Σε κύριο άρθρο τους οι Financial Times χαρακτηρίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ και τους Γάλλους Σοσιαλιστές ως ''απομεινάρια μιας παλιάς αλλά εξαντλημένης αριστεράς που σύντομα θα έρθει αντιμέτωπη με τη δεινή δημοσιονομική κατάσταση των κοινωνιών της''.
Διαβάστε όλο το άρθρο με τίτλο : Η “δεξιά” πρέπει να αγαπήσει ξανά το κράτος
”Όταν μου ζητήθηκε να γράψω ένα άρθρο για το μέλλον του συντηρητισμού, δίστασα, γιατί μου φαινόταν ότι τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη, αυτό που χρειάζεται περισσότερο είναι να εφευρεθεί ξανά η αριστερά.
Για περισσότερο από μία γενιά κυριαρχούν οι συντηρητικές ιδέες στις οποίες μάλιστα υπάρχει ελάχιστος σοβαρός ανταγωνισμός. Στον απόηχο της χρηματοοικονομικής κρίσης και με την άνοδο της μαζικής ανισότητας, θα έπρεπε να υπάρχει εκτίναξη του αριστερού λαϊκισμού.
Παρόλα αυτά, κάποιοι από τους πιο δραστήριους λαϊκιστές τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη βρίσκονται στη δεξιά. Υπάρχουν πολλοί λόγοι για αυτό και ένας εξ αυτών είναι πως αδιαμφισβήτητα η κοινή γνώμη δεν πιστεύει πως η αριστερά έχει αξιόπιστες λύσεις στα τρέχοντα προβλήματα.
Η άνοδος των Σοσιαλιστών στη Γαλλία και του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα δεν αναιρεί αυτό το γεγονός. Και τα δύο είναι απομεινάρια μιας παλιάς αλλά εξαντλημένης αριστεράς που σύντομα θα έρθει αντιμέτωπη με τη δεινή δημοσιονομική κατάσταση των κοινωνιών της.
Αυτό που χρειαζόμαστε είναι μία αριστερά που να μπορεί να εμποδίσει τις απώλειες θέσεων εργασίας στη μεσαία τάξη των πλουσίων χωρών και τη μείωση των εισοδημάτων μέσω νέων συστημάτων αναδιανομής που δεν θα υπονομεύουν την οικονομική ανάπτυξη ή την μακροπρόθεσμη δημοσιονομική υγεία.
Εάν όμως, δεν μπορούμε να λύσουμε το πρόβλημα από τα αριστερά ίσως μπορέσουμε να το λύσουμε από δεξιά. Το μοντέλο του μελλοντικού αμερικανικού συντηρητισμού υπάρχει εδώ και καιρό: είναι η ανανέωση της θεωρίας του Alexander Hamilton και του Theodore Roosevelt που είδαν την ανάγκη για περιορισμένο αλλά ισχυρό κράτος, το οποίο χρησιμοποιεί τη δύναμή του για χάρη της εθνικής αναγέννησης.
Οι αρχές που θα προωθούσε αυτό το κράτος, είναι εκείνη της ιδιοκτησίας και της ανταγωνιστικής οικονομίας της αγοράς, της δημοσιονομικής υπευθυνότητας, ενώ η ταυτότητα και η εξωτερική πολιτική θα βασίζονται στο έθνος και στο εθνικό συμφέρον και όχι σε κάποιο κοσμοπολίτικο παγκόσμιο ιδανικό. Το κράτος όμως, θα ήταν σύμμαχος και όχι εχθρός αυτών των στόχων.
Η δυσπιστία ως προς την κρατική αρχή ήταν όμως, ένας βασικός παράγοντας της αμερικανικής ιδιαιτερότητας, τόσο από την πλευρά της δεξιάς όσο και από την πλευρά της αριστεράς. Η σύγχρονη δεξιά, ωστόσο, προχώρησε σε παράλογα άκρα, επιδιώκοντας επιστροφή όχι μόνο στα όσα ίσχυαν πριν από το New Deal, αλλά ακόμη και πριν από την προοδευτική εποχή στο γύρισμα του 20ου αιώνα.
Το Ρεπουμπλικανικό κόμμα μπέρδεψε τον όρο περιορισμένο κράτος με το αδύναμο κράτος. Αυτό τουλάχιστον φαίνεται από την ατζέντα του που περιλαμβάνει μείωση των κεφαλαίων για την εκτελεστική εξουσία και τις εποπτικές αρχές, ακόμη και της εφορίας, την αποστροφή προς κάθε είδους φορολογία και από το ότι δεν αναγνωρίζεται ότι υπάρχουν και άλλοι παράγοντες, πέρα από το κράτος, που μπορούν να απειλήσουν την ελευθερία.
Ένα νέο είδος συντηρητισμού θα μπορούσε να αναζητήσει έμπνευση στην προεδρία του Theodore Roosevelt. Ακριβώς όπως και στην προκειμένη περίπτωση, ο αμερικανικός καπιταλισμός στα τέλη του 19ου αιώνα είχε δημιουργήσει ισχυρά νέα συμφέροντα, ειδικότερα ως προς το σιδηροδρομικό και το οδικό δίκτυο που πυροδότησαν τεράστιες συγκρούσεις με αγρότες, πλοιοκτήτες και τους ίδιους τους εργαζόμενους.
Ο Roosevelt πίστευε ότι κανένα ιδιωτικό συμφέρον δεν θα έπρεπε να είναι πιο ισχυρό από το κράτος και φρόντισε να το εξασφαλίσει κινούμενος ενάντια της Northern Securities και άλλων trusts. Θα φανταζόταν κανείς ότι εάν διατελούσε πρόεδρος κατά τη διάρκεια της χρηματοοικονομικής κρίσης του 2008-2009, δεν θα ήταν ικανοποιημένος με το συνονθύλευμα που είναι το νομοσχέδιο Dodd-Frank και πως θα επεδίωκε τη διάσπαση της Goldman Sachs και της JPMorgan Chase σε μικρότερα τμήματα που δεν θα εγκυμονούσαν κινδύνους σε περιπτώσεις χρεοκοπίας.
Εάν μία νέα συντηρητική γενιά, μπορούσε να βάλει τη Wall Street στη θέση της, τότε θα είχε πολύ μεγαλύτερη αξιοπιστία αντιμετωπίζοντας τα συνδικάτα του δημοσίου τομέα και άλλες ομάδες συμφερόντων από την αριστερά, όπως συνέβη και με τον Roosevelt.
Εάν οι σύγχρονοι συντηρητικοί μπορούσαν να ξεπεράσουν την ιδεολογική τους αποστροφή προς το κράτος, τότε θα αναγνώριζαν ότι η αμερικανική κυβέρνηση έχει επείγουσα και μεγάλη ανάγκη μεταρρυθμίσεων και όχι κατάργησης. Οι εταιρίες του ιδιωτικού τομέα έχουν υποστεί τεράστιες αλλαγές κατά τις τελευταίες δεκαετίες, μειώνοντας τις διευθυντικές ιεραρχίες, αναβαθμίζοντας τις δεξιότητες του εργατικού δυναμικού ενώ πειραματίστηκαν αδιάκοπα με νέες οργανωτικές μορφές.
Η αμερικανική κυβέρνηση αντιθέτως, φαίνεται πως είναι εγκλωβισμένη στο γραφειοκρατικό μοντέλο, τους κανόνες και την ιεραρχία του 19ου αιώνα. Πρέπει να γίνει μικρότερη, αλλά παράλληλα ισχυρότερη και πιο αποτελεσματική. Και αυτό δεν θα γίνει εάν ο κόσμος δεν καταφέρει να δει την εργασία στο δημόσιο ως λειτούργημα παρά ως ένα περιφρονημένο επάγγελμα για όσους δεν τα κατάφεραν στον ιδιωτικό τομέα.
Υπό αυτή την άποψη, οι συντηρητικοί έχουν ένα πλεονέκτημα, γιατί μπορούν να καλέσουν ανθρώπους να ασκήσουν το δημόσιο καθήκον τους στο Αμερικανικό έθνος αντί να χρησιμοποιήσουν άλλα αφηρημένα ιδανικά.
Η ανάκτηση του συντηρητισμού που στηρίζει όμως, το ισχυρό κράτος, θα έχει τεράστιο αντίκτυπο και στην εξωτερική πολιτική. Συνεπάγεται συνέχιση των επενδύσεων στην αμερικανική στρατιωτική δύναμη και διεθνή δέσμευση για διατήρηση μίας ισορροπίας δυνάμεων που να ευνοεί τα αμερικανικά συμφέροντα.
Η θέση αυτή ωστόσο, είναι συμβατή με μία προσεκτική συνετή διαχείριση της εθνικής εξουσίας: αντί να υπονομεύει τη δημοσιονομική θέση των ΗΠΑ μέσω δαπανηρών πολέμων θα φρόντιζε για την ανάκτηση της οικονομίας ως προϋπόθεση για τη μακροπρόθεσμη επαναβεβαίωση της στρατιωτικής ισχύος.
Η ανάκτηση ενός συντηρητισμού σαν του Hamilton και του Roosevelt απαιτεί όμως, να πεταχτούν στο καλάθι των αχρήστων αρκετές ιδέες που επικράτησαν στη δεξιά από την άνοδο του Ronald Reagan, όπως η προθυμία να δεχθούμε ελλείμματα ενόσω συνεπάγονται χαμηλότερη φορολογία. Αυτή η θεωρία, αν και από πολλές πλευρές μοιάζει με τον ευρωπαϊκό συντηρητισμό, είναι βαθιά αμερικανική.
Τόσο ο Hamilton όσο και ο Roosevelt πίστευαν σθεναρά στον ιδιαίτερο χαρακτήρα του αμερικανικού καθεστώτος και στην ιδέα της προόδου. Ο Hamilton είχε προβλέψει ότι ένα κεντρικό κράτος θα ήταν αναγκαίο για να δημιουργηθεί μία εθνική αγορά και μία οικονομία που να βασίζεται στη μεταποίηση. Ο Roosevelt κατανόησε ότι η βιομηχανική οικονομία είχε απελευθερώσει δυνάμεις που έπρεπε να περιοριστούν. Είδαν ότι η εθνική ισχύς ήταν ένα εργαλείο για να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι και το οποίο θα έπρεπε να καλλιεργηθεί και να οικοδομηθεί αντί να δαιμονοποιηθεί και να πνιγεί σε μια μπανιέρα”.
Πηγή Euro2day
Διαβάστε επίσης :