Η απουσία εμπειρίας σε προγραμματικές συγκλίσεις, η ανωριμότητα κοινής αντιμετώπισης εθνικών προκλήσεων, η ανυπαρξία ιστορικής γνώσης καθιστούν ανέφικτο το εγχείρημα.
Θα μπορούσαμε να ελπίζουμε μόνο αν τα σημερινά κόμματα και οι πολιτικοί ηγέτες ήταν ικανοί να υπερβούν τον εαυτό τους. Είναι όμως ικανοί; Δυστυχώς η καταφατική απάντηση είναι αυτή που συγκεντρώνει τις λιγότερες πιθανότητες.
Οποιος αμφιβάλλει δεν έχει παρά να εξετάσει την πολιτική επικαιρότητα και θα διαπιστώσει με πόσο ευτελή επιχειρήματα αποκλείονται οι συνεννοήσεις μεταξύ των κομμάτων, παρότι το μνημόνιο που υπερψηφίστηκε από 4 πολιτικούς σχηματισμούς θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για τη σύμπηξη κοινού μετώπου για να σταθεί η χώρα στα πόδια της.
Τα επικοινωνιακά παιχνίδια δίνουν και παίρνουν και μοναδικό στόχο έχουν να χρεώσουν στους πολιτικούς αντιπάλους τη διενέργεια εκλογών, γιατί ο λαός δεν επιθυμεί άλλη μία εκλογική αναμέτρηση και επομένως κατά την άποψη των προπαγανδιστών των κομμάτων εκείνο που θα χρεωθεί την προκήρυξη εκλογών θα πληρώσει και ένα κάποιο αντίτιμο.
Τούτων λεχθέντων γίνεται αντιληπτό πως η καλύτερη λύση είναι η διενέργεια εκλογών το ταχύτερο δυνατό ώστε να περιοριστούν στο μέτρο του δυνατού οι συνέπειες για την οικονομία. Οσο πιο γρήγορα τόσο μικρότερο το κακό.
Να κλείσει τάχιστα ο κύκλος της αβεβαιότητας και της αστάθειας που άνοιξε με την έναρξη της προηγούμενης προεκλογικής περιόδου πέρυσι και να μπορέσει η χώρα να βρει τη σταθερότητα που απαιτεί η υλοποίηση ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων, οι οποίες απαιτούν ισχυρή και αποφασισμένη κυβέρνηση να συγκρουστεί με τα κατεστημένα και συντεχνιακού τύπου συμφέροντα, κυβέρνηση που θα ξεχάσει τι σημαίνει πολιτικό κόστος.
Ομως, τα πολιτικά κόμματα με ευρωπαϊκό προσανατολισμό που υπερψήφισαν το τρίτο μνημόνιο οφείλουν να λάβουν υπόψη πως το μέγεθος των αναγκαίων αλλαγών είναι τόσο μεγάλο, που επί ποινή ακύρωσης της προσπάθειας και καταστροφής της χώρας, απαιτούν την υποστήριξη από ευρύτερες πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις.
Γιατί δεν καθόλου εύκολο να ξεριζωθούν αντιλήψεις και προπαντός συμφέροντα που κέρδισαν οι κάθε είδους συντεχνίες με τη βοήθεια του διεφθαρμένου και πελατειακού κράτους και του φθαρμένου και διεφθαρμένου πολιτικού συστήματος.
Οταν μάλιστα απαιτείται να γκρεμιστεί και να κτιστεί ουσιαστικά από την αρχή το ίδιο το κράτος, το μέγιστο διαφθορείο, όταν το πολιτικό σύστημα οφείλει να ξεπεράσει τον κακό παλιό εαυτό του, όταν οι πολίτες έχουν υποχρέωση να στηρίξουν μαζικά και δυναμικά τη μεταρρυθμιστική προσπάθεια αν θέλουν να πετύχει, τότε όπως γίνεται αντιληπτό το έργο και μετεκλογικά θα απαιτήσει ευρύτερες πολιτικές και κοινωνικές συσπειρώσεις.
Και τότε ας ελπίσουμε το πολιτικό προσωπικό να είναι πιο έμπειρο και πιο σοφό ώστε να προτάξει το συμφέρον της πατρίδας από τις προσωπικές και κομματικές επιδιώξεις και φιλοδοξίες. Γιατί και τότε οι συνεργασίες θα είναι επιτακτικές, ακόμα και αν σχηματιστεί αυτοδύναμη κυβέρνηση, ιδίως δε αν η πλειοψηφία είναι οριακή.
Οπότε το συμπέρασμα που προκύπτει είναι πως δυστυχώς θα αναγκαστούμε να περάσουμε πρώτα από τη βάσανο μιας εκλογικής αναμέτρησης πριν οι πολιτικές δυνάμεις αντιληφθούν την αξία και τη σημασία της συνεργασίας.