Αφορμή για την οργισμένη δήλωση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας ήταν δημοσίευμα του Documento με τίτλο «το βίντεο Φρουζή που καίει Σαμαρά και Στουρνάρα». Ο Γιάννης Στουρνάρας χαρακτηρίζει τα όσα αναφέρει η εφημερίδα «απολύτως παράλογα, κατασκευασμένα και ψευδή», σημειώνοντας πως «επειδή μάλιστα αποτελούν «ξαναζεσταμένο φαγητό», είναι και γελοία».
Ο Γιάννης Στουρνάρας τονίζει στη δήλωσή του ότι ποτέ δεν του ζητήθηκε από τον πρώην πρωθυπουργό, Αντώνη Σαμαρά, να περάσει νόμο στη Βουλή με τον οποίο συμψηφίζονται χρέη της Novartis ή άλλων φαρμακευτικών εταιριών, ή άλλων εταιριών προς το Δημόσιο, με οφειλές του Δημοσίου απέναντί τους. «Η σχετική αναφορά είναι απολύτως ψευδής, κατασκευασμένη και συκοφαντική. Είναι fake news», προσθέτει.
Ο διοικητής της ΤτΕ κάνει λόγο για «πανικό αυτών που τα μηχανεύονται» (τα δημοσιεύματα) και σημειώνει πως «αήθεις επιθέσεις στον ίδιο και τη σύζυγό του, από όποιο σημείο κι αν εκπορεύονται, δεν κάμπτουν το φρόνημά του». Σημειώνει δε με νόημα «ότι θα συνεχίσει απτόητος τόσο τις προσπάθειες εξυγίανσης και βελτίωσης της εταιρικής διακυβέρνησης των τραπεζών όσο και την αντικειμενική και αμερόληπτη ενημέρωση της κοινής γνώμης για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας».
Σχολιάζοντας και στα όσα αναφέρει το δημοσίευμα για τη σύζυγό του Λίνα Νικολοπούλου, ο Γιάννης Στουρνάρας τονίζει πως το να επιχειρηματολογεί κάποιος, ότι έλαβε κάποιου είδους αμοιβή από εταιρία για νόμο προς όφελός της, που, όμως, ουδέποτε εισήγαγε ο σύζυγός της, τότε υπουργός Οικονομικών, «είναι εξοργιστικό και εξόχως συκοφαντικό, αν δεν είναι εξόφθαλμα γελοίο».
Όλη η δήλωση του Γιάννη Στουρνάρα
«Σε απάντηση πρωτοσέλιδου σημερινού δημοσιεύματος με τίτλο «το βίντεο Φρουζή που καίει Σαμαρά και Στουρνάρα», ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος και πρώην Υπουργός Οικονομικών κ. Γιάννης Στουρνάρας, αναφέρει ότι το εν λόγω δημοσίευμα αποτελεί επανάληψη παλαιοτέρων ψευδών και συκοφαντικών δημοσιευμάτων στην ίδια εφημερίδα, καθώς και καταθέσεων ανωνύμων, προστατευόμενων ψευδομαρτύρων, που περιέχονται στη δικογραφία της λεγόμενης «υπόθεσης Novartis». Τα διαλαμβανόμενα στα δημοσιεύματα αυτά, αλλά και στη σχετική δικογραφία, έχουν απαντηθεί λεπτομερώς στη Βουλή από τον ίδιο, καθώς και στην έγκληση που έχει καταθέσει στις 3/4/2018 ενώπιον του κ. Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Αθηνών κατά των ανωνύμων, προστατευόμενων ψευδομαρτύρων της εν λόγω υπόθεσης.
Όμως, χάριν πληρέστερης και επίκαιρης ενημέρωσης της κοινής γνώμης και παντός ενδιαφερομένου, ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος δηλώνει ότι: Ουδέποτε του ζητήθηκε από τον τότε Πρωθυπουργό κ. Αντώνη Σαμαρά να εισάγει νόμο στη Βουλή, με τον οποίο συμψηφίζονται χρέη της Novartis ή άλλων φαρμακευτικών εταιριών, ή άλλων εταιριών εν γένει, προς το Δημόσιο, με οφειλές του Δημοσίου απέναντί τους.
Ουδέποτε εισήχθη προς ψήφιση παρόμοιος νόμος κατά τη διάρκεια της υπουργικής θητείας του. Η σχετική αναφορά είναι απολύτως ψευδής, κατασκευασμένη και συκοφαντική. Είναι fake news.
Η μοναδική νομοθετική ρύθμιση που αφορά συμψηφισμούς κατά τη διάρκεια της θητείας του στο Υπουργείο Οικονομικών, σχετίζεται αποκλειστικά και μόνο με συμψηφισμούς οφειλών από ΦΠΑ, έχει δηλαδή πεδίο εφαρμογής περιορισμένο και στοχευμένο. Ψηφίστηκε δε τον Μάιο του 2014, δηλαδή 18 μήνες μετά την περίοδο που αναφέρει το δημοσίευμα, και ίσχυσε για συναλλαγές από 1/10/2014 και μετά. Ο νόμος αυτός (άρθρο 185, ν.4261/2014, με το οποίο προστέθηκε το άρθρο 39β στον Κώδικα ΦΠΑ) ψηφίστηκε για να διευκολύνει μικρομεσαίες επιχειρήσεις με τζίρο όχι μεγαλύτερο των 500 χιλ. ευρώ, όριο το οποίο διευρύνθηκε με νέα νομοθετική ρύθμιση το 2016 σε 2.000 χιλ. ευρώ. Είναι ηλίου φαεινότερον ότι η Novartis ή οποιαδήποτε άλλη φαρμακευτική εταιρία δεν εμπίπτει σε αυτή την κατηγορία επιχειρήσεων!
Η καταξιωμένη επιστημονική, επαγγελματική και επιχειρηματική δραστηριότητα της συζύγου του, Λίνας Νικολοπούλου, στο χώρο της Υγείας, η οποία παρεμπιπτόντως ξεκίνησε πολλά χρόνια πριν ο ίδιος γίνει Υπουργός Οικονομικών, τον Ιούνιο του 2012, και συνεχίζεται μετά τη λήξη της υπουργικής θητείας του, τον Ιούνιο του 2014, είναι απολύτως διαφανής, νόμιμη, ηθική και ελέγχεται (υπέρ το δέον μάλιστα) σε τακτά χρονικά διαστήματα, ιδιαιτέρως μετά τον Σεπτέμβριο του 2016, από πλείστες όσες κρατικές υπηρεσίες, χωρίς ουδέν μεμπτό να έχει βρεθεί. Το να επιχειρηματολογεί κάποιος, όπως γίνεται στο σημερινό δημοσίευμα, ότι η κυρία Νικολοπούλου έλαβε κάποιου είδους αμοιβή από εταιρία για νόμο προς όφελός της, που, όμως, ουδέποτε εισήγαγε ο σύζυγός της, τότε Υπουργός Οικονομικών, είναι εξοργιστικό και εξόχως συκοφαντικό, αν δεν είναι εξόφθαλμα γελοίο.
Είναι προφανές, λοιπόν, ότι τα αναφερόμενα στο σημερινό δημοσίευμα είναι απολύτως παράλογα, κατασκευασμένα και ψευδή και, επειδή μάλιστα αποτελούν «ξαναζεσταμένο φαγητό», είναι και γελοία. Υποδηλώνουν, δε, το αδιέξοδο και τον πανικό αυτών που τα μηχανεύονται. Τέτοιου είδους δημοσιεύματα, καθώς και οι παντός είδους αήθεις επιθέσεις στον ίδιο τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος και τη σύζυγό του, από όποιο σημείο κι αν εκπορεύονται, είναι τοις πάσι γνωστό ότι δεν κάμπτουν το φρόνημά του, και ότι θα συνεχίσει απτόητος τόσο τις προσπάθειες εξυγίανσης και βελτίωσης της εταιρικής διακυβέρνησης των τραπεζών όσο και την αντικειμενική και αμερόληπτη ενημέρωση της κοινής γνώμης για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας».