Στο θρίλερ των διαπραγματεύσεων αναφέρεται σημερινό δημοσίευμα των Financial Times, με την υπογραφή του Πίτερ Σπίγκελ, ο οποίος αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να ανοίξει η αυλαία για... ακόμη ένα ελληνικό δράμα.
Όπως τονίζει, δυστυχώς έχει γίνει συνήθεια οι «τριμηνιαίες» αξιολογήσεις των ελληνικών προγραμμάτων να μπορούν να εκτείνονται σε πολλά τρίμηνα – η πέμπτη τριμηνιαία αξιολόγηση του δεύτερου προγράμματος διήρκησε περίπου ένα χρόνο… ενώ γίνεται αναφορά και στο ζήτημα της ελάφρυνσης του χρέους για το οποίο υπάρχει μεγάλη διάσταση απόψεων ανάμεσα στις πλευρές….
“Όταν τα Wikileaks δημοσιοποίησαν την προηγούμενη εβδομάδα το περιεχόμενο εμπιστευτικής φύσεως τηλεφωνικής συνομιλίας μεταξύ ανώτερων αξιωματούχων του ΔΝΤ σχετικά με το πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας, εκείνο που εξόργισε περισσότερο την Αθήνα ήταν η πρόβλεψη του Πολ Τόμσεν, αρμόδιου του ΔΝΤ για την Ευρώπη: προέβλεψε ότι δεν θα υπάρξει απόφαση για την μελλοντική πορεία του προγράμματος έως ότου η Ελλάδα ξεμείνει από χρήματα τον Ιούλιο. Χθες, οι διαπραγματευτές του προγράμματος αναχώρησαν από την Αθήνα, μετά από μια ακόμη εβδομάδα άκαρπων συνομιλιών. Και ενώ υποσχέθηκαν να επαναλάβουν τις συνομιλίες στην εαρινή σύνοδο του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον, οι διαφορές μεταξύ των κύριων παραγόντων παραμένουν τόσο ευρείς ώστε η πρόβλεψη του Πολ Τόμσεν ενδέχεται να είναι αρκετά σωστή”, γράφει ο Πίτερ Σπίγκελ.
Και συνεχίζει, αναφερόμενος στον κίνδυνο του Grexit: “Για εκείνους που παρακολουθούν σποραδικά την ελληνική κρίση, το γεγονός ότι η ευρωζώνη είναι πάλι αντιμέτωπη με μία ακόμη προθεσμία προγράμματος κρίσιμης σημασίας μπορεί να φαίνεται περίπλοκο. Δεν αποφεύχθηκε το Grexit τον περασμένο Ιούλιο, μετά από σειρά ολονύκτιων συνόδων που κατέληξαν σε συμφωνία διάσωσης 86 δισ. ευρώ; Ναι και όχι. Η συμφωνία του Ιουλίου έδωσε σχεδόν αμέσως στην Ελλάδα 13 από τα 86 δισ. ευρώ, αφού η Αθήνα συμφώνησε να περάσει γρήγορα αναμόρφωση του συστήματος του ΦΠΑ και να μειώσει τις συνταξιοδοτικές παροχές, Ωστόσο, σημαντικό τμήμα του μεγαλύτερου βάρους αναβλήθηκε μέχρι την πρώτη τριμηνιαία αξιολόγηση του νέου προγράμματος – συμπεριλαμβανομένης και της σημαντικής απόφασης του ΔΝΤ για τη συμμετοχή του στο πρόγραμμα. Οι περιστασιακοί αναγνώστες μπορεί να διαβάσουν τις λέξεις «πρώτη τριμηνιαία αξιολόγηση» και να υποθέσουν ότι μια τέτοια αξιολόγηση θα ολοκληρωνόταν στο τέλος του πρώτου τριμήνου. Που στην περίπτωση του ελληνικού προγράμματος σήμαινε τον Οκτώβριο. Αλλά έχει γίνει μία ατυχής συνήθεια οι «τριμηνιαίες» αξιολογήσεις των ελληνικών προγραμμάτων να μπορούν να εκτείνονται σε πολλά τρίμηνα – η πέμπτη τριμηνιαία αξιολόγηση του δεύτερου προγράμματος διήρκησε περίπου ένα χρόνο.
Η τρέχουσα «τριμηνιαία» αξιολόγηση διαρκεί περίπου έξι μήνες μετά τη λήξη του πρώτου τριμήνου.Η καθυστέρηση προκύπτει από μια περίπλοκη τριμερή αντιπαράθεση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του ΔΝΤ και της Γερμανίας, με την ελληνική κυβέρνηση της οποίας ο μόνος σύμμαχος είναι κυρίως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η Αθήνα έχει υποσχεθεί να επιτύχει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% το 2018, αλλά κανείς από τους παίκτες του παιχνιδιού, δεν μπορεί να συμφωνήσει για το πώς θα επιτευχθεί αυτό. Αν οι Βρυξέλλες μπορούσαν, η αξιολόγηση θα είχε ήδη ολοκληρωθεί και οι διαπραγματεύσεις θα κατευθύνονταν στο πιο εύφλεκτο πολιτικά για την Αθήνα, ζήτημα της ελάφρυνσης του χρέους. Κατά την άπόψή τους, η Ελλάδα βρίσκεται τώρα σε τροχιά για πλεόνασμα 0,5% το 2018 και έχει υπογράψει, ανοίγοντας το δρόμο για νέες μεταρρυθμίσεις που θα φέρουν τις επιπρόσθετες 3 ποσοστιαίες μονάδες.
Το ΔΝΤ έχει μια πολύ διαφορετική άποψη. Πιστεύει ότι η Ελλάδα κατευθύνεται σε έλλειμμα 1%, και θεωρεί ότι η Αθήνα δεν μπορεί με κανένα τρόπο να επιτύχει πλεόνασμα 3,5% ως το 2018. Αντ΄αυτού, επιθυμεί η Ελλάδα να δεσμευθεί για μια μικρή αλλά σκληρή λίστα μεταρρυθμίσεων, που θα περιλαμβάνει βαθιές συνταξιοδοτικές περικοπές, κάτι που θα οδηγήσει σε πλεόνασμα 1,5%. Το υπόλοιπο, όπως επιχειρηματολογεί το Ταμείο, θα προκύψει από την ελάφρυνση του χρέους.
Ωστόσο, αυτό δεν βρίσκει σύμφωνη τη Γερμανία, όπου η ελάφρυνση του χρέους δεν αποτελεί δημοφιλή επιλογή καθώς το Βερολίνο είναι ο μεγαλύτερος πιστωτής της Ελλάδας. Κι αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον, ο κ. Τόμσεν ισχυρίστηκε στην τηλεφωνική επικοινωνία του, ότι ή η Γερμανία πρέπει να συμφωνήσει σε μια μεγάλη ελάφρυνση χρέους ή θα πρέπει να διανύσουν τον υπόλοιπο δρόμο χωρίς τη συμμετοχή του ΔΝΤ – και η συνέχιση του ελληνικού προγράμματος χωρίς το ΔΝΤ είναι εξίσου μη δημοφιλής στο Μπούντεσταγκ όσο και η ελάφρυνση του χρέους”.
Και καταλήγει: “Όλα αυτά καθίστανται επικίνδυνα γνώριμα: όλες οι πλευρές βρίσκονται σε αδιέξοδο, τον Ιούλιο επίκειται αποπληρωμή μεγάλης δόσης χρέους, και ο Α. Τσίπρας, ο Έλληνας πρωθυπουργός, αναζητά βοήθεια από τους Γάλλους, πραγματοποιώντας μια απροσδόκητη επίσκεψη, σήμερα στο Παρίσι και αύριο στις Βρυξέλλες. Ίσως, ανοίγει η αυλαία για ένα ακόμη ελληνικό δράμα”.
ΠΗΓΗ: FINANCIAL TIMES