Site icon NewsIT
10:42 | 27.10.24

Νέος Οικοδομικός Κανονισμός: Τι προβλέπει η έκθεση τεκμηρίωσης του Υπουργείου Ενέργειας

Νέος Οικοδομικός Κανονισμός: Τι προβλέπει η έκθεση τεκμηρίωσης του Υπουργείου Ενέργειας
Newsit Newsroom

Το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) κατέθεσε στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) μελέτη σχετικά με τον Νέο Οικοδομικό Κανονισμό (ΝΟΚ), στο πλαίσιο ζητημάτων δόμησης, που απασχόλησε έντονα την τοπική αυτοδιοίκηση.

Συγκεκριμένα, ο τίτλος της μελέτης του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας είναι «Μελέτη – Έκθεση συνεπειών ρυθμίσεων ΝΟΚ – Συγκριτική Αξιολόγηση» και αναλύει τα βασικά επιχειρήματα υπέρ του ΝΟΚ, που κατατέθηκε στο ΣτΕ.

Σημειώνεται, ότι η Μελέτη συντάχθηκε από 15μελή επιστημονική ομάδα ακαδημαϊκών δημοσίου δικαίου, νομικών επί πολεοδομικών και περιβαλλοντικών θεμάτων, πολιτικών μηχανικών, αρχιτεκτόνων, περιβαλλοντολόγων και μηχανικών περιβάλλοντος, με τις συνέπειες και τα αποτελέσματα του νόμου στο Περιβάλλον, καθώς και με παραστατικά παραδείγματα από αντίστοιχες πρωτοβουλίες άλλων ευρωπαϊκών κρατών.

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η Μελέτη του ΥΠΕΝ: «Οι διατάξεις του ΝΟΚ, δεν μπορεί να συνιστούν επιδείνωση των όρων διαβίωσης και υποβάθμιση του υπάρχοντος φυσικού και οικιστικού περιβάλλοντος, αλλά βελτίωση, σύμφωνα και με τους αρχικούς σκοπούς του νομοθέτη».

«Ο Νέος Οικοδομικός Κανονισμός έχει ξεκάθαρες προθέσεις, μεταξύ άλλων:

  1. τη λειτουργική – αισθητική απελευθέρωση του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού και την μετάβαση σε προσβάσιμα κτίρια από όλους,
  2. την ενεργειακή θωράκιση των κτιρίων, και
  3. τη μείωση της κάλυψης σε μια προσπάθεια εξεύρεσης ελεύθερου χώρου πρασίνου (κυρίως σε πυκνοδομημένες περιοχές πόλης), οι οποίες, μετασχηματισμένες σε ποσοστά επιρροής στον επιτρεπόμενο όγκο, δεν ξεπερνούν εκείνα τα ποσοστά των υπόλοιπων ευρωπαϊκών παραδειγμάτων, προκειμένου να ενισχυθεί η ενεργειακή αποδοτικότητα και η περιβαλλοντική βιωσιμότητα σε μια εφαρμοσμένη πρακτική που προβλέπεται με οριζόντια μέτρα.

Ο σχεδιασμός κτιρίων με σχεδόν μηδενική ενεργειακή κατανάλωση (υψηλής ενεργειακής απόδοσης Α+ και Α++) συμβάλλει καταλυτικά στη δημιουργία ενός πιο βιώσιμου και αειφόρου αστικού περιβάλλοντος και αποτελεί προϋπόθεση για την «πράσινη μετάβαση» και τη δημιουργία κλιματικά ουδέτερων πόλεων».

Στη Μελέτη επισημαίνεται ότι «ακόμα και στην περίπτωση δυνατότητας εφαρμογής σωρευτικά των διατάξεων, στις περιπτώσεις των άρθρων 10 σε συνδυασμό με τα άρθρα 25 ή και 15 λειτουργούν οι επιπρόσθετοι θεσμοθετημένοι περιορισμοί του ιδεατού στερεού, του μέγιστου επιτρεπόμενου ύψους και των υποχρεωτικών αποστάσεων από τα όρια των οικοπέδων.

Αναφορικά με το σημαντικό ενεργειακό όφελος των κινήτρων που δίνονται μέσα από τον ΝΟΚ, εξετάζονται 4 κλιματικές ζώνες, η Αθήνα, το Θεσσαλονίκη, η Κοζάνη και το Ηράκλειο Κρήτης. «Από τα αποτελέσματα της σύγκρισης της κατανάλωσης ενέργειας και των εκλυόμενων ρύπων CO2 ανάμεσα σε ένα νέο κτίριο που καλύπτει τις ελάχιστες απαιτήσεις του ΚΕΝΑΚ (Κανονισμός Ενεργειακής Απόδοσης Κτιρίων) και ένα κτίριο ιδιαίτερα υψηλής ενεργειακής απόδοσης (εφαρμογή του άρθρου 25 του ΝΟΚ «Κίνητρα για τη δημιουργία κτιρίων με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας», προέκυψε πολύ σημαντικό ενεργειακό και περιβαλλοντικό όφελος. Πιο συγκεκριμένα:

Η εξοικονόμηση πρωτογενούς ενέργειας ανά μονάδα επιφανείας (kWh/m² yr) των κτιρίων, με συστήματα ιδιαίτερα υψηλής ενεργειακής απόδοσης, σε σύγκριση με τα αντίστοιχα κτίρια ελάχιστων απαιτήσεων κατά ΚΕΝΑΚ, ανάλογα και με την κλιματική ζώνη κάθε περιοχής και το σύστημα θέρμανσης είναι της τάξεως των 22,0 έως 47,7 kWh/m² yr. Οι τιμές αυτές εξοικονόμησης ενέργειας είναι αξιοσημείωτες, δεδομένης της ήδη χαμηλής ενεργειακής κατανάλωσης των κτιρίων με ελάχιστες απαιτήσεις, σύμφωνα με τον ΚΕΝΑΚ.

Η μείωση εκπομπών CO2 ανά μονάδα επιφανείας (kg CO2/m² yr) των κτιρίων, με συστήματα ιδιαίτερα υψηλής ενεργειακής απόδοσης, σε σύγκριση με τα αντίστοιχα κτίρια ελάχιστων απαιτήσεων κατά ΚΕΝΑΚ, ανάλογα και με την κλιματική ζώνη κάθε περιοχής, είναι της τάξεως των 6,5 έως 12,1 kg CO2/m² yr. Οι τιμές αυτές μείωσης εκπομπών CO2 είναι αξιοσημείωτες, δεδομένων των ήδη χαμηλών εκπομπών CO2 των κτιρίων με ελάχιστες απαιτήσεις, σύμφωνα με τον ΚΕΝΑΚ.

Συγκριτικά αναφέρεται ότι η μέση ετήσια εξοικονόμηση πρωτογενούς ενέργειας που προκύπτει από εκμετάλλευση του bonus +10% από το 50% των νέων κτιρίων ισούται με το 1,7% της μέσης ετήσιας κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας (σε πρωτογενή ενέργεια) από τα κτίρια κατοικίας ενώ για εκμετάλλευση από το 25% των νέων κτιρίων ισούται με το 0,8% του ίδιου μεγέθους.

Για το σύνολο της χώρας με βάση δύο σενάρια, ένα αισιόδοξο και ένα συντηρητικό, όσον αφορά την εκμετάλλευση του κινήτρου από τις νέες πολυκατοικίες προέκυψαν τα εξής:

  • Η συνολική ετήσια εξοικονόμηση πρωτογενούς ενέργειας εκτιμάται από 50GWh έως 101GWh ετησίως,
  • Η συνολική ετήσια μείωση εκπομπών CO₂ εκτιμάται από 17.392tn έως 34.785tn, η οποία ισοδυναμεί με φύτευση από 696χιλ. έως 1.391 χιλ. δέντρων ή αντικατάσταση 17,4χιλ. έως 34,8χιλ. αυτοκινήτων παλαιάς με νέας τεχνολογίας.

Συμπερασματικά, η συμβολή του κινήτρου που δίνεται από το άρθρο 25 του Ν.Ο.Κ. κρίνεται πολύ θετική, όπως προκύπτει και από τους υπολογισμούς που έγιναν, και το μέτρο προτείνεται να παραμείνει για την υποστήριξη της εφαρμογής των υποχρεώσεων της χώρα μας στο πλαίσιο των Ευρωπαϊκών Οδηγιών και Κανονισμών».

Στο πεδίο της κλιματικής αλλαγής, στην επιστημονική κοινότητα υπάρχει πλέον αποδεδειγμένη αυξανόμενη συμφωνία ότι οι πληθυσμοί, η υποδομή και η οικολογία των πόλεων κινδυνεύουν από τις επιπτώσεις της.

Αν και αναμένεται ότι η κλιματική αλλαγή θα επιδεινώσει αυτά τα προβλήματα, ο πολεοδομικός σχεδιασμός αλλά και ο Οικοδομικός Κανονισμός θα πρέπει να ανταποκρίνονται κυρίως μέσω βελτιωμένου σχεδιασμού κτιρίων και διαρρύθμισης των πόλεων.

Οι αμιγώς τεχνολογικές λύσεις (π.χ. επιλογή κατάλληλων υλικών) θα συνεχίσουν να παίζουν ρόλο στην προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και το ίδιο θα ισχύσει και για τη βελτιωμένη πρόβλεψη και ετοιμότητα, καθώς και για την αποφυγή κινδύνων μέσω ελέγχων σχεδιασμού.

Τα παραπάνω αναγνωρίσθηκαν και αποτυπώθηκαν τόσο στην Εθνική Στρατηγική για την Προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή όσο και στα Περιφερειακά Σχέδια που έχουν εκπονηθεί για τις 12 από τις 13 Περιφέρειες της χώρας.

Οι πρόνοιες του ΝΟΚ, και κυρίως αυτές που σχετίζονται με την αλλαγή των υλικών, την αλλαγή της σχεδίασης, την απελευθέρωση αστικού χώρου, αποτελούν ένα επιπλέον όπλο στην εργαλειοθήκη για την αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής, διαμορφώνοντας μαζί με άλλα εργαλεία χωρικού σχεδιασμού (π.χ. Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας κ.λπ.) ένα συνολικό πλαίσιο για την προώθηση δράσεων, ενεργειών και έργων με στόχο τη θωράκιση των πόλεων έναντι των κινδύνων της κλιματικής αλλαγής.

Καταληκτικά, οι κύριες θετικές επιδράσεις του ΝΟΚ καταγράφονται σε διαφορετικά πεδία του περιβάλλοντος και ιδίως:

  • Στη βελτίωση της ποιότητας ζωής στο σύνολο του πληθυσμού των αστικών κέντρων.
  • Στη διευκόλυνση της αστικής κινητικότητας.
  • Στη δημιουργία θετικού αντίκτυπου στην ανθρώπινη υγεία που επιφέρουν οι πρόνοιες για τον καλό φυσικό εξαερισμό και φωτισμό των χώρων.
  • Στην βελτίωση της ποιότητας του αέρα, καθώς η σημερινή κατάσταση αυξημένων αναγκών ψύξης/δροσισμού οδηγεί στην εντατική λειτουργία κλιματιστικών μονάδων που καταναλώνουν ενέργεια και απορρίπτουν θερμότητα, επιβαρύνοντας τη θερμοκρασία του υπαίθριου αστικού χώρου.

Στον ΝΟΚ υποστηρίζονται οι παθητικές μέθοδοι που βοηθούν στην βελτίωση της θερμικής άνεσης κατά τη χρήση των κτιρίων.

Επιπλέον, ο νέος ΝΟΚ εξυπηρετεί τους στόχους της Ατζέντας για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη. Έτσι, τα φυτεμένα δώματα, οι κατακόρυφοι κήποι, τα διπλά κελύφη αποτελούν σημαντικά στοιχεία βιοκλιματικού σχεδιασμού. Τα κίνητρα απόσυρσης κτιρίων και αντικατάστασης παλαιού και ενεργοβόρου αστικού ιστού οδηγούν στη μείωση ενεργειακού αποτυπώματος. Οι παθητικές μέθοδοι δροσισμού βελτιώνουν τη θερμική άνεση. Η αξιοποίηση του κελύφους, όχι μόνο ως στοιχείου αισθητικής διαμόρφωσης αλλά ως μέσου επίτευξης «πράσινης συμπεριφοράς» οδηγεί σε βελτίωση μικροκλίματος στα αστικά σύνολα με υψηλή πυκνότητα και μείωση της κατανάλωση ενέργειας και πόρων.

Το περιβαλλοντικό ισοδύναμο της εξοικονόμησης της ενέργειας που εκτιμάται από το παράδειγμα της παρούσας μελέτης αντιστοιχεί στο 70% της λειτουργίας των 18 Μικρών Υδροηλεκτρικών Σταθμών της ΔΕΗ, μέσω των οποίων καλύπτονται οι ανάγκες σε ενέργεια 37.104 ελληνικών νοικοκυριών.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Τελευταίες ειδήσεις

Exit mobile version