Σε πολύ νεαρή ηλικία, κάπου εκεί στα μέσα της δεκαετίας του ’60, θυμάμαι ότι υπήρχε μια στήλη σε κάποια εφημερίδα – ξεχνώ ποια ήταν – με τίτλο «Παράξενα και όμως Αληθινά». Η μικρή αυτή στήλη ήταν εικονογραφημένη και παρουσίαζε με τρία ή τέσσερα σκίτσα τα πιο περίεργα γεγονότα που είχαν συμβεί ή παρατηρηθεί οπουδήποτε στον πλανήτη. ‘Έτσι «βλέπαμε» ως παιδιά τι περίεργα συνέβαιναν στον Κόσμο…
Εκείνη την εποχή, ο ημερήσιος Τύπος ήταν αποκλειστικά οι εφημερίδες. Μαυρόασπρες ειδήσεις, μαζί με σχόλια και άρθρα, γραμμένα από σπουδαίες πέννες. Μαύρισαν τα δάκτυλά μας ξεφυλλίζοντας τις μεγάλες τους σελίδες, ψάχνοντας να βρούμε ανάμεσά τους την «ύλη» και να διαβάσουμε «τα νέα» της ημέρας.
Άλλα ήταν τα νέα στις πρωϊνές και άλλα στις απογευματινές εφημερίδες. Οπωσδήποτε, το πρωϊ – μαζί με την ιεροτελεστία του καφέ – υπήρχε και η ανάγνωση της «πρωϊνής». Και το μεσημέρι, έφθανε στο σπίτι και η «απογευματινή» που διαβαζόταν μετά τη δουλειά μέχρι το βράδυ.
Δεν υπήρχε σπίτι χωρίς εφημερίδα. Ήταν στο οικογενειακό προϋπολογισμό η καθημερινή αγορά μίας ή δύο εφημερίδων. Αν θυμάμαι καλά, η τιμή τους ήταν μιάμιση δραχμή εκάστη. Τόσο κόστιζε η ενημέρωση τότε.
Οι «μεγάλοι» διάβαζαν περισσότερο τα πολιτικά νέα και κάποια επώνυμα άρθρα, κυρίως με κοινωνικό περιεχόμενο. Εμείς οι «μικροί» ενδιαφερόμασταν κυρίως να μάθουμε τι γίνεται στον κόσμο, να διαβάσουμε κάποιες καλογραμμένες επιφυλλίδες ή να δούμε στα «αθλητικά» τις επιτυχίες της ομάδας μας.
Η άλλη «πηγή» ενημέρωσης ήταν το ραδιόφωνο. Πρωϊ-πρωϊ, προτού φύγουμε για το σχολείο, ακούγαμε – αμίλητοι – τον εκφωνητή του πρωϊνού δελτίου να παρουσιάζει με τη μονότονη στομφώδη φωνή του τα πρώτα νέα της ημέρας. Οι μεγάλοι τα σχολίαζαν μεταξύ τους για λίγο, προτού πάνε στις δουλειές τους. Εμείς, που δεν μας ενδιέφεραν «αυτές» οι συζητήσεις τους, ετοιμάζαμε τη σάκκα μας και ξεκινάγαμε για το σχολείο, σφυρίζοντας στο δρόμο κάποιο τραγούδι των νεαρών Μπήτλς.
Αυτή ήταν η ρομαντική εποχή της ενημέρωσης. Μετά όλα άλλαξαν.
Ήρθε η τηλεόραση και η «εικόνα». Η μαγική μαυρόασπρη εικόνα που μας ενθουσίασε ακόμη περισσότερο όταν απέκτησε και χρώμα. Πετάχτηκαν αμέσως οι «παλιές» και αγοράστηκαν οι καινούργιες οθόνες. Το χρώμα τα άλλαξε όλα. Τα περιοδικά, οι εφημερίδες, ακόμη και οι «ελληνικές ταινίες» απέκτησαν χρώμα. Το ίδιο και οι ειδήσεις, που χρωματίστηκαν και αυτές για να παρουσιαστούν πιο «ρεαλιστικές» στα μάτια μας. Το περιεχόμενο εμπλουτίστηκε, αλλά τα πραγματικά «νέα» ήταν τα ίδια. Απλώς πιο «χρωματιστά» και παρουσιασμένα πιο «πλούσια».
Η συνέχεια ήταν απρόβλεπτα «επαναστατική». Το άνοιγμα της αγοράς των μέσων ενημέρωσης προς τον ιδιωτικό τομέα, από τη μια, και η ραγδαία ανάπτυξη των τεχνολογιών πληροφορικής, από την άλλη, έφεραν τα «πάνω κάτω».
Το παλιό κρατικό ραδιόφωνο και η κρατική τηλεόραση απέκτησαν τεράστιο ανταγωνισμό με την εμφάνιση εκατοντάδων νέων ραδιοφωνικών και δεκάδων τηλεοπτικών σταθμών, εθνικής και περιφερειακής εμβέλειας. Τα νέα ήταν περίπου κοινά για όλους, αλλά η μετάδοσή τους και το «στυλ» της παρουσίασής τους διέφεραν. Η «αγορά» της ενημέρωσης είχε αλλάξει ριζικά και οι «πελάτες» – ακροατές και τηλεθεατές – είχαν πλέον απεριόριστες επιλογές.
Παράλληλα, μια πληθώρα περιοδικών πάσης φύσεως και ποικίλης ύλης κάνουν την εμφάνισή τους στα περίπτερα μαζί με τις εφημερίδες. Ο κόσμος αγοράζει εικόνες από παντού. Αρχίζει η μαγεία του «life style» να ενδιαφέρει περισσότερο από τις κλασική ειδησεογραφία. Πανάκριβες γυαλιστερές εκδόσεις ασχολούνται με το ντύσιμο, τις πολυτελείς εμφανίσεις, τα πανάκριβα αυτοκίνητα, τα events και τα happenings, τα super models και φυσικά … τη Μύκονο!
Οι εφημερίδες πασχίζουν να επιβιώσουν μέσα σε αυτό τον «τρελλό» ανταγωνισμό. Οι πελάτες τους, κυρίως οι νέοι άνθρωποι, προτιμούν να διασκεδάζουν με τα τερτίπια των «επώνυμων» celebrities από το να μαθαίνουν τι γίνεται με τα πολιτικά και τα «βαρειά» κοινωνικά και οικονομικά θέματα. Ρίχνουν το πολύ «μια ματιά» σε αυτά και αμέσως μετά επιστρέφουν στα αγαπημένα τους «χαλαρά» θέματα της καλοπέρασης.
Τα πράγματα όμως αλλάζουν ακόμη πιο πολύ. Η δυνατότητες της τεχνολογίας, με την «εκλαΐκευση» και την απλοποίηση της χρήσης προσωπικών υπολογιστών από όλους, και στη συνέχεια η εμφάνιση του «θαύματος» του Διαδικτύου, δεν άλλαξε απλώς το τοπίο. Άλλαξε τον πολιτισμό μας.
Πλέον, ο καθένας μπορούσε όχι μόνο να εντοπίζει εύκολα τις ειδήσεις και τις πληροφορίες που τον ενδιαφέρουν, αλλά να «παράγει» και τις δικές του! Ο καθένας, με τις απεριόριστες δυνατότητες που έχει στη διάθεσή του, μπορεί πλέον να «ταξιδεύει» μέσα σε ένα απέραντο ωκεανό ενημέρωσης για τα πάντα. Με ένα «κλικ».
Η απεραντοσύνη της αγοράς των ειδήσεων και η ελεύθερη πρόσβαση σε αυτή από όλους, έφερε τα πράγματα της ενημέρωσης σε επίπεδο «παζαριού». Όλα είναι στον «αέρα» και η ειδησεογραφική «πραμάτεια» βρίσκεται στην κοινή θέα και τη διάθεση της πελατείας της να «ψωνίσει» ό,τι θέλει από όπου θέλει.
Πρόκειται για μια ηλεκτρονική «λαϊκή αγορά» ειδήσεων και πληροφοριών πάσης φύσεως. Και μέσα σε αυτή τη «λαϊκή» μπορείς να βρεις τα πάντα, όλα τα «φρούτα» από όλους τους παραγωγούς οπουδήποτε στον κόσμο. Και όχι μόνο τα ψωνίζεις, αλλά μπορείς επί τόπου – πάλι με ένα κλικ – να σχολιάσεις, να ασκήσεις κριτική, ακόμη και να βρίσεις αν θες τον «παραγωγό» τους!
Ποτέ πριν δεν είχε ο άνθρωπος αυτές τις δυνατότητες στην Ιστορία του. Ποτέ δεν είχε στα χέρια του τόση δύναμη και τόσες επιλογές. Χωρίς να κουνηθεί από την θέση του. Χωρίς να πάει στο περίπτερο. Απλώς έχοντας μπροστά του μια οθόνη και ένα πληκτρολόγιο, η λαϊκή αγορά τον περιμένει να διαλέξει εκείνος ό,τι θέλει, αν θέλει.
Και όπως γίνεται σε όλες τις λαϊκές, έτσι και σε αυτή κυκλοφορούν πολλά προϊόντα και πολλά φρούτα. Άλλα καλά και άλλα «σάπια».
Η επιλογή δική μας!