«Ο Αλέξης Τσίπρας και ο υπουργός του των Οικονομικών Γιάννης Βαρουφάκης ισχυρίζονταν ότι θα μπορούσαν απλώς να εξαφανίσουν μαγικά την κρίση χρέους από τη χώρα τους. Και πολλοί Έλληνες τους πίστευαν. Είχαν μιαν ασυνήθιστη σχέση με την πραγματικότητα{…}. Τέσσερα χρόνια μετά (το δημοψήφισμα), δηλαδή τώρα, η Ελλάδα ψήφισε ξανά και η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική.
Σχεδόν το 58% των Ελλήνων συμμετείχε στις βουλευτικές εκλογές, εκ των οποίων το 39,85% ψήφισε υπέρ του να κυβερνήσει τη χώρα ο φιλελεύθερος πολιτικός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος τάσσεται υπέρ της την αξιοπιστίας και της σοβαρότητας.
Ο κ. Μητσοτάκης διεξήγαγε μια εκλογική εκστρατεία με την οποία δεν θα μπορούσε να έχει κερδίσει το 2015. Απέφυγε τις μεγάλες υποσχέσεις. Τις συμφωνίες με τους δανειστές, από την εύνοια των οποίων θα εξακολουθεί να εξαρτάται η υπερχρεωμένη χώρα και στο μέλλον, δεν θέλει να τις σκίσει όπως κάποτε ο Τσίπρας. Κάτι τέτοιο δεν θα το υποστήριζαν ούτε και οι Έλληνες», εκτιμά ο Γερμανός αρθρογράφος.
«Μόνο λίγοι πιστεύουν πια σε πολιτικούς θαυματοποιούς στην Ελλάδα. Για την ακρίβεια, είναι μόνο το 3,44% των ψηφοφόρων. Αυτό είναι εν πάση περιπτώσει το ποσοστό των ψήφων που έλαβε ο Γιάννης Βαρουφάκης με το νέο αριστερό του κόμμα. Ο πρώην υπουργός Οικονομικών εξακολουθεί να μιλάει όπως πριν από τέσσερα χρόνια. Μόνο που δεν θέλει κανείς να ακούει. Ο κ. Τσίπρας, αντιθέτως, θα μπορούσε να ενεργήσει πιο έξυπνα. Είναι ικανός να προσπαθήσει τώρα να επανεφεύρει τον εαυτό του στην αντιπολίτευση.
Μια φορά το έχει επιτύχει ήδη. Από επαναστάτης αρχικά έγινε ένας αριστερός πραγματιστής. Σε αυτόν τον ρόλο θα μπορούσε να επιβιώσει πολιτικά. Η ανάγκη των Ελλήνων για θαυματοποιούς καλύφθηκε», καταλήγει η Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ).