Η έκθεση πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1955 στην πόλη Κάσελ, με την οποία πλέον συνδέεται αρρήκτως, δοθέντος ότι σ’ αυτήν διεξάγεται, με εξαιρετική επιτυχία, κάθε πέντε χρόνια. Στόχος των εμπνευσμένων δημιουργών της, του Άρνολντ Μπόντε και του Βέρνερ Χάφτμαν- του συγγραφέα του κλασικού εγχειριδίου «Η ζωγραφική στον 20ο αιώνα»- ήταν ν’ αναδείξουν μέσω αυτής την διαχρονία του Γερμανικού Πολιτισμού και την μοναδική συμβολή του στον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό, που ουδόλως ανέκοψε η επώδυνη παρένθεση της ναζιστικής θηριωδίας», είπε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος στην ομιλία του κατά τα εγκαίνια της έκθεσης «Documenta 14» στην Αθήνα σήμερα το πρωί.
Πρόσθεσε δε ότι «η Αθήνα αισθάνεται ιδιαίτερη τιμή φιλοξενώντας την έκθεση “Documenta”, και μάλιστα με τον εύγλωττο τίτλο “Μαθαίνοντας από την Αθήνα”. Και τούτο γιατί για πρώτη φορά στην 62χρονη ιστορία της η έκθεση αφήνει το Κάσελ και οργανώνεται σε άλλη πόλη. Υπό τα δεδομένα αυτά η επιλογή της Αθήνας κάθε άλλο παρά τυχαία είναι, όπως φαίνεται και από την σχετική πρόταση του καλλιτεχνικού διευθυντή της έκθεσης «Documenta» κ. Άνταμ Σίμτσικ, τον οποίο και ευχαριστούμε θερμώς. Ειλικρινή επίσης συγχαρητήρια ανήκουν και στους Δημάρχους του Κάσελ, κ. Μπέρτραμ Χίλγκεν και Αθηναίων, κ. Γιώργο Καμίνη, χωρίς την συμβολή των οποίων αυτό το πανευρωπαϊκό -και όχι μόνο- πολιτισμικό γεγονός δεν θα είχε επιτευχθεί».
Ο κ. Παυλόπουλος κατέληξε λέγοντας ότι «τα εγκαίνια της έκθεσης “Documenta” μου δίνουν την ευκαιρία, μαζί με τον κ. Στάινμαγιερ, να διακηρύξουμε από την Αθήνα και τούτο: Ο βασικός πυλώνας, πάνω στον οποίο μπορεί και πρέπει να στηριχθεί το μέλλον και η ενοποίηση της Ευρώπης, είναι ο Ευρωπαϊκός Πολιτισμός και η παγκόσμιας εμβέλειας επιρροή του. Η Ευρώπη πρέπει να προχωρήσει, η Ευρώπη πρέπει να εκπληρώσει την αποστολή της.
Δεν το οφείλει μόνο στους Λαούς της, το οφείλει σε ολόκληρη την Ανθρωπότητα γιατί είναι η μόνη που μπορεί να υπερασπιστεί καλύτερα τις αρχές που θα διαφυλάξουν τον Πλανήτη από άλλες περιπέτειες από τις οποίες, ίσως να μην υπάρχει επιστροφή. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο το Ελληνικό Πνεύμα, εδώ στο λίκνο του, συναντάται με το Γερμανικό Πνεύμα για να υπερασπισθούν την φυσική θέση τους στον αενάως απαστράπτοντα αστερισμό της Ευρωπαϊκής Πολιτισμικής Κληρονομιάς».
Στον χαιρετισμό του ο Φρανκ-Βάλτερ Στάινμάιερ είπε μεταξύ άλλων τα εξής: «Μαθαίνοντας από τη Αθήνα, ο τίτλος αυτής της documenta είναι μια καλή και προκλητική ιδέα, διότι μέχρι πρότινος αυτή η έκκληση θα ακούγονταν μάλλον τετριμμένη και κάθε άλλο παρά προκλητική. Ο καθένας γνώριζε ότι φυσικά και πρέπει να μάθουμε από την Αθήνα, το λίκνο της δημοκρατίας μας. Ο τίτλος όμως αυτής της documenta αναφέρεται στο παρόν, στα πολιτικά και οικονομικά ρήγματα μεταξύ μας, τα οποία -έτσι αντιλαμβάνομαι εγώ το μήνυμα- οφείλουμε να υπερβούμε».
«Ο Ανταμ Σίμιτσεκ μας υπόσχεται μια πλήρους νοήματος και συναρπαστική διαδικασία μάθησης σε μια έκθεση η οποία προσπαθεί να αντιληφθεί τον κόσμο ο οποίος μας περιβάλλει. Και αυτός ο κόσμος είναι πλήρης νοήματος και συναρπαστικός διότι προκύπτει από έναν διάλογο, διότι βλέπουμε τον κόσμο από διαφορετικές οπτικές γωνίες και οφείλουμε να τον βλέπουμε με τα μάτια των άλλων. Χαίρομαι που με τα εγκαίνια της documenta στην Αθήνα ξεκινάμε αυτό τον διάλογο», τόνισε ο Φρανκ-Βάλτερ Στάινμάιερ.
Πρόσθεσε δε ότι «το να αντιλαμβάνεται κανείς τον κόσμο με αυτό τον τρόπο συνδέει την τέχνη και την πολιτική. Η κριτική και η δυνατότητα κριτικής είναι οι βασικές προϋποθέσεις της δημοκρατίας. Η προέλευση τη λέξης κριτική είναι άλλωστε ελληνική, είναι μια κληρονομιά της Αθήνας. Το να διοργανώνεται η έκθεση σε δύο τόσο διαφορετικές ευρωπαϊκές πόλεις σημαίνει ότι έχουμε διαφορετικές οπτικές γωνίες, έχουμε την επίγνωση του δικού μας και του ξένου. Ήδη μάθαμε νομίζω πολλά από την Αθήνα».
«Η δημοκρατία, είμαι πεπεισμένος γι αυτό, ζει από την διαφορετική οπτική γωνία από την οποία βλέπουμε τα πράγματα και έχει τόσο οξύ βλέμμα όπως η κουκουβάγια, το σύμβολο της έκθεσης. Μπορεί να στρέψει το κεφάλι 270 μοίρες, δεν το συνιστώ βέβαια σε κανέναν να κάνει αυτήν την άσκηση, αλλά το να κοιτάμε γύρω μας, να αντιλαμβανόμαστε ο ένας τον άλλον, να μαθαίνουμε ο ένας από τον άλλον, αυτό το μπορούμε κάλλιστα. Και θα έπρεπε να το πράττουμε εάν θέλουμε να αποφύγουμε ασύμμετρες, μονομερείς σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών μας. Θα έπρεπε αυτό να το κάνουμε συχνότερα στην Ευρώπη. Ένας Γερμανός ο οποίος προσπαθεί να καταλάβει έναν Έλληνα θα αντιληφθεί πόσο δύσκολους καιρούς περνά η χώρα του. Ένας Έλληνας από την άλλη, ο οποίος αντιλαμβάνεται την οπτική γωνία των γειτόνων του στην Ευρωπαϊκή Ένωση γνωρίζει ότι οι προσπάθειες υποστήριξης της Ελλάδας είναι μια άνευ προηγουμένου εκδήλωση αλληλεγγύης στην ιστορία της ΕΕ.
Η Ευρώπη, και αυτό είμαστε όλοι μας, πρέπει να έχει την ικανότητα της αλλαγής οπτικής γωνίας. Μια δημοκρατική, ενωμένη Ευρώπη δεν επιτρέπεται να χάνει από τα μάτια της το επιμέρους όπως και το όλον. Μπορούμε να μάθουμε ο ένας από τον άλλον, εάν δεν χάσουμε ο ένας τον άλλον από τα πεδίο του βλέμματός μας. Οι προϋποθέσεις της “αμοιβαίας μάθησης” είναι όμως διαφορετικές στη πολιτική από ότι στην τέχνη. Ο Άνταμ Σίμιτσεκ μας εξήγησε ότι κατά τη διαδικασία αυτής της μάθησης δεν πρόκειται για την επίτευξη αποτελεσμάτων. Είναι μια ανοικτή διαδικασία. Και αυτό ισχύει και για τη δημοκρατία» όπως επισήμανε ο Φρανκ-Βάλτερ Στάινμάιερ.
Ο Πρόεδρος της Γερμανίας κατέληξε λέγοντας: «Η ΕΕ δεν είναι ένας τέλεια ανεπτυγμένος οργανισμός. Έχει όμως την ικανότητα να μαθαίνει. Για να το πω με τα λόγια του φετινού τιμημένου με το βραβείο Καρλομάγνου Τόμοθι Γκάρτον Ας / Timothy Garton Ash: H EE είναι η χειρότερη Ευρώπη την οποία θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί εκτός από όσες κατά καιρούς έχουν δοκιμαστεί. Αυτό σημαίνει ότι η ΕΕ είναι η καλύτερη Ευρώπη από όσες είχαμε μέχρι τώρα. Εμείς οι Γερμανοί την θέλουμε αυτή την Ευρώπη. Τη θέλουμε ως Ευρώπη των 27. Και θέλουμε να επενδύσουμε στο μέλλον της. Αυτή η documenta είναι μια πρόκληση στην φαντασία μας, τη δύναμη της φαντασίας μας. Αλλά χωρίς την Ελλάδα δεν μπορώ να φανταστώ την κοινότητά μας. Το μέλλον μας πρέπει να είναι ένα κοινό μέλλον».
*Με πληροφορίες ΑΠΕ – ΜΠΕ και φωτό από Eurokinissi