Οι S-400 είναι το πιο εξελιγμένο σύστημα αντι-αεροπορικής προστασίας της Ρωσίας και ένα από τα καλύτερα στον κόσμο. Αποτελεί συνέχεια των S-300, του γνωστού συστήματος που η Κύπρος αγόρασε στη δεκαετία του 1990 και, τελικά, κατέληξε στην Κρήτη.
Σήμερα, η Ρωσία διαπραγματεύεται την πώλησή του στην Κίνα και την Ινδία. Όμως, οι S-400 βρίσκονται στην κορυφή της διεθνούς επικαιρότητας εξαιτίας της απόφασης του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να το προμηθευτεί η Τουρκία, η οποία εξελίσσεται σε καταλύτη για τις αμερικανο-τουρκικές σχέσεις.
Οι ενστάσεις των Αμερικανών για την εν λόγω προμήθεια είναι πολλές και βάσιμες. Η προμήθεια των S-400 διαρρηγνύει την ενότητα του ΝΑΤΟ, η οποία βασίζεται στη δυτική στρατιωτική τεχνολογία. Προσδένει ένα κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ στη Ρωσία. Και, κυρίως, θέτει σε κίνδυνο την δυτική άμυνα και, ιδίως, το «αόρατο» του νέου μαχητικού F-35, στου οποίου την παραγωγή η Τουρκία θέλει να συμμετέχει.
Οι Αμερικάνοι φοβούνται ότι οι Ρώσοι που θα εγκαταστήσουν το σύστημα επί τουρκικού εδάφους και θα εκπαιδεύσουν τους Τούρκους χειριστές του, θα έχουν εύκολη πρόσβαση στις άμυνες των δυτικής τεχνολογίας μαχητικών που επανδρώνουν την τουρκική πολεμική αεροπορία. Ένα πρόγραμμα αξίας δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων, όπως αυτό της ανάπτυξης του «αόρατου» F-35, και στο οποίο θα βασιστεί η αμερικανική και πολλές δυτικές πολεμικές αεροπορίες τα επόμενα 30 χρόνια, τίθεται σε κίνδυνο.
Για τους λόγους αυτούς, η αντίδραση της Ουάσιγκτον υπήρξε σφοδρή και δεν αφήνει πολλά περιθώρια ελιγμών στον Ερντογάν. Η Ουάσιγκτον πρόσφερε το δικό της σύστημα Patriots, που έχει προμηθευτεί και η Ελλάδα.
Η Τουρκία, ωστόσο, δεν συμφωνεί με τους χρηματοδοτικούς όρους της αμερικανικής προσφοράς και με το γεγονός ότι δεν συμπεριλαμβάνει τη συμπαραγωγή μέρους του συστήματος στην Τουρκία.
Αντίθετα, επιμένει στην αγορά των S-400 και, μάλιστα, ανακοίνωσε ότι αναμένει την έλευση των πρώτων πυραύλων τον προσεχή Ιούλιο. Ως αποτέλεσμα της τουρκικής επιμονής, ο Αμερικάνος Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε την απόφαση του Κογκρέσου για αναστολή παράδοσης των F-35 στην Τουρκία.
Η υπόθεση εξελίσσεται σε μια μεγάλη γεω-στρατηγική σύγκρουση, που θα κρίνει τον μελλοντικό προσανατολισμό της Τουρκίας, μιας μεγάλης και σημαντικής χώρας για τη δυτική συμμαχία. Είναι νωρίς ακόμα για να προβλέψει κανείς την κατάληξή της.
Ο Ερντογάν αρέσκεται στη δημιουργία έντασης και σε αυτό που ονομάζεται brinkmanship, δηλαδή φλερτ με τον γκρεμό, πριν αλλάξει ρότα άρδην και προχωρήσει σε έναν συμβιβασμό. Οι αποφάσεις στην Τουρκία λαμβάνονται από ένα άτομο μόνο, τον Πρόεδρο Ερντογάν, χωρίς τη διαμεσολάβηση της γραφειοκρατίας, της νομοθετικής εξουσίας και άλλων παραγόντων, όπως στις ώριμες δημοκρατίες της Δύσης. Σε κάθε περίπτωση, όλοι αντιλαμβάνονται ότι η αγορά των S-400 θέτει την Τουρκία σε έναν νέο δρόμο και την απομακρύνει από τη Δύση.
Οι σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση, δηλαδή την Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, γίνονται ολοένα και περισσότερο συναλλακτικές (transactional), βασισμένες σε ένα διαρκές δούναι και λαβείν και έχουν χάσει κάθε αναφορά σε μια κοινότητα αξιών (ενάντια στον κομουνισμό, υπέρ της δημοκρατίας κλπ) όπως στο παρελθόν. Τίποτα πλέον δεν μπορεί να είναι βέβαιο με την Τουρκία του Ερντογάν.