H απόφαση του Συμβουλίου της Επικράτειας (ΣτΕ) υπ’ αρ.1251/2024, με την οποία ουσιαστικά εξομοιώνεται η διαδικασία μοριοδότησης των ιδιωτικών με αυτήν των δημόσιων εκπαιδευτικών στα σχολεία, έχει προκαλέσει έντονη αναταραχή στο χώρο της εκπαίδευσης.
Η απόφαση αυτή έρχεται σε συνέχεια της πάγιας νομολογίας του ΣτΕ (ιδιαίτερα την απόφαση 622/2010), σύμφωνα με την οποία θα πρέπει ο νομοθέτης να πρέπει να θεσπίζει καλές εργασιακές σχέσεις, κατά το δυνατόν κοντά στο καθεστώς των υπηρετούντων εκπαιδευτικών στα δημόσια σχολεία, ώστε να αποφεύγεται το κύμα απολύσεων – παραιτήσεων, επισημαίνει με ανακοίνωσή της η Ομοσπονδίας Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών Ελλάδας (ΟΙΕΛΕ).
Όπως διαπιστώνει κανείς μελετώντας το κείμενο του ΣτΕ, προκαλούνται ανατροπές στο ζήτημα της προσμέτρησης της προϋπηρεσίας των ιδιωτικών εκπαιδευτικών, με αποτέλεσμα να προκύπτουν νέα δεδομένα στην κατάρτιση των νέων πινάκων ΑΣΕΠ της Ειδικής (2025) και της Γενικής (2026) Εκπαίδευσης.
Aπό πλευράς ΟΙΕΛΕ εκτιμάται ότι, παρά τους όποιους προβληματισμούς και ανησυχίες γεννιούνται από την απόφαση, δίδεται μια μεγάλη ευκαιρία, τόσο για την κυβέρνηση, όσο και για τους εργοδότες: Να διαμορφωθεί μια νέα νομοθετική κατάσταση στην ιδιωτική εκπαίδευση και να αποκατασταθούν ομαλές και αρμονικές συνθήκες στα σχολεία.
Η ΟΙΕΛΕ επισημαίνει στέκεται θετικά στην απόφαση του ΣτΕ, καθώς είχε σχετικό αίτημα και έτσι η προϋπηρεσία των εκπαιδευτικών στην ιδιωτική εκπαίδευση, με σειρά νόμων, αναγνωρίζεται ως δημόσια προϋπηρεσία.
Οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί εργάζονται σε ιδιωτικά σχολεία που βρίσκονται υπό την εποπτεία του Υπουργείου Παιδείας, έχουν διοριστήρια της πολιτείας, παρέχουν ακριβώς το ίδιο διδακτικό έργο, εκδίδουν βαθμολογίες και υπογράφουν προαγωγικούς και απολυτήριους τίτλους σπουδών, έχουν την ίδια μισθολογική εξέλιξη και αμείβονται τουλάχιστον με τις αποδοχές των ομοιοβάθμων τους δημόσιων εκπαιδευτικών, σημειώνει η ΟΙΕΛΕ.
Υπόκεινται, δε, στο ίδιο καθεστώς οργάνωσης και διοίκησης της εκπαίδευσης βάσει της κείμενης νομοθεσίας (Ν. 1566/85). Η απόφαση του ΣτΕ αποκαθιστά τη συνταγματική νομιμότητα, αίροντας τα εμπόδια αυτά και αποδίδοντας έτσι δικαιοσύνη, τονίζει η ΟΙΕΛΕ.
Τα θέματα, όμως, που θα δημιουργηθούν, είναι σημαντικά και συγκεκριμένα μαζική φυγή ιδιωτικών εκπαιδευτικών από πολλά ιδιωτικά σχολεία με αποτέλεσμα κάποια από αυτά να αντιμετωπίσουν προβλήματα λειτουργίας και αναστάτωση στους κόλπους των συναδέλφων μας αναπληρωτών.
Η εύκολη λύση, στην οποία ελπίζει η ΟΙΕΛ να μην καταφύγει η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, είναι η επιβολή ενός νέου συστήματος προσλήψεων που θα υποβιβάζει το ρόλο της προϋπηρεσίας (επί παραδείγματι, γραπτός διαγωνισμός του ΑΣΕΠ με το προσοντολόγιο να περνά σε δεύτερη μοίρα).
Αν το πράξει, πέραν του ότι ακυρώνει ουσιαστικά το βασικό προσόν εργασίας το οποίο ισχύει σε ολόκληρη την ΕΕ (την προϋπηρεσία), θα βρει απέναντί της σύσσωμη την εκπαιδευτική κοινότητα, τονίζει η ΟΙΕΛ.
Μόνη λύση η δημιουργία σταθερών και ποιοτικών εργασιακών σχέσεων στα ιδιωτικά σχολεία
Η ΟΙΕΛΕ είχε διεξάγει την έρευνα για το Big Quit το 2022, παρατηρώντας την ολοένα και μεγαλύτερη έξοδο εκπαιδευτικών από τα ιδιωτικά σχολεία μετά την ψήφιση του Νόμου Κεραμέως τον Ιούλιο του 2020. Σύμφωνα με την έρευνα της ΟΕΙΛΕ, το 70% των εκπαιδευτικών δεν είναι ευχαριστημένοι στην εργασία τους και ότι σχεδόν ανάλογο ποσοστό σκέπτεται την αποχώρηση από αυτήν, ποσοστό κατά 30% υψηλότερο από αυτό που βρήκε έρευνα του ΙΝΕ – ΓΣΕΕ στο σύνολο των εργαζόμενων του ιδιωτικού τομέα.
Η επιβεβαίωση των ερευνητικών ευρημάτων ήρθε με επίσημα στοιχεία του Υπουργείου Παιδείας, σύμφωνα με τα οποία από τον Αύγουστο του 2020 μέχρι και τις αρχές του 2023, είχαν αποχωρήσει από τα ιδιωτικά σχολεία πάνω από 3200 ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί (σε σύνολο 9000 περίπου).
Πλέον, εκτιμάται τι ο αριθμός αυτός προσεγγίζει, αν όχι ξεπερνά, τις 4000. Επομένως, μέσα σε μια τετραετία περίπου, έχουν αποχωρήσει σχεδόν οι μισοί εκπαιδευτικοί από τα ιδιωτικά σχολεία, ενώ στην πρωτοβάθμια τα ποσοστά είναι πολύ υψηλότερα, τονίζει η ΟΙΕΛΕ.
Η πάγια νομολογία (βλ. απόφαση ΣτΕ 622/2010) αναφέρει πως θα πρέπει να παρέχονται στους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς «σταθερές, κατά το δυνατόν, συνθήκες εργασίας, ώστε να μπορούν απερίσπαστα να εκτελούν τα καθήκοντά τους για την αποτελεσματικότερη εκπλήρωση του σκοπού της Παιδείας, ο οποίος, κατά τα προεκτεθέντα, έχει αναχθεί σε συνταγματικό λόγο δημοσίου συμφέροντος».
Μια πρώτη ανάγνωση της απόφασης από τον νομικό σύμβουλο της ΟΕΙΛΕ Γιώργο Μελισσάρη
Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την υπ’ αριθμ. 1251/2024 απόφασή της, το κείμενο της οποίας δημοσιεύθηκε σήμερα, έκρινε κατά πλειοψηφία ότι οι διατάξεις του άρθρ. 61 παρ.4 περ. ζ’ του Ν. 4589/2019, κατά το μέρος που εξαιρείται η μοριοδότηση της εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας των υποψηφίων, εκτός εάν ο ιδιωτικός εκπαιδευτικός έχει απολυθεί λόγω καταργήσεως της σχολικής μονάδας, τάξεως ή τμήματος ή λόγω καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας, είναι αντισυνταγματικές, ακυρώνει δε εν μέρει την υπ’ αριθμ. 2ΓΕ/2019 Προκήρυξη του ΑΣΕΠ για κατάταξη εκπαιδευτικών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης διαφόρων κλάδων.
Επιβεβαιώνεται για άλλη μία φορά η νομολογία του ΣτΕ ότι δηλαδή η παιδεία ανάγεται σε βασική αποστολή του Κράτους, για το λόγο αυτό θεσπίζεται η εποπτεία του τελευταίου επί των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων, με συνέπεια την έντονη ρυθμιστική παρέμβαση του νομοθέτη στην οργάνωση και λειτουργία τους, καθώς και στην υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού τους.
Η παρεχόμενη στα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια εκπαίδευση είναι, σύμφωνα με τον νόμο, κατά βάση όμοιου τύπου και περιεχομένου με την παρεχόμενη από τα κρατικά γι’ αυτό οι χορηγούμενοι από αυτά τίτλοι σπουδών, το περιεχόμενο των οποίων καθορίζεται από το Κράτος κατά τρόπο ενιαίο με τους αντίστοιχους τίτλους της δημοσίας εκπαιδεύσεως, είναι ισότιμοι με τους παρεχόμενους από τα δημόσια εκπαιδευτήρια, το δε υπηρεσιακό καθεστώς των υπηρετούντων εκπαιδευτικών προσεγγίζει αυτό των υπηρετούντων στη δημόσια εκπαίδευση, ενώ εξ άλλου, το διδακτικό προσωπικό των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων έχει τα ίδια προσόντα που απαιτούνται για το προσωπικό των δημόσιων σχολείων.
Αναφορικά με το ζήτημα της καθ’ ολοκληρίαν μη μοριοδότησης κατά τη διαδικασία συντάξεως των πινάκων κατατάξεως, της προϋπηρεσίας στην ιδιωτική εκπαίδευση με μόνη εξαίρεση τις περιπτώσεις της απολύσεως λόγω καταργήσεως της σχολικής μονάδας, τάξεως ή τμήματος ή λόγω καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας (περ. ζ΄ της παρ. 4 του άρθρου 61 του ν. 4589/2019), η απόφαση δέχεται ότι «…παραβιάζει τις συνταγματικές αρχές της ισότητας και της αξιοκρατίας οι οποίες διέπουν την απασχόληση στη δημόσια υπηρεσία και υπερακοντίζει τον σκοπό του νόμου που έγκειται στον διορισμό στη δημόσια εκπαίδευση των πλέον άξιων και έμπειρων από τους υποψηφίους, ώστε να εκπληρωθεί με τον λυσιτελέστερο τρόπο η εκ του άρθρου 16 παρ. 2 του Συντάγματος κρατική υποχρέωση προς παροχή παιδείας υψηλού επιπέδου…».
Αναγνωρίζει την ιδιαίτερη σημασία της εκπαιδευτικής εμπειρίας την οποία αναγάγει σε κριτήριο απόδειξης ικανότητας των υποψηφίων να ασκήσουν εκπαιδευτικό έργο, ανεξαρτήτως του τρόπου πρόσληψης των εκπαιδευτικών (δημοσίων ή ιδιωτικών), ενώ αξιολογεί ότι η πρόθεση του νομοθέτη του Ν. 4589/2019 είναι η προστασία της θέσης εργασίας και όχι η στελέχωση των σχολικών μονάδων
Η απόφαση αυτή αφορά προφανώς τους προσφεύγοντες εκπαιδευτικούς. Επειδή όμως έχει ευρύτερες διαστάσεις αφού υπάρχουν κατηγορίες εκπαιδευτικών που είτε δεν διορίστηκαν ή καθυστέρησαν να διοριστούν λόγω της μη προσμέτρησης της προϋπηρεσίας τους με βάση τη συγκεκριμένη προκήρυξη, είτε μπορεί να συμμετείχαν ή όχι στην κατάρτιση των πινάκων με σχετική αίτηση και επειδή στη νομολογία έχουν κατά καιρούς τεθεί ζητήματα αναδρομικών διορισμών ή διεκδίκησης μισθολογικών αξιώσεων, η ΟΙΕΛΕ και η νομική της ομάδα, μετά από σύσκεψη με Καθηγητές Δημοσίου Δικαίου, θα εξετάσει άμεσα όλες τις παραμέτρους και θα εκδώσει νεώτερη ανακοίνωση για τις ενδεχόμενες αξιώσεις που τυχόν εγείρονται από μη συμμετέχοντες στη συγκεκριμένη δίκη εκπαιδευτικούς.