«Η Ελλάδα θα είναι από τις χώρες που θα καταφέρει να κρατήσει θετικούς ρυθμούς και το 2023», τόνισε μεταξύ άλλων ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων Άδωνις Γεωργιάδης.
Ο κ.Γεωργιάδης ο οποίος εκπροσώπησε τον πρωθυπουργό, κ. Κυριάκο Μητσοτάκη, στα Βραβεία Ανάπτυξης & Ανταγωνιστικότητας – Growth Awards 2022 της Eurobank και της Grant Thornton τόνισε επίσης πως «πιστεύουμε ότι με συντονισμένη προσπάθεια και σοβαρότητα θα ξεπεράσουμε περίπου το 2% σε ανάπτυξη και το 2023, παρά τον πόλεμο».
«Η αβεβαιότητα η οποία χτυπάει με ιδιαίτερη σφοδρότητα την Ευρώπη, αποκλείεται να μην επηρεάσει το 2023 και τη δική μας οικονομία. Θα ήταν οξύμωρο και αντιφατικό να πιστέψουμε ότι μπορεί οι πελάτες μας να είναι σε κρίση και εμείς να περνάμε καλά. Είναι σίγουρο ότι το 2023 θα είναι μία χρονιά πιστεύουμε ακράδαντα όχι υφέσεως για την Ελλάδα. Οι θετικοί όμως αυτοί ρυθμοί δεν θα έχουν σύγκριση με τους φετινούς, δεν θα είναι στα φετινά ύψη. Θα είναι αρκετά χαμηλότερα», ανέφερε.
Ο κ. Γεωργιάδης στάθηκε στην έρευνα του Economist για το επιχειρηματικό περιβάλλον, σύμφωνα με την οποία «η Ελλάδα ανακηρύχθηκε πρώτη σε όλο τον κόσμο σε βελτίωση επιχειρηματικού περιβάλλοντος από το 2019, από την έναρξη δηλαδή της θητείας της κυβερνήσεως Μητσοτάκη, μέχρι σήμερα ανεβαίνοντας συνολικά 16 θέσεις στο σχετικό πίνακα της παγκόσμιας κατάταξης».
«Για την επιτυχία αυτή, την αξία της οποίας εσείς που είστε εδώ παρόντες σήμερα την καταλαβαίνετε καλύτερα από τον κάθε άλλο στη χώρα και στις δικές σας δουλειές και στις δικές σας επενδυτικές πρωτοβουλίες, αισθάνομαι πολύ μεγάλη περηφάνια καθόσον, κατόπιν εντολής του πρωθυπουργού, είχα όλα αυτά τα χρόνια την προεδρία του συντονισμού της κυβερνήσεως για τη βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος στη χώρα και την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που κυρίως εισηγήθηκε η Παγκόσμια Τράπεζα για αυτό», ανέφερε ο κ. Γεωργιάδης.
Ο υπουργός επεσήμανε εξάλλου ότι η Ελλάδα φέτος, πέτυχε τριπλό ρεκόρ, επενδύσεων, τουριστικών εισπράξεων και εξαγωγών. «Το 2022 είναι μία καλή χρονιά τελικά για την ελληνική οικονομία, παρά την πανδημία και παρά τον πόλεμο», κατέληξε.