Η κ. Παναγοπούλου σημειώνει πως «κάποιοι που ανακάλυψαν όψιμα το Αθλητικό και Ολυμπιακό Κίνημα και κάποιοι, που θυσιάζουν κάθε ίχνος αξιοπρέπειας, αναπαράγοντας ψέματα, ενώ, έχτισαν καριέρες πάνω στο Κρατικό χρήμα και ευημέρησαν «δημοσία δαπάνη», θα έπρεπε να το σκεφτούν καλά, πριν με πιάσουν στο στόμα τους. Έχω ενημερώσει, σχετικά, τους νομικούς εκπροσώπους μου».
Αναλυτικά τα όσα αναφέρει η κ. Παναγοπούλου
«Είχα αποφασίσει να μην ασχοληθώ με τις δυσώδεις απόπειρες εμπλοκής μου, σε «δήθεν» πολιτικά και παραπολιτικά παιχνίδια των ημερών.
Έκανα λάθος, γιατί, αποδεικνύεται, ότι μια ετερόκλητη συμμαχία συμφερόντων και φθόνου ορισμένων «υπερτιμημένων τίποτα» συνεχίζει την εξερεύνηση του βάραθρου «κάτω από τον πάτο», προχωρώντας σε αμφισβήτηση της σχέσης μου με το Αθλητικό, Ολυμπιακό και Παραολυμπιακό κίνημα.
Επειδή, η Ελλάδα είναι μικρή και ο κόσμος, ακόμα, μικρότερος και όλοι, γνωριζόμαστε, αποφάσισα να απαντήσω, ώστε, να προστατευτεί η αλήθεια, δηλαδή, ο μόνος σύμμαχος της Δημοκρατίας σε καιρούς εκφασισμού και ισοπέδωσης.
Η αλήθεια έχει ως εξής:
Το 1998, η Πολιτεία, με όρισε Εθνική Πρέσβη της Ελλάδας στο Συμβούλιο της Ευρώπης, για τον Αθλητισμό, την Ανοχή και το Ευ Αγωνίζεσθαι.
Φυσικά, αρνήθηκα, κάθε προνόμιο και αμοιβή, που προέβλεπε η θέση και από τότε, μέχρι και σήμερα, με δαπάνες της οικογένειάς μου, αγωνίζομαι, σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης, για την διάσωση και την ανάδειξη των Ολυμπιακών Αξιών και την προβολή της Πατρίδας μας στο Διεθνές Αθλητικό Κίνημα.
Ως αντιπρόεδρος και μετέπειτα, Πρόεδρος του μεγαλύτερου Αθλητικού Σωματείου Γυναικών, του ΠΑΣΓ «ΚΑΛΛΙΠΑΤΕΙΡΑ», από το 1997, αισθάνομαι υπερήφανη, γιατί, κατορθώσαμε, από κοινού, με τις χιλιάδες γυναίκες, μέλη μας σε όλη την Ελλάδα, να υλοποιήσουμε και να παραδώσουμε στη νεολαία μας, δεκάδες αθλητικών υποδομών, σε όλη τη χώρα, καθώς και να ενισχύσουμε, αποφασιστικά, με χρήματα και εξοπλισμό, στα πλαίσια Μνημονίων Συνεργασίας με το Σύλλογο Ελλήνων Ολυμπιονικών και το Σύλλογο Ελλήνων Παραολυμπιονικών, περισσότερους, από τριάντα Πρωταθλητές και Ολυμπιονίκες και στηρίξαμε και συνεχίζουμε να στηρίζουμε την Ελληνική Παραολυμπιακή Επιτροπή, από το 2012, έως σήμερα.
Όλοι αυτοί οι Φορείς, καθώς και η Εκκλησία της Ελλάδος, μου έχουν απονείμει, πολλές φορές, βραβεία για τη συνολική προσφορά μου στον Αθλητισμό και το Ολυμπιακό Κίνημα.
Το 2012, η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή, μου απένειμε – για πρώτη φορά σε Ελληνίδα- το Πρώτο Βραβείο «Γυναίκα και Αθλητισμός για την Ευρώπη 2012», σε ειδική τελετή στο Los Angeles.
Το 2016, συνυπέγραψα, παρουσία του Προέδρου της ΔΟΕ, κυρίου Tomas Bach, το ψήφισμα για την Εκεχειρία, στην Αρχαία Ολυμπία, από κοινού, με τις κυρίες Ντόρα Μπακογιάννη και Φάνη Πάλλη-Πετραλιά, καθώς και με τον Πρόεδρο της ΕΟΕ κύριο Σπύρο Καπράλο και τον Πρόεδρο της ΔΟΑ κύριο Ισίδωρο Κούβελο.
Το 2017, η ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ενέκρινε την ανακήρυξή μου, ως «Ευρωπαίου Πολίτη της Χρονιάς 2017», συνεκτιμώντας, την πολυετή και ανιδιοτελή προσφορά μου στον Αθλητισμό και την Κοινωνία των ενεργών Πολιτών.
Επισυνάπτω σχετικό φωτογραφικό υλικό, από τις στιγμές αυτές, καθώς, στους πονηρούς καιρούς που διανύουμε, «ότι είναι, πρέπει και να φαίνεται».
“Θυσιάζουν κάθε ίχνος αξιοπρέπειας”
Κάποιοι που ανακάλυψαν όψιμα το Αθλητικό και Ολυμπιακό Κίνημα και κάποιοι, που θυσιάζουν κάθε ίχνος αξιοπρέπειας, αναπαράγοντας ψέματα, ενώ, έχτισαν καριέρες πάνω στο Κρατικό χρήμα και ευημέρησαν «δημοσία δαπάνη», θα έπρεπε να το σκεφτούν καλά, πριν με πιάσουν στο στόμα τους. Έχω ενημερώσει, σχετικά, τους νομικούς εκπροσώπους μου.
Για το τέλος, ένα σχόλιο, μόνο. Συνολικά, για την καταδρομικού τύπου επιχείρηση δολοφονίας χαρακτήρος, που έχει εξαπολυθεί εις βάρος μου τις τελευταίες μέρες:
«Τιμή μου, που γεννήθηκα στα προσφυγικά της Νέας Σμύρνης. Τιμή μου, που ξενύχτησα εργαζόμενη και επιχειρώντας, πάνω από 20 χρόνια, σε συνθήκες ελεύθερης αγοράς, στο Βέλγιο και στην Ελλάδα, όταν, κάποιοι, κλώνοι ευγονικής λεηλατούσαν το δημόσιο χρήμα. Τιμή μου, που παντρεύτηκα ένα σπουδαίο Έλληνα, τον Περικλή Παναγόπουλο, που γέμισε τις θάλασσες του κόσμου, με πλοία ντυμένα γαλανόλευκα.
Τιμή μου, που μου δίνεται η ευκαιρία, να συνεχίζω, να υπηρετώ την Πατρίδα μου, χωρίς, κανένα προνόμιο. Ούτε ζήτησα, ούτε έλαβα, ποτέ, αμοιβή ή προνόμια. Την Πατρίδα την υπηρέτησα, ως όφειλα, σαν Ελληνίδα. Έτσι, διδάχθηκα από τον πατέρα μου, την Σημαία της Εθνικής Αντίστασης του οποίου, με τιμή φυλάσσω στο σπίτι μου»