει να μειώνεται, αν και με βραδύτερο ρυθμό, λόγω της φθίνουσας αρνητικής επίδρασης βάσης των προηγούμενων κλυδωνισμών στις τιμές της ενέργειας αλλά και της σταθερής αύξησης των μισθών εν μέσω αυστηρότερων συνθηκών στην αγορά εργασίας.
Σύμφωνα με την έκθεση, η απασχόληση προβλέπεται να αυξηθεί περαιτέρω, αν και με πιο ήπιο ρυθμό σε συνάρτηση με την οικονομική δραστηριότητα.
Βελτιωμένο είναι και το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών το οποίο μειώθηκε το 2023 και αναμένεται να μειωθεί τα επόμενα χρόνια. Ωστόσο, το εξωτερικό ισοζύγιο εξακολουθεί να αποτελεί αδύνατο σημείο της ελληνικής οικονομίας καθώς είναι πιθανό να παραμείνει σε σημαντικό έλλειμμα.
Καλή απόδοση βλέπει η Κομισιόν σο δημοσιονομικό ισοζύγιο στο οποίο προβλέπεται να σημειώσει σταθερό πρωτογενές πλεόνασμα έως το 2023. Το πρωτογενές ισοζύγιο αναμένεται να βελτιωθεί περαιτέρω σε σύγκριση με το 2022 και να φτάσει σε πλεόνασμα 1,1% του ΑΕΠ το 2023, λόγω της σημαντικής μείωσης του κόστους από τα μέτρα δημοσιονομικής στήριξης για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, ενώ σημειώνεται επιπλέον πως για την αντιμετώπιση των καταστάσεων έκτακτης ανάγκης από τις πρόσφατες φυσικές καταστροφές, η κυβέρνηση παρείχε άμεση στήριξη σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, αυξάνοντας έτσι τις δημοσιονομικές δαπάνες.
Το πρωτογενές πλεόνασμα αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω το 2024-2025 λόγω της συγκρατημένης αύξησης των δαπανών και της σταθερής αύξησης των εσόδων.
Ωστόσο, το ποσοστό ληξιπρόθεσμων οφειλών μειώθηκε, αλλά η μείωση ήταν άνιση: ενώ η πρόοδος ήταν ικανοποιητική στον τομέα των συντάξεων, το επίμονα υψηλό απόθεμα ληξιπρόθεσμων οφειλών στα νοσοκομεία και σε δημόσιες επιχειρήσεις απαιτεί διαρθρωτικές βελτιώσεις.
Η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων έχει σταματήσει το πρώτο εξάμηνο του 2023, μετά από σημαντική βελτίωση σε μονοψήφια επίπεδα τα τελευταία χρόνια.
Η αποτελεσματική αναδιάρθρωση του χρέους από τους πιστωτικούς φορείς και η αποτελεσματική λειτουργία της επιβολής του χρέους, σε συνδυασμό με τη λειτουργία της δευτερογενούς αγοράς για τα NPLs, θα είναι το κλειδί για την περαιτέρω μείωση τους και ως εκ τούτου για τη στήριξη της οικονομικής απόδοσης, επισημαίνει η Κομισιόν.
Θετική μνεία γίνεται ακόμα και για την διαχείριση των δημοσίων περιουσιακών στοιχείων η οποία γίνεται πιο αποτελεσματική με το νέο νόμο για τη διοίκηση των κρατικών επιχειρήσεων, ενώ αποδίδονται εύσημα για το γεγονός ότι οι ιδιωτικοποιήσες δεν παρεκκλίνουν από το σχέδιο.
Τέλος, δεν θα μπορούσε να μην αναφερθεί η αναβάθμιση της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου 2023, από δύο από τους τέσσερις οίκους αξιολόγησης που αναγνωρίζει η ΕΚΤ.
Οι κύριοι λόγοι για τις αναβαθμίσεις της Ελλάδας, όπως σχολιάζει η Κομισιόν, ήταν η διαρκής δέσμευση για δημοσιονομική ευθύνη, η ανθεκτική οικονομία και η εφαρμογή οικονομικών μεταρρυθμίσεων ενώ η χώρα είναι μία βαθμίδα κάτω από την επενδυτική βαθμίδα στους άλλους δύο οίκους αξιολόγησης.
Ως εκ τούτου στην ανάλυση βιωσιμότητας χρέους στην οποία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενσωματώνει στην έκθεση, κρίνει πως η Ελλάδα διατηρεί την ικανότητα να εξυπηρετήσει το χρέος της, παρά τις πολλές προκλήσεις και τους κινδύνους. Σύμφωνα με την ανάλυση, η Ελλάδα εκτιμάται ότι αντιμετωπίζει χαμηλούς κινδύνους βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, ενώ οι μεσοπρόθεσμοι κίνδυνοι φαίνεται να είναι υψηλοί λόγω του ακόμη υψηλού δείκτη χρέους προς ΑΕΠ. Οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της κυβέρνησης για την περίοδο 2023 έως 2025 είναι χαμηλές, λόγω των προβλεπόμενων σημαντικών πρωτογενών πλεονασμάτων και της μέτριας απόσβεσης του χρέους.