Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγουν κυβερνητικά στελέχη, κάνοντας απολογισμό της επίσκεψη του Γάλλου υπουργού Οικονομίας Μπρουνό Λε Μερ, στην Αθήνα και προσθέτουν ότι οι πιθανότητες για συμφωνία αυξήθηκαν πάρα πολύ.
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι η πιο σημαντική σύμπτωση απόψεων αφορά στο σύστημα της πρόβλεψης για τη λήψη μέτρων για το χρέος.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Το κεντρικό σημείο είναι η ρήτρα ανάπτυξης. Από το ρυθμό ανάπτυξης θα καθορίζονται τα μέτρα, τα οποία βασικά θα είναι η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων.
Οι πληροφορίες αναφέρουν πως η επιλογή των μέτρων θα εξαρτάται από την πρόβλεψη για το μέσο ρυθμό ανάπτυξης την επόμενη πενταετία. Ετσι, ουσιαστικά τεμαχίζεται ο χρόνος ως το 2060 σε πενταετίες και λαμβάνονται μέτρα.
Στόχος των μέτρων σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο είναι η συνολική δαπάνη για την εξυπηρέτηση του χρέους (τόκοι και κεφάλαια τα οποία η Ελλάδα θα δανείζεται πλέον από τις αγορές, εφόσον έχει καταφέρει να βγει στις αγορές) να μην ξεπερνά το 15% του ΑΕΠ.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι για τα χρόνια 2022, 2023 και 2024 που οι υποχρεώσεις είναι θηριώδεις, θα επιμηκυνθεί η εξόφληση του χρέους, ούτως ώστε να συμμορφώνεται με το 15% του ΑΕΠ, που αποφασίστηκε το Μάιου του 2016.
Στο σημείο αυτό αξίζει να επισημανθεί ότι δεν αναγκαίο να ληφθούν πρόσθετα μέτρα τα επόμενα χρόνια ως το 2021.
Το σημαντικό στην προκειμένη περίπτωση είναι ο ρυθμός και το ύψος ανάπτυξης την επόμενη πενταετία. Αν είναι υψηλός θα ληφθούν λιγότερα μέτρα, αν είναι χαμηλός περισσότερα.
Με τον τρόπο αυτό μετατίθεται για αργότερα και η ποσοτικοποίηση και ακριβής εξειδίκευση των μέτρων.
Στο σκέλος αυτό, υπάρχει ένα σημείο το οποίο θα αποφασιστεί στο Eurogroup, καθώς υπάρχουν διαφορές ως προς τον χρόνο της επιμήκυνσης. Η Ελλάδα προτείνει (το αποδέχθηκε και ο Λε Μερ λένε οι πληροφορίες) η επιμήκυνση να είναι 20ετής, ενώ η αντιπρόταση λέει να είναι 15ετής, οπότε αν ληφθεί υπόψη ο κανόνας των συμβιβασμών που κυριαρχεί στην Ευρωπαϊκή Ενωση, είναι πολύ πιθανό να υπάρξει συμβιβασμός γύρω στα 17 χρόνια.
Το επόμενο σημαντικό στοιχείο της συμφωνίας, ιδίως για την Ελλάδα, είναι το ύψος της αναπτυξιακής βοήθειας και ο χαρακτήρας αυτής.
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι είναι ¨καλοδεχούμενα¨ τα δώρα των Βρυξελλών για εμπροσθοβαρή καταβολή των κονδυλίων των προγραμμάτων, το πακέτο Γιούνκερ, την επιστροφή των κερδών από τα οελληνικά μόλογα των κεντρικών τραπεζών και της ΕΚΤ και τη μεγαλύτερη δανειοδότηση από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ), όμως η ελληνική πλευρά θέτει στο τραπέζι το αίτημα, να διατεθούν για επενδύσεις και ενίσχυση της ανάπτυξης και τα 25 δισ. ευρώ που δεν χρησιμοποιήθηκαν για την ανακεφαλαιοποίση των τραπεζών.
Είναι άλλο ένα ανοιχτό ζήτημα, το οποίο θα αποφασιστεί στο Eurogroup και η Ελλάδα σε αυτό το θέμα έχει τη στήριξη της Γαλλίας.
Το ΔΝΤ θα είναι παρόν στο πρόγραμμα με αυξημένο ελεγκτικό ρόλο, ώστε να ικανοποιηθούν οι χώρες που το θέτουν ως απαραίτητο όρο για να εγκρίνουν τη δόση, όμως δεν θα συμμετάσχει χρηματοδοτικά, όσο δεν έχουν εξειδικευτεί τα μέτρα στο μέγεθος που αυτό απαιτεί.
Οσον αφορά στην ποσοτική χαλάρωση, αναζητείται η φόρμουλα που θα επιτρέψει στον Μάριο Ντράγκι και τους άλλους κεντρικούς τραπεζίτες, να πάρουν την απόφαση να εντάξουν τα ελληνικά ομόλογα στην ποσοτική χαλάρωση.
Ενα ατού κατά την εκτίμηση της ελληνικής κυβέρνησης είναι πως για την επόμενη πενταετία με βάση τη ρήτρα ανάπτυξης και το σύστημα που αναμένεται να εγκριθεί το χρέος με κριτήριο το ύψος της δαπάνης, που απαιτείται για την εξυπηρέτηση είναι διαχειρίσιμο (το κριτήριο της δαπάνης θεωρεί και το ΔΝΤ ως κύρι για να αποφασίσει αν είναι βιώσιμο) και υπό ορισμένες προϋποθέσεις θα μπορούσε να ¨βαφτιστεί¨ ακόμα και βιώσιμο για το ορατό μέλλον και σίγουρα για όσο θα διαρκέσει η ποσοτική χαλάρωση, κι΄ αυτή η τελευταία παρατήρηση είναι ίσως το ¨κλειδί¨ για την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο QE.
Τέλος, όσον αφορά ορισμένες επιφυλάξεις, περίεργες διατυπώσεις και δηλώσεις που ακούγονται από το Βερολίνο κυρίως, η κυβέρνηση τις εντάσσει στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων που ακόμα γίνονται για τα ανοιχτά θέματα.