“Η συνταγματική αναθεώρηση απαιτεί ευρύτερες συγκλίσεις και συναινέσεις, στη βάση όμως ενός συγκροτημένου πολιτικού πλαισίου. Αντίθετα, η εμμονή του κ. Μητσοτάκη στο να κριθούν αναθεωρητέα όλα τα άρθρα του Συντάγματος που εισηγούνται τα κόμματα είναι, όχι μόνο αδιανόητη αλλά και συγκρούεται με τη λογική του Συντάγματος”, αναφέρει, μεταξύ άλλων, non paper του ΣΥΡΙΖΑ, σε απάντηση στις “πηγές” της Πειραιώς.
Και το non paper συνεχίζει:
“Σύμφωνα με το Σύνταγμα, απαιτούνται δύο ψηφοφορίες σε δύο διαδοχικές κοινοβουλευτικές περιόδους, που χρειάζεται η πρώτη να έχει 151 και η δεύτερη 180 ή 180 η πρώτη και 151 η δεύτερη.
Η λογική Μητσοτάκη δεν εστιάζει στη σύνθεση και στη συναίνεση, αλλά ταιριάζει περισσότερο σε τζογαδόρο, ενώ εκφράζει τη θεσμική ανευθυνότητα του ίδιου, ακόμα και στο κορυφαίο ζήτημα της αναθεώρησης του Συντάγματος.
Η “τολμηρή αναθεώρηση” στην οποία αναφέρεται η ΝΔ δεν είναι τίποτα άλλο παρά η συνταγματοποίηση του ακραίου νεοφιλελευθερισμού.
Για αυτό και ο κ. Μητσοτάκης εχθρεύεται οτιδήποτε ενδυναμώνει τη λαϊκή παρέμβαση, όπως το αναλογικό εκλογικό σύστημα και τα δημοψηφίσματα, ή προστατεύει τους εργαζόμενους και τα δημόσια αγαθά.
Για αυτό και έχει ως πρωταρχικό του στόχο την αναθεώρηση του άρθρου 16 και την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων.
Εντύπωση μας προκαλεί η παράλειψη κάθε αναφοράς στο άρθρο 86 και στο νόμο περί ευθύνης υπουργών στο non paper της ΝΔ, όταν τις τελευταίες ημέρες ο κ. Μητσοτάκης αυτοπαρουσιάζεται ως ο σύγχρονος Δον Κιχώτης που έδινε μόνος του “μάχες” κατά του συγκεκριμένου άρθρου. Τις οποίες μόνο ο ίδιος θυμάται.
Όσο για τις αναφορές περί “προεκλογικού χρόνου” της αναθεώρησης, μόνο θυμηδία προκαλούν όταν εκστομίζονται από τον άνθρωπο που από το 2016 έχει ζητήσει εκατοντάδες φορές εκλογές, ενώ άλλες τόσες τις έχει κερδίσει κιόλας στο μυαλό του”.
ΝΔ προς ΣΥΡΙΖΑ
Νωρίτερα το απόγευμα της Δευτέρας (05.11.2018), πηγές της Πειραιώς ασκούσαν κριτική στην κυβέρνηση, αναφέροντας ότι, ενώ η αναθεώρηση του Συντάγματος είναι από τη φύση της μια συναινετική διαδικασία, καθώς απαιτεί εκτενή διάλογο, αυξημένες πλειοψηφίες και ευρύτερες συγκλίσεις, “η κυβέρνηση εργαλειοποιεί την αναθεώρηση του Συντάγματος για να αποκρύψει την πολιτική της αποσύνθεση και την παρακμή στην οποία έχει οδηγήσει τη χώρα.
Αν πραγματικά ενδιαφερόταν για μια ευρεία, τολμηρή και συναινετική αναθεώρηση δεν θα την έφερνε στη Βουλή σε προεκλογικό χρόνο, όπου εκ των πραγμάτων δεν υπάρχει ούτε ο χρόνος, ούτε οι πολιτικές προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο. Πολλώ δε μάλλον όταν την ίδια ώρα προβαίνει διαρκώς σε διχαστικές κινήσεις που υπονομεύουν την κορυφαία αυτή διαδικασία”.