Διαβάστε όλο το άρθρο με τίτλο : Σε διάσταση η Ελλάδα με την ευρωζώνη
”Ο λαός της Ελλάδας απέρριψε τη λιτότητα. Βεβαίως, κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τους Έλληνες που απέρριψαν ένα διεφθαρμένο πολιτικό κατεστημένο. Είναι επίσης αδιαμφισβήτητο ότι η οικονομική συνταγή που έχουν γράψει οι διεθνείς πιστωτές είναι εντυπωσιακά σκληρή. Το πρόβλημα είναι πως η οργή δεν είναι πολιτική. Όσο κι αν η Ελλάδα ψηφίζει κατά της λιτότητας, δεν θα μπορέσει να την αποφύγει.
Η Ελλάδα πορεύεται ανάμεσα στη Σκύλλα, την επιβαλλόμενη από τους πιστωτές λιτότητα, και τη Χάρυβδη – το χάος που συνεπάγεται η μονομερής αποκήρυξη του χρέους και η έξοδός της από το ευρώ. Σε αυτές τις εκλογές, περισσότερο από τα δύο τρίτα των ψηφοφόρων στήριξαν κόμματα που αντιτίθενται στη μείωση των δαπανών, στην αύξηση της φορολογίας και στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που επέβαλαν η Ε.Ε. και το ΔΝΤ ως αντάλλαγμα για το δεύτερο πακέτο στήριξης. Παράλληλα, όμως, το ίδιο ποσοστό των Ελλήνων ψηφοφόρων δηλώνει ότι θέλει να παραμείνει η χώρα στην ευρωζώνη.
Αυτή η θεμελιώδης αντίφαση δεν μπορεί να διατηρηθεί επί μακρόν. Πλησιάζει η στιγμή, οι πολιτικοί στην Αθήνα δεν θα μπορούν πλέον να παίρνουν αποφάσεις. Οι οικονομικές προθεσμίες είναι αμείλικτες. Το αποτέλεσμα των τελευταίων εκλογών -και η προοπτική μιας ακόμη αδιέξοδης εκλογικής αναμέτρησης τον Ιούνιο- δείχνει σε μεγάλο βαθμό ότι η Ελλάδα οδεύει ταχύτατα στη δίνη άτακτης χρεοκοπίας.
Οι μεγάλοι ηττημένοι των εκλογών ήταν τα κόμματα που κυριάρχησαν στην ελληνική πολιτική τις τελευταίες δεκαετίες: η Νέα Δημοκρατία της κεντροδεξιάς και το ΠΑΣΟΚ από την κεντροαριστερα. Τα μικρά κόμματα της αντιπολίτευσης, από τους κομμουνιστές της άκρας αριστεράς μέχρι τη νεοναζιστική Χρυσή Αυγή στην άκρα δεξιά, είδαν τα ποσοστά τους να εκτοξεύονται. Ο μεγάλος νικητής ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ, το αριστερό κόμμα που ώθησε το ΠΑΣΟΚ στην τρίτη θέση. Ο Αλέξης Τσίπρας, ο ηγέτης του ΣΥΡΙΖΑ, υπόσχεται να σκίσει αυτά που ο ίδιος αποκαλεί βάρβαρα αιτήματα από την Ε.Ε. και το ΔΝΤ.
Το χρεοκοπημένο πολιτικό σύστημα ακολούθησε τη χρεοκοπημένη οικονομία. Η θανάσιμη κληρονομιά από το ολιγοπώλιο Νέας Δημοκρατίας – ΠΑΣΟΚ είναι η βαλκανοποίηση της πολιτικής που άφησε την Ελλάδα χωρίς κυβερνητική πλειοψηφία – προς οποιαδήποτε κατεύθυνση οικονομικής πολιτικής. Ορισμένοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι δηλώνουν ότι πρόκειται για ψήφο διαμαρτυρίας – μία αγωνιώδη κραυγή, την οποία όμως θα ακολουθήσει σύντομα η επιστροφή στο κατεστημένο, καθώς οι Έλληνες θα δουν πιο ψύχραιμα την κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει. Δεν υπάρχει τίποτε, όμως, που να δείχνει ότι η έκβαση μιας δεύτερης εκλογικής αναμέτρησης θα είναι διαφορετική.
Εύκολα εξηγεί κανείς το μεγάλο ποσοστό υποστήριξης προς τον κ. Τσίπρα. Η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ ηγούνταν του διεφθαρμένου πελατειακού συστήματος που κατέστρεψε την οικονομία και παραμόρφωσε την ελληνική κοινωνία. Παρά τις φωνές στο Βερολίνο -και όχι μόνο- ότι υπάρχουν Έλληνες που συνταξιοδοτούνται στα 50 και δεν πληρώνουν φόρους, γεγονός είναι ότι το πλήγμα από τη λιτότητα στην Ελλάδα είναι ήδη βαρύ. Οι δημόσιες δαπάνες ψαλιδίστηκαν, ενώ μισθοί και συντάξεις μειώθηκαν κατά 25%. Η Ελλάδα έχασε το ένα πέμπτο της οικονομικής της παραγωγής.
Η λαϊκή οργή, όμως, δεν δίνει απαντήσεις. Η Ελλάδα μπορεί να πει όχι στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο. Μπορεί να περιφρονήσει τους μηχανισμούς του ΔΝΤ, μπορεί ακόμη και να αποδεσμευθεί από το ευρώ. Δεν μπορεί, όμως, να αποφύγει τον τελικό λογαριασμό. Είτε εντός είτε εκτός ευρώ, η Ελλάδα δεν μπορεί να αποφύγει τη βάρβαρη προσαρμογή που χρειάζεται για να βελτιώσει τα δημοσιονομικά της και για να ανακτήσει τη διεθνή της ανταγωνιστικότητα. Με την απλή διαγραφή χρεών και την επιστροφή της δραχμής θα πυροδοτηθεί οικονομική καταστροφή.
Οι Έλληνες πολιτικοί μπορεί να στοιχηματίζουν ότι οι πιστωτές της χώρας μπλοφάρουν, ότι όσο και να επιμένουν για το αντίθετο, η Ε.Ε. και το ΔΝΤ δεν μπορούν να αντέξουν άτακτη ελληνική χρεοκοπία. Οι τελευταίοι τριγμοί στο ισπανικό τραπεζικό σύστημα υπενθυμίζουν σε όλους τους κινδύνους μετάδοσης στην περιφέρεια της ευρωζώνης. Το τείχος προστασίας της νομισματικής ένωσης έχει χτιστεί κατά το ήμισυ. Θα θελήσει πραγματικά η Γερμανία της Angela Merkel να αναλάβει το ρίσκο εξόδου της Ελλάδας, που θα σηματοδοτούσε τη διάσπαση της ευρωζώνης;
Υπάρχει πράγματι ένα σημαντικό επιχείρημα, που θα πρέπει να ειπωθεί όσον αφορά την εξισορρόπηση της λιτότητας και της αλληλεγγύης στην ευρωζώνη. Έχει βάση η άποψη ότι η Γερμανία ζήτησε πάρα πολλά και πολύ γρήγορα από τις χώρες της περιφέρειας. Η πολιτική της δημοσιονομικής προσαρμογής αυτοαναιρείται. Ακόμη και το Βερολίνο αναγνωρίζει τώρα ότι οι χώρες του πυρήνα θα πρέπει να συνεισφέρουν στην ανάκτηση της ανάπτυξης. Ευτυχώς, οι συζητήσεις αυτές άνοιξαν με την εκλογή του Francois Hollande στη Γαλλία.
Παρ’ όλα αυτά, η αίσθηση που έχω αποκομίσει από πολλούς απαθείς Ευρωπαίους αξιωματούχους και πολιτικούς είναι πως η Ελλάδα αυταπατάται εάν νομίζει ότι αυτή η ρητορική υπέρ της ανάπτυξης θα της επιτρέψει να παρακάμψει τις δεσμεύσεις της για δημοσιονομική προσαρμογή και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Η υπόλοιπη Ευρώπη έχει χάσει την υπομονή της. Οι συμφωνίες με αξιωματούχους της Αθήνας αντιμετωπίζονται πλέον με απόλυτη δυσπιστία και βαθιά απαισιοδοξία ως προς την ικανότητα του ελληνικού κράτους να αναμορφωθεί.
Υπάρχουν αναλυτές που υποστηρίζουν ότι όλα αυτά είναι για καλό: πως η σωτηρία της Ελλάδας βρίσκεται στην εγκατάλειψη του ευρώ. Πως η απότομη υποβάθμιση της δραχμής θα οδηγήσει σε ανάκτηση της εμπιστοσύνης. Είναι, όμως, λάθος να θεωρήσει κανείς ότι η υποτίμηση θα είναι ανώδυνη. Είναι ένας άλλος τρόπος για τη μείωση του βιοτικού επιπέδου. Όπως συμβαίνει και με τις περιπτώσεις άτακτης χρεοκοπίας, έτσι και με την υποτίμηση η επίπτωση θα είναι η έκρηξη στο τραπεζικό σύστημα της χώρας και ο πλήρης τερματισμός της όποιας πρόσβασης σε διεθνή δανεισμό.
Όλοι οι δρόμοι οδηγούν στη λιτότητα. Για την Ελλάδα, όμως, αυτό που διακυβεύεται είναι μεγαλύτερο από την οικονομία. Η τραγωδία από την ένταξη της Ελλάδας στην Ε.Ε. ήταν η αποτυχία της να αγνοήσει τη γεωγραφική της θέση και να επαναπροσδιοριστεί ως σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος. Τώρα πια δύσκολα μπορεί να δει κανείς πώς θα παραμείνει στην ευρωζώνη. Θέλει, όμως, να επιστρέψει στα Βαλκάνια;”
Διαβάστε επίσης :