Στις απεγνωσμένες προσπάθειες της Βρετανίδας πρωθυπουργού, Τερέζα Μέι, να πάρει με το μέρος της τους ηγέτες των υπολοίπων 27 χωρών-μελών της Ε.Ε. στο θέμα της δηλητηρίασης του Σεργκέι Σκριπάλ και της κόρης του, αναφέρεται δημοσίευμα του Bloomberg.
Όπως αναφέρει το άρθρο, ο Αλέξης Τσίπρας εμφανίστηκε διστακτικός, όπως επίσης οι ηγέτες της Ουγγαρίας και της Ιταλίας. Τότε ήταν που ανέλαβε δράση ο Μαρκ Σέντγουιλ, σύμβουλος της Μέι, ο οποίος ταξίδεψε με την ομάδα του στις Βρυξέλλες, για να δώσει λεπτομερείς πληροφορίες για τον νευροτοξικό παράγοντα που χρησιμοποιήθηκε.
Στόχος των Βρετανών, αναφέρεται στο δημοσίευμα, ήταν να πειστούν όλοι οι ηγέτες της ΕΕ να υπογράψουν μία σκληρή δήλωση που θα καταδίκαζε τη Ρωσία για την επίθεση, αλλά και να κατανοήσουν οι χώρες την ανάγκη να διαλυθούν τα κατασκοπευτικά δίκτυα του Πούτιν, πιθανώς απελαύνοντας πράκτορες που εμφανίζονται ως νόμιμοι διπλωμάτες, όπως έκανε η Τερέζα Μέι.
Ωστόσο, οι προσπάθειες του Σέντγουιλ, την Τετάρτη, παραμονή της Συνόδου, απέβησαν άκαρπες και το προσχέδιο με τα συμπεράσματα που θα υπέγραφαν οι ηγέτες ήταν «αδύναμο» και αντί να κατηγορεί ευθέως τη Ρωσία ανέφερε ότι «λαμβάνεται εξαιρετικά σοβαρά υπόψη η εκτίμηση της Βρετανίας ότι ευθύνεται η Μόσχα για την επίθεση».
Οι συναντήσεις της Μέι
Τότε ανέλαβε δράση η Τερέζα Μέι, η οποία συνάντησε την Πέμπτη μεταξύ άλλων τους ηγέτες της Δανίας, της Σουηδίας, της Λετονίας και της Λιθουανίας, που προσέφεραν τη στήριξή τους στη Βρετανίδα. Ακολούθησε συνάντησή της με τον Εμανουέλ Μακρόν και την Αγκελα Μέρκελ, τους οποίους ενημέρωσε για τη βρετανική έρευνα για τον νευροτοξικό παράγοντα. Οι τρεις τους συμφώνησαν ότι η Ε.Ε. πρέπει να στείλει ένα ισχυρό ευρωπαϊκό μήνυμα ως απάντηση στις ρωσικές ενέργειες.
Στο γεύμα των ηγετών που ακολούθησε, στις 8:30 μ.μ., η Μέι τόνισε ότι η επίθεση στο Σόλσμπερι δεν ήταν μόνο ένα έγκλημα σε βάρος του Σκριπάλ και της κόρης του ή των κατοίκων της πόλης, αλλά μία επίθεση στις ευρωπαϊκές αξίες. Παρότι είχε στήριξη, υπήρχαν και εκείνοι που αντιστέκονταν, συνεχίζει το Bloomberg.
Η αμηχανία Τσίπρα
«Ο Ελληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας φαινόταν ο πιο αμήχανος. Μίλησε με τον Πούτιν στο τηλέφωνο για μισή ώρα την Πέμπτη και τον συνεχάρη για την επανεκλογή του. Ενας αξιωματούχος είπε ότι υπήρχε καλή χημεία ανάμεσα στους δύο ηγέτες και αποκάλυψε ότι ο Πούτιν κάλεσε τον Τσίπρα να τον επισκεφθεί στο Κρεμλίνο. Κατά τη διάρκεια του δείπνου, ο Ελληνας πρωθυπουργός αμφισβήτησε το αν η σύνοδος των ηγετών ήταν η κατάλληλη συνάντηση για μία έρευνα αυτού του είδους. Ηταν αντίθετος με το να γίνει πιο σκληρή η γλώσσα στα συμπεράσματα της συνόδου και προειδοποίησε ότι η δήλωση της ΕΕ δεν πρέπει να είναι τόσο ισχυρή ώστε να είναι αναπόφευκτες οι κυρώσεις», αναφέρει το δημοσίευμα.
Αμφιβολίες είχε και ο Ιταλός πρωθυπουργός Πάολο Τζεντιλόνι, σύμφωνα με κάποιους διπλωμάτες που επικαλείται το Bloomberg, μαζί με τον Αυστριακό καγκελάριο Σεμπάστιαν Κουρτς, ο οποίος ήταν κατά της ανάκλησης πρέσβεων από τη Μόσχα, με το επιχείρημα ότι η Μέι είχε αφήσει εκεί τη βρετανική αντιπροσωπεία. Μετά τη Σύνοδο, ο Τζεντιλόνι είπε σε δημοσιογράφους ότι υιοθέτησε την απόφαση της ΕΕ, αλλά προειδοποίησε κατά μίας κλιμάκωσης ή του τερματισμού του διαλόγου με τη Ρωσία.
Έντονη η συζήτηση
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, η συζήτηση στο δείπνο ήταν έντονη και κράτησε πάνω από δύο ώρες, χωρίς να υπάρξει συμφωνία. Σε όσους ήταν παρόντες φαινόταν ότι η Μέι είχε συμφωνήσει με τον Μακρόν και την Μέρκελ από πριν για την τακτική. Η Γερμανίδα καγκελάριος έκανε δύο παρεμβάσεις και υποστήριξε σθεναρά ότι η Ενωση δεν πρέπει να αποφύγει να ρίξει την ευθύνη εκεί που έδειχναν οι αποδείξεις, την πόρτα του Κρεμλίνου.
Τελικά, στις 10:41 μ.μ. ο Ντόναλντ Τουσκ ανακοίνωσε ότι υπήρχε συμφωνία. Στο tweet του, ενώ βρισκόταν ακόμη στο τραπέζι του δείπνου, έγραψε τις λέξεις κλειδιά. «Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συμφωνεί με τη βρετανική κυβέρνηση ότι είναι εξαιρετικά πιθανό πως η Ρωσία είναι υπεύθυνη για την επίθεση στο Σόλσμπερι και ότι δεν υπάρχει καμία άλλη αληθοφανής εξήγηση», ανέφερε.