- O Kάρολος Παπούλιας δήλωσε πως η Ελλάδα είναι σωστή στις υποχρεώσεις της και έτσι πρέπει και η Γερμανία - Για παράνομη μετανάστευση: "Το Δουβλίνο ΙΙ βολικό για τους εταίρους αλλά δυσβάστακτο για εμάς" - Ξεκάθαρος και για Κυπριακό: Η Ελλάδα δεν δέχεται λύση που να νομιμοποιεί την τουρκική εισβολή" - Μήνυμα Παπούλια και προς την κυβέρνηση: Να δοθεί ένα τέλος στις περικοπές
Ένα χρόνο σχεδόν πριν τη λήξη της θητείας του ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κάρολος Παπούλιας με μία ομιλία ουσιαστικά μανιφέστο φρόντισε για την υστεροφημία του θέτοντας επίσημα των θέμα των γερμανικών επανορθώσεων προς τον γερμανό πρόεδρο, Γιόχαμι Γκάουκ κατά τη διάρκεια του δείπνου προς τιμή του δεύτεορυ.
Με μία ομιλία που σίγουρα συγκινεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έθεσε ουσιαστικά ζήτημα διεθνούς διαιτησίας, κάτι που σημαίνει πως η Ελλάδα επιθυμεί την παραπομπή των γερμανικών αποζημιώσεων και του κατοχικού δανείου στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
Ο κ. Παπούλιας δήλωσε πως οι προσωπικοί δεσμοί που έχει με τη Γερμανία, καθιστούν ακόμα πιο δύσκολο να κατανοήσει την άρνηση της γερμανικής κυβέρνησης να συζητήσει το θέμα του κατοχικού δανείου και των πολεμικών αποζημιώσεων, κάνοντας λόγο πως δεν είναι μόνο μία εκκρεμότητα που ρίχνει σκιά στις σχέσεις των δύο χωρών, αλλά και ένα κρίσιμο θέμα πολιτικής ηθικής.
Δεν έμεινε μόνο σε αυτό όμως ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, αλλά ουσιαστικά δήλωσε πως δεν είναι δυνατόν η Ελλάδα να ικανοποιεί όλες τις υποχρεώσεις της με βάση τα μνημόνια και τις δανειακές συμβάσεις και η Γερμανία να αρνείται ακόμα και να συζητήσει τις υποχρεώσεις της από τη ναζιστική θηριωδία. Δήλωσε συγκεκριμένα πως είναι οξύμωρο να “καλείται ο ελληνικός λαός να υλοποιεί άνευ συζητήσεως επώδυνα προαπαιτούμενα και υποχρεώσεις και η Γερμανία να αρνείται να συνομιλήσει, να αρνείται τη διαπραγμάτευση, να αρνείται τη διεθνή διαιτησία στις υποχρεώσ3εις από τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο”.
Απευθυνόμενος μάλιστα στον Γερμανό πρόεδρο του είπε πως η θέση της Γερμανίας πως δεν υφίσταται θέμα είναι ένας ισχυρισμός και δεν μπορεί να προβάλλεται μονομερώς σαν τελικό συμπέρασμα.
Μάλιστα, ο Κάρολος Παπούλιας προειδοποίησε τη Γερμανία πως εάν συνεχίσει αυτή την τακτική να μην αναγνωρίζει την ύπαρξη θέματος, η Ελλάδα διατηρεί το δικαίωμα να καταφύγει σε διεθνή διαιτησία, κάτι που σημαίνει ουσιαστικά Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
Πέρα από το θέμα των γερμανικών υποχρεώσεων προς τους Έλληνες, ο Κάρολος Παπούλιας αναφέρθηκε και στην σκληρή δημοσιονομική πολιτική που επιβάλλει το Βερολίνο, λέγοντας πως η δημοσιονομική εξυγίανση είναι απαραίτητη, αλλά δεν επιτυγχάνεται με υπερφορολόγηση της περιουσίας, της επιχειρηματικής δραστηριότητας και των εισοδημάτων.
Τα λόγια όμως αυτά του Κάρολου Παπούλια δεν αποτελούσαν μήνυμα μόνο προς τη Γερμανία αλλά και προς την κυβέρνηση, μιας και δήλωσε πως οι οριζόντιες μειώσεις μισθών και συντάξεων τα τελευταία χρόνια έχουν πλήξει τις ασθενέστερες τάξεις “και την κατάσταση επιδεινώνει η αποδυνάμωση του κοινωνικού κράτους”.
Ο Κάρολος Παπούλιας ξεκαθάρισε πως η έξοδος από την κρίση δεν γίνεται μόνο με περικοπές θέτοντας ταυτόχρονα και θέμα νέου κουρέματος του ελληνικού χρέους, σημειώνοντας πως δεν πρόκειται να υπάρξουν μεγάλες παραγωγικές επενδύσεις εάν δεν αναδιαρθρωθεί το δημόσιο χρέος.
Ωστόσο, κ. Παπούλιας έκανε και την αυτοκριτική της χώρας, λέγοντας πως η Ελλάδα έχει ευθύνες που επέτρεψε να γίνει ο αδύναμος κρίκος της ευρωζώνης, υπογραμμίζοντας πως το ζητούμενο δεν είναι η επιβολή πολιτικών τιμωρίας στους αδύναμους κρίκους, αλλά να ξανατεθεί η Ευρώπη σε τροχιά ανάπτυξης και διαφύλαξης των υγιών κεκτημένων.
Ούτε σε αυτό το θέμα ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας χαρίστηκε λέγοντας πως η κατάσταση με την παράνομη μετανάστευση μπορεί να είναι βολική για τους ευρωπαίους εταίρους αλλά δυσβάσταχτη για την Ελλάδα. Θέτοντας ευθέως ζήτημα αναθεώρησης της συμφωνίας “Δουβλίνο ΙΙ, o κ. Παπούλιας τόνισε πως με την τότε συμφωνία έλυσαν το πρόβλημά τους τα βόρεια κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά μέχρι εκεί.
Ο Κάρολος Παπούλιας ξεκαθάρισε σε όλους τους τόνους πως η Ελλάδα δεν θα δεχθεί σχέδιο λύσης που θα νομιμοποιεί τα τετελεσμένα της εισβολής “ούτε βεβαιώς σχέδιο λύσης που δεν θα είναι απολύτως συμβαρτό με το κοινοτικό κεκτημένο”.