Ένα πρόβλημα που ταλαιπωρούσε όσους επιθυμούσαν να οικοδομήσουν σε περιοχές – οικόπεδα που γειτνιάζουν με ρέματα επιχειρεί να επιλύσει το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ), με τη συνδρομή του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (ΤΕΕ), μέσω της δημοπράτησης σχετικού διαγωνισμού για το έργο « Πληροφοριακό Σύστημα για την οριοθέτηση των υδατορεμάτων».
Αντικείμενο του έργου που προωθείται, και μπορεί να ανέλθει στα επίπεδα των 98 εκατ. ευρώ (με ΦΠΑ και επιπλέον προαιρέσεις), είναι η υλοποίηση τμήματος του αντικειμένου του Ενιαίου Ψηφιακού Χάρτη που αφορά στις πληροφορίες φορέων σχετικά με τις οριοθετήσεις υδατορεμάτων.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Στόχος του έργου αποτελεί η συγκέντρωση, καταγραφή, ανάρτηση και ο εμπλουτισμός του Ενιαίου Ψηφιακού Χάρτη με την πληροφορία που αφορά στις οριοθετήσεις των υδατορεμάτων, ώστε αυτή να είναι διαθέσιμη στην κοινωνία και στην Πολιτεία για να ενισχυθεί η προστασία του Περιβάλλοντος και να διευκολυνθεί η Οικονομική – Οικοδομική Ανάπτυξη και οι επενδύσεις στην χώρα.
Επίσης, στο αντικείμενο περιλαμβάνεται η αξιολόγηση των ανωτέρω περιοχών που εμφανίζουν πλημμυρικά προβλήματα καθώς και η προτεραιοποίησή τους σχετικά με μελλοντικές δράσεις (μελέτες, κατασκευές). Παράλληλα, θα δημιουργηθεί δίκτυο καταγραφής και τηλεμετάδοσης υδρομετρικής και μετεωρολογικής πληροφορίας, η οποία συνδεόμενη με τις αρμόδιες αρχές θα παρέχει, για τα κρίσιμα σημεία των ως άνω υδατορεμάτων, σε πραγματικό χρόνο, υδρομετεωρολογική πληροφορία, ικανή να προσφέρει υπηρεσίες έγκαιρης προειδοποίησης.
Γιατί όμως το εν λόγω έργο θεωρείται σημαντικό από την Πολιτεία που σπεύδει να δαπανήσει ποσό σχεδόν 100 εκατ. ευρώ;
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Όπως αναφέρεται, μέχρι και σχετικά πρόσφατα οι μελέτες διευθέτησης των υδατορεμάτων σε αρκετές περιπτώσεις δεν συνοδεύονταν και από αντίστοιχες μελέτες οριοθέτησης. Η ίδια πρακτική επικρατούσε και στις πολεοδομικές μελέτες, με επιπρόσθετo στοιχείο ότι στις περιοχές πολεοδόμησης υπήρχαν υδατορέματα (με εξαίρεση τα σημαντικά) που δεν λαμβάνονταν υπόψη και συνεπώς δεν οριοθετούνταν. Η ίδια πρακτική, και συνεπώς η ίδια διαδικασία, ήταν και για τις εκτός σχεδίου περιοχές.
Επί της ουσίας, η διαδικασία ήταν να εκπονείται από τον επισπεύδοντα (ο οποίος επιθυμεί να οικοδομήσει) μελέτη προσωρινής οριοθέτησης η οποία και εγκρίνεται από τις Υπηρεσίες Δόμησης. Στον Ελληνικό χώρο, λοιπόν, σε γενικές γραμμές, και πλην κάποιων περιπτώσεων, οι μελέτες που είχαν εκπονηθεί παλαιότερα συνήθως δεν συνοδεύονταν από μελέτες οριοθέτησης. Για τα δε τμήματα υδατορεμάτων που διέρχονται από περιοχές που έχουν ενταχθεί σε Σχέδιο Πόλεως, σε ορισμένες μόνο περιπτώσεις, έχουν εκπονηθεί «μελέτες οριοθέτησης».
Για τα μικρά υδατορέματα υπάρχουν αντιστοίχως (κυρίως για τα τμήματα που διέρχονται από περιοχές πολεοδομημένες ή για τις εκτός σχεδίου όπου έχει εκδοθεί οικοδομική άδεια) αντίστοιχες οριοθετήσεις εγκεκριμένες με Απόφαση της Διοίκησης. Ωστόσο, και αυτές οι μελέτες που υπήρχαν, δεν έχουν συγκεντρωθεί, καταγραφεί και αποτυπωθεί σε ενιαίο υπόβαθρο.
Αποτέλεσμα αυτών είναι ότι οι ιδιοκτήτες, στην περίπτωση που επιθυμούν να οικοδομήσουν να μην γνωρίζουν με ασφάλεια εάν και πού ακριβώς μπορούν να αναπτύξουν ακίνητο ή εγκατάσταση, ενώ στις περιπτώσεις που προορίζονται να γίνουν σημαντικές επενδύσεις, υπάρχει μεγάλη καθυστέρηση και αυξάνεται το ρίσκο της επένδυσης.
Αντίστοιχα, για τα υδατορέματα που βρίσκονται εκτός σχεδίου πόλεως τα οποία και αποτελούν την συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής επικράτειας, δεν υφίστανται ως επί τω πλείστων οριοθετήσεις. Το γεγονός αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι οικονομικές δραστηριότητες που ήδη λειτουργούν πλησίον των υδατορεμάτων καθώς και οι υπό αδειοδότηση δραστηριότητες (π.χ. επενδυτικά σχέδια) να βρίσκουν εμπόδια εφαρμογής και υλοποίησης καθώς δεν είναι γνωστά τα όρια των υδατορεμάτων με αποτέλεσμα σημαντικές καθυστερήσεις ή και επίσης ακυρώσεις των επενδυτικών σχεδίων.
Ουσιαστικά, οι όποιες υφιστάμενες οριοθετήσεις υπάρχουν δεν έχουν συγκεντρωθεί σε μία ενιαία ψηφιακή βάση και επομένως χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα συνολικής ψηφιακής διάθεσης της πληροφορίας είτε σε επεξεργάσιμη είτε σε διανυσματική μορφή. Κατά κύριο λόγο, οι οριοθετήσεις εντοπίζονται από τα διάφορα ΦΕΚ τα οποία και είναι εξαιρετικά δύσχρηστα, αποσπασματικά και χαμηλής ανάλυσης και επιπέδου πληροφορίας.
Επομένως, πρακτικά, οι ενδιαφερόμενοι εφόσον εντοπίσουν την οριοθέτηση που τους ενδιαφέρει, πρέπει να ανατρέξουν στις μελέτες και τα λεπτομερή τοπογραφικά διαγράμματα τα οποία βρίσκονται στις εκάστοτε αρμόδιες Αρχές. Με το νέο «ψηφιακό» μοντέλο η κυβέρνηση ευελπιστεί να συγκεντρώσει πληροφορίες και να βοηθήσει όσους έχουν σε αδιέξοδο με την ελληνική γραφειοκρατία. Η συνολική διάρκεια της σύμβασης ορίζεται έως τις 31.12.2025.