Απώλειες μελισσών και έλλειψη αγροτικής πολιτικής από Ε.Ε.
Τη τελευταία δεκαετία έχει παρουσιαστεί μείωση στο πληθυσμό των μελισσών στην Ευρώπη και στην Αμερική. Ένα παγκόσμιο φαινόμενο άκρως επικίνδυνο, αν συνεχιστεί, καθώς οι μέλισσες και άλλα έντομα είναι υπεύθυνα για τη γονιμοποίηση των δέντρων και σοδειών. Μελέτες αποδεικνύουν ότι το 84% των 264 ευρωπαϊκών ειδών συγκομιδής εξαρτώνται ως ένα βαθμό από τα έντομα για τη γονιμοποίησή τους. Όμως ελάχιστα φαίνεται να απασχολούν τη Κομισιόν οι ανησυχητικές απώλειες μελισσών, που απειλούν να θέσουν σε κίνδυνο ακόμη και το ίδιο το μέλλον της γεωργίας. Από απάντηση της επιτρόπου F. Boel προκύπτει ότι η λήψη μέτρων προστασίας των μελισσών είναι προαιρετική για τα κράτη μέλη και ότι οι απώλειες επικονιαστικών εντόμων δεν αποτελούν για την Κομισιόν λόγο για ανάληψη ιδιαίτερων δράσεων. Τουλάχιστον έχει ξεκινήσει μια επανεξέταση των κριτηρίων οριοθέτησης, για καλύτερη στοχοθέτηση της ενίσχυσης για τις λεγόμενες «ενδιάμεσες» λιγότερο ευνοημένες περιοχές (ΛΕΠ).
Το 2008 με ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τη μελισσοκομία είχε αποφασιστεί η δημιουργία υποχρεωτικών Ζωνών Οικολογικής Ανάκαμψης. Στη γραπτή ερώτηση, που κατέθεσαν οι Οικολόγοι Πράσινοι στις 4 Ιανουαρίου 2010 προβαλλόταν το αίτημα για «συγκεκριμένες δράσεις για να ενισχυθεί περαιτέρω η χρήση των αγρο-περιβαλλοντικών μέτρων, χωρίς αυτό να επιβαρύνει άλλα μέρη του προϋπολογισμού της ΚΓΠ». Ο κ.Τρεμόπουλος δήλωσε: «Η απάντηση της απερχόμενης Επιτρόπου προσβάλλει ακόμη και την κοινή λογική, καθώς χωρίς να αρνείται το πρόβλημα και τη σοβαρότητά του, δηλώνει ικανοποιημένη με τα μέτρα, που έχουν… αποτύχει να το αντιμετωπίσουν». Και συνέχισε, «Θα χρειαστεί λοιπόν να επανέλθουμε. Προς το παρόν επιμένουμε ότι τα αγρο-περιβαλλοντικά μέτρα χρειάζονται ακόμη μεγαλύτερη ενίσχυση, όπως και έλεγχο για την ορθότητα της εφαρμογής τους. Επίσης, οι ευρωπαϊκές πολιτικές για την προστασία των μελισσών και των άλλων επικονιαστικών εντόμων, όπως και η ενίσχυση της μελισσοτροφίας, με ιδιαίτερη έμφαση στις βιολογικές – οικολογικές μεθόδους, έχουν σαφέστατα πολλά περιθώρια βελτίωσης και αναβάθμισης. Για κάτι τέτοιο είμαστε διατεθειμένοι να πιέσουμε ακόμη περισσότερο».