Σημαντικές αλλαγές στις ενεργειακές επιθεωρήσεις, προχωρεί το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής
Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες υποχρέωση για ενεργειακή επιθεώρηση και απόκτηση πιστοποιητικού ενεργειακής αποδοτικότητας τουλάχιστον επιπέδου Β αφορά πλέον όχι μόνο τα ριζικά ανακαινιζόμενα κτίρια με εμβαδό άνω των 1.000 τ.μ. αλλά και κάθε ακίνητο, δηλαδή και πρώτες κατοικίες αλλά και παραθεριστικές. Η Ειδική Γραμματέας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Μαργαρίτα Καραβασίλη που ρωτήθηκε σχετικά, ανέφερε ότι η συγκεκριμένη ρύθμιση προκρίθηκε προκειμένου να διευρυνθεί το κτιριακό απόθεμα, που μπορεί να δώσει απτά αποτελέσματα στον τομέα εξοικονόμησης ενέργειας στην χώρα μας. Η σχετική ρύθμιση περιλαμβάνεται στην τελική μορφή του νομοσχεδίου για την ενίσχυση των ΑΠΕ (ανανεώσιμες πηγές ενέργειας) και τροποποιεί τον νόμο 3661/2008.
Το πρόγραμμα, τώρα, “Εξοικονομώ κατ΄ οίκον”, από το οποίο, πάντως, αποκλείεται η ένταξη παραθεριστικών κατοικιών, αναμένεται να τρέξει από τον Ιούνιο και μετά, αφού στο μεταξύ έχουν λυθεί εκκρεμότητες, όπως η συγκρότηση του Μητρώου των επιθεωρητών, ο καθορισμός του κόστους των επιμέρους ενεργειακών παρεμβάσεων κ.α. Η επιδότηση του 30% δίνεται μόνο μετά την ολοκλήρωση των εργασιών και αφού η 2η επιθεώρηση πιστοποιεί ότι το ακίνητο έχει αναβαθμιστεί τουλάχιστον κατά μία ενεργειακή κατηγορία, ενώ για όσους λαμβάνουν δάνειο, η εκταμίευση γίνεται με την έγκριση της απόφασης. Αποφασίστηκε η διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής υφιστάμενης ρύθμισης και προβλέπει έκπτωση στο 20% της δαπάνης και ύψος μέχρι 2.400 € για δαπάνες που αφορούν σε παρεμβάσεις εξοικονόμησης ενέργειας. Όπως ανέφερε στην εκπομπή Θέμα SOS για το Περιβάλλον ο υφυπουργός Γιάννης Μανιάτης, η έκπτωση στον φόρο από 175 ευρώ έως τώρα μπορεί να φτάσει τα 480 ευρώ για κάποιον, που θα ενταχθεί στο πρόγραμμα.
Ενδεικτικά μια επένδυση της τάξης των 10.000 ευρώ εκτιμάται ότι αποσβέννυται μέσα σε 8 χρόνια και από εκεί και πέρα υπάρχει καθαρό όφελος για τον ιδιοκτήτη από τους λογαριασμούς της ΔΕΗ και της θέρμανσης της τάξης των 1.500 ευρώ τον χρόνο.