Διάταξη με την οποία προβλέπεται ότι οι υπάλληλοι με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου στο Δημόσιο που συνεχίζουν να απασχολούνται μετά την υποβολή αίτησης συνταξιοδότησής τους, διατηρούν το μισθολογικό κλιμάκιο που κατείχαν έως την υποβολή της αίτησης και δεν επιστρέφουν στο εισαγωγικό κλιμάκιο, προβλέπει νομοσχέδιο που έφερε σήμερα στη Βουλή το Υπουργείο Οικονομικών.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη ειδικά οι υπάλληλοι με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και συνεχίζουν να απασχολούνται μετά την υποβολή αίτησης συνταξιοδότησής τους, διατηρούν το μισθολογικό κλιμάκιο που κατείχαν έως την υποβολή της αίτησης και δεν εξελίσσονται μισθολογικά σε ανώτερο κλιμάκιο έως τη λύση της εργασιακής τους σχέσης.
Ποσά διαφορών μισθολογικών απολαβών που έχουν καταβληθεί, μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, σε υπαλλήλους με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου στο Δημόσιο εξαιτίας της μη κατάταξής τους στο εισαγωγικό κλιμάκιο μετά την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησής τους, δεν καταλογίζονται και, αν έχουν ήδη καταλογισθεί, δεν αναζητούνται.
Για τους εν ενεργεία δημοσίους υπαλλήλους που παράλληλα είναι και συνταξιούχοι, δεν υπολογίζεται το ποσό της σύνταξης που λαμβάνουν στο μισθολογικό καθεστώς τους.
Κατά τ΄ άλλα συνεχίζουν να ισχύουν οι προηγούμενες διατάξεις (άρθρο 11 του ν. 4354/2015), σύμφωνα με τις οποίες:
-
Για τη μισθολογική εξέλιξη των υπαλλήλων όλων των κατηγοριών, από κατώτερο σε ανώτερο μισθολογικό κλιμάκιο, απαιτείται υπηρεσία ως εξής:
– Για τους υπαλλήλους των κατηγοριών Υ.Ε. και Δ.Ε. Υπηρεσία 3 ετών σε κάθε μισθολογικό κλιμάκιο.
– Για τους υπαλλήλους των κατηγοριών Τ.Ε. και Π.Ε. υπηρεσία 2 ετών σε κάθε μισθολογικό κλιμάκιο.
-
Για τη μισθολογική εξέλιξη των υπαλλήλων από το κατώτερο μισθολογικό κλιμάκιο στο αμέσως ανώτερο, απαιτείται να έχει συμπληρωθεί ο καθορισμένος χρόνος υπηρεσίας στο κατώτερο μισθολογικό κλιμάκιο.
Η κατά την προηγούμενη παράγραφο εξέλιξη του υπαλλήλου γίνεται με πράξη του αρμόδιου για το διορισμό οργάνου, που δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Ως προϋπηρεσία, που αναγνωρίζεται για την εξέλιξη των υπαλλήλων, που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος, στα προβλεπόμενα μισθολογικά κλιμάκια, λαμβάνεται η υπηρεσία που προσφέρεται σε φορείς ων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και στους επίσημους θεσμούς και όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με σχέση εξαρτημένης εργασίας δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου αορίστου ή ορισμένου χρόνου. Για υπηρεσίες που παρέχονται με μειωμένο ωράριο εργασίας, αναγνωρίζεται για μισθολογική εξέλιξη τόσος χρόνος, όσος προκύπτει από το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των ωρών εργασίας δια του αριθμού των ωρών εβδομαδιαίας απασχόλησης που ισχύει για τον αντίστοιχο κλάδο υπαλλήλων.
Για τον υπολογισμό της αναγνωριζόμενης κατά τα προαναφερθέντα υπηρεσίας το έτος λογίζεται για 300 ημέρες, ο μήνας για είκοσι 25 ημέρες και η εβδομάδα για 6 ημέρες εργασίας. Επιπλέον, ως προς τη μισθολογική εξέλιξη των εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης λαμβάνεται υπόψη η συνολική εκπαιδευτική τους υπηρεσία σε σχολεία της Ιδιωτικής Εκπαίδευσης.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την αναγνώριση των ανωτέρω προϋπηρεσιών, είναι να μην έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί για τη χορήγηση καμίας άλλης οικονομικής παροχής ή αναγνώρισης συνταξιοδοτικού δικαιώματος.
Η αναγνώριση των ανωτέρω προϋπηρεσιών πραγματοποιείται με απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου ή άλλου αρμοδίου οργάνου και τα οικονομικά αποτελέσματα ισχύουν από την ημερομηνία υποβολής της σχετικής αίτησης και όλων των απαραίτητων δικαιολογητικών.