Οι συλλήψεις για χρέη στο Δημόσιο και φορολογικά αδικήματα έφτασαν τις 1.124 το εννιάμηνο του 2012, σύμφωνα με στοιχεία του Αρχηγείου της ΕΛΑΣ. Το συνολικό ποσό της οφειλής των συλληφθέντων προς το Δημόσιο ανέρχεται σε 1.551.772.343,07 ευρώ.
Στοιχεία που τηρούνται στην αρμόδια υπηρεσία του Αρχηγείου της ΕΛΑΣ (Διεύθυνση Δημόσιας Ασφάλειας) και δείχνουν ότι το εννιάμηνο του 2012 έγιναν 1.124 συλλήψεις για χρέη προς το Δημόσιο και λοιπά φορολογικά αδικήματα, διαβιβάστηκαν στη Βουλή από τον υπουργό Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, Νίκο Δένδια.
Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, «οι υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας χειρίστηκαν επιπλέον 202 υποθέσεις οφειλετών του Δημοσίου, στο πλαίσιο των οποίων εκδηλώθηκαν οι προβλεπόμενες από τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ενέργειες, χωρίς ωστόσο να πραγματοποιηθούν συλλήψεις των υπαιτίων, λόγω προηγούμενης διευθέτησης των χρεών τους προς το Δημόσιο, το συνολικό ποσό των οποίων ανέρχεται στα 60.091.642,63 ευρώ», ανέφερε ο κ. Δένδιας.
Το έγγραφο του υπουργού Δημόσιας Τάξης, το οποίο διαβιβάστηκε προς απάντηση ερώτησης του ανεξάρτητου βουλευτή Νίκου Νικολόπουλου, αναφέρει επίσης ότι «το υπουργείο, αρωγός στην προσπάθεια για την πάταξη των εγκλημάτων που τελούνται σε βάρος των συμφερόντων του Δημοσίου και της εθνικής οικονομίας, ενέταξε στην οργανωτική δομή της ΕΛΑΣ την υπηρεσία Οικονομικής Αστυνομίας και Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος».
Στην εν λόγω υπηρεσία λειτουργεί η Υποδιεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας, η οποία έχει ως αποστολή την πρόληψη, την έρευνα και την καταστολή οικονομικών εγκλημάτων και ιδίως αυτών που τελέστηκαν σε βάρος των συμφερόντων του Δημοσίου και της εθνικής οικονομίας ή εμφανίζουν τα χαρακτηριστικά του οργανωμένου εγκλήματος.
Ο κ. Δένδιας σημειώνει, επίσης, ότι στην Υποδιεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας υπάγεται διοικητικά και το Τμήμα Φορολογικής Αστυνόμευσης, το οποίο είναι αρμόδιο για τη δίωξη εγκλημάτων που αφορούν τη φορολογική και τελωνειακή νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένης και της απόκρυψης ή σκόπιμης αλλοίωσης φορολογητέας ύλης ή άλλων στοιχείων, προς τον σκοπό αποφυγής του φορολογικού ελέγχου ή μείωσης των προβλεπομένων από τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις φόρων και εισφορών, καθώς και της μη έκδοσης των προβλεπομένων αποδείξεων, δελτίων και παραστατικών κατά την πώληση και διακίνηση προϊόντων ή την προσφορά υπηρεσιών, κατά περίπτωση.