Τρίτη, 19 Νοε.
17oC Αθήνα

Κωνσταντίνος Καραμανλής: Σαν σήμερα γεννήθηκε ο άνθρωπος που ονομάστηκε «Εθνάρχης»

Κωνσταντίνος Καραμανλής: Σαν σήμερα γεννήθηκε ο άνθρωπος που ονομάστηκε «Εθνάρχης»
Φωτογραφία αρχείου ΑΠΕ-ΜΠΕ

Σαν σήμερα, το 1907, γεννήθηκε ένας από τους πολιτικούς που στιγμάτισαν την πολιτική ιστορία της Ελλάδας, ο Κωνσταντίνος Γ. Καραμανλής.

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο πολιτικός που χάραξε την πορεία της Ελλάδας στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, χάρη στη διορατικότητα και στο αίσθημα ευθύνης απέναντι στη χώρα και τον λαό της, δεν μιλούσε πολύ, ήταν περισσότερο άνθρωπος των πράξεων.

«Στην πολιτική υπάρχουν πράγματα τα οποία γίνονται χωρίς να λέγονται, όπως υπάρχουν και πράγματα τα οποία λέγονται χωρίς να γίνονται», θα έλέγε στη Βουλή τον Φεβρουάριο του 1975 συνοψίζοντας τη διασύνδεση των λόγων και των έργων στην πολιτική. 

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής διετέλεσε τέσσερις φορείς Πρωθυπουργός της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας και δύο φορές Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, στις 5 Μαΐου 1980 και στις 4 Μαΐου 1990.

Αποχώρησε οριστικά από τον δημόσιο βίο, το 1995, έχοντας συμπληρώσει 60 χρόνια πολιτικής ζωής.

Στο διάστημα αυτό, διετέλεσε οκτώ χρόνια Υπουργός, δεκατέσσερα Πρωθυπουργός και δέκα Πρόεδρος της Δημοκρατίας.

Το σπουδαιότερο επίτευγμά του είναι η είσοδος της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ), σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ).

Γεννήθηκε στις 8 Μαρτίου του 1907 στην κωμόπολη Πρώτη Σερρών, στην τουρκοκρατούμενη ακόμα Μακεδονία, έξι χρόνια πριν την απελευθέρωση από την προέλαση του ελληνικού στρατού.

Πατέρας του ήταν ο Γεώργιος Καραμανλής (1880 – 1932), δάσκαλος και μετέπειτα καπνοκαλλιεργητής, ο οποίος πολέμησε στον Μακεδονικό Αγώνα, ενώ μητέρα του ήταν η Φωτεινή Δολόγλου (1888- 1940). Είχε τρεις αδελφούς και τρεις αδελφές.

Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αφού υπηρέτησε στρατιωτική θητεία 4 μηνών ως μέλος πολύτεκνης οικογένειας, άσκησε δικηγορία στις Σέρρες από το 1930 έως το 1935.

Εκλέχτηκε για πρώτη φορά βουλευτής το 1935, σε ηλικία 28 ετών, με το αντιβενιζελικό Λαϊκό Κόμμα και επανεξελέγη βουλευτής το 1936, στις τελευταίες εκλογές πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η Δικτατορία της 4ης Αυγούστου του 1936 διέκοψε την πολιτική του σταδιοδρομία. Επανήλθε στις Σέρρες, όπου άσκησε τη δικηγορία έως το 1941. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής παρέμεινε στην Αθήνα χωρίς να αναμιχτεί ενεργά στην πολιτική.

Το όνομά του θα γίνει γνωστό στο πανελλήνιο από τη θητεία του ως Υπουργός Δημοσίων Έργων στην κυβέρνηση Παπάγου (1952-1955). Θα επιτελέσει πολύ σημαντικό έργο, με την κατασκευή βασικών έργων υποδομής (εγγειοβελτιωτικά έργα, οδικές αρτηρίες, ενεργειακές μονάδες, έργα ύδρευσης κ.ά.).

Ανέλαβε, τον Οκτώβριο του 1955, ως διάδοχος του Αλέξανδρου Παπάγου, την Πρωθυπουργία, την οποία και διατήρησε, μετά από τρεις επιτυχείς εκλογικές αναμετρήσεις, ως τον Ιούνιο του 1963, οπότε υπέβαλε την παραίτησή του εξαιτίας διαφωνίας με τον Βασιλέα Παύλο.

Έκτοτε, παρέμεινε για 11 χρόνια στο εξωτερικό. Πρωταρχική φροντίδα του Καραμανλή ήταν ο σχεδιασμός και η εφαρμογή ενός προγράμματος ταχύρρυθμης οικονομικής ανάπτυξης, σε μια χώρα που βίωνε ακόμη τις συνέπειες του καταστροφικού εμφύλιου πολέμου.

Η ανοδική πορεία της οικονομίας θα του δώσει τη δυνατότητα να στραφεί, με την πάροδο του χρόνου, προς την ενίσχυση της παιδείας, του πολιτισμού και του αθλητισμού.

Στο εξωτερικό, το 1959, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής συνυπέγραψε οι συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου, με τις οποίες η Κύπρος έγινε ανεξάρτητο κράτος.

Δέχθηκε αυστηρή κριτική για τις συμφωνίες αυτές, που κατοχύρωναν ως ισότιμο εταίρο στη μεγαλόνησο την Τουρκία.

Η καίρια τομή στην εξωτερική πολιτική του εντοπίζεται στην προσπάθεια για την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής πίστευε ότι η ΕΟΚ δεν αποτελούσε «απλώς οικονομικήν κοινοπραξίαν, αλλά οντότητα με ευρυτέραν πολιτικήν αποστολήν και σημασίαν».

Έπειτα από επίπονες διαπραγματεύσεις διετούς διάρκειας, η Ελλάδα θα γίνει δεκτή στην αρχική ομάδα των Έξι, ως πρώτο συνδεδεμένο μέλος, στις 9 Ιουλίου 1961.

Μετά από σύγκρουσή του με το παλάτι στις αρχές της δεκαετίας του 1960 παραιτήθηκε από την πρωθυπουργία το 1963.

Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και πρόεδρος της «Ενώσεως Κέντρου» Γεώργιος Παπανδρέου είχε κηρύξει τον ανένδοτο αγώνα, κατηγορώντας τον Καραμανλή ότι είχε κερδίσει τις εκλογές του 1961 με βία και νοθεία, ενώ η δολοφονία Λαμπράκη από παρακρατικούς στη Θεσσαλονίκη είχε ρίξει βαριά τη σκιά της στη χώρα.

«Ποιος επιτέλους κυβερνά αυτό τον τόπο» είχε πει ο Καραμανλής.

Έφυγε για το Παρίσι με το ψευδώνυμο «Τριανταφυλλίδης» και παρέμεινε μέχρι το 1974. 

Μετά την πτώση του δικτατορικού καθεστώτος της Χούντας των Συνταγματαρχών στις 24 Ιουλίου του 1974, ο Καραμανλής επέστρεψε στην Αθήνα με το αεροπλάνο της γαλλικής προεδρίας. Έγινε πρωθυπουργός με μεγάλη δημόσια υποστήριξη.

Συγκρότησε, υπό την προεδρία του, την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, η οποία και αντιμετώπισε δραστικά την ανάγκη της άμεσης επαναλειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος και της αντιμετώπισης της εθνικής κρίσης που είχε προκληθεί μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο.

Επικράτησε σε δυο, διαδοχικές, εκλογικές αναμετρήσεις κατά τα έτη 1974 και 1977, εξασφαλίζοντας την αδιάλειπτη άσκηση της εξουσίας ως την παραίτησή του από την ενεργό πολιτική, το έτος 1980.

Νομιμοποίησε το ΚΚΕ ενώ προχώρησε στην αποχώρηση της Ελλάδας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ ως αντίδραση για την άρνηση της Συμμαχίας να αντιταχθεί στην προέλαση των Τούρκων στην Κύπρο (Αττίλας 2) και αντικατέστησε τη χουντική ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων.

Το 1974, ίδρυσε το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας με το οποίο κέρδισε το 1974 και το 1977 τις εθνικές εκλογές και υπηρέτησε ως πρωθυπουργός μέχρι το 1980. Το 1980 παραιτήθηκε μετά από την υπογραφή της συνθήκης προσχώρησης της Ελλάδας στην ΕΟΚ.

«Ανήκομεν εις την Δύσιν»

Ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής υποβάλλει στις 12 Ιουνίου του 1975 αίτηση για πλήρη ένταξη της Ελλάδος στην τότε ΕΟΚ. Τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς δηλώνει στη Βουλή ότι η κυβέρνηση «ερμηνεύουσα το αίσθημα της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού διεκήρυξεν ευθύς εξαρχής ότι η χώρα μας ανήκει εις στην Δύσιν και ειδικότερα εις την Δυτικήν Ευρώπη».

Η φράση αυτή θα αποτελέσει πεδίο έντονης αντιπαράθεσης με τον Ανδρέα Παπανδρέου ο οποίος διαφωνούσε τότε έντονα με την προοπτική της ένταξης της χώρας στην ΕΕ (τότε ΕΟΚ).

Μάλιστα, δύο χρόνια αργότερα ο ίδιος ο Κωνσταντίνος Καραμανλής θα παρέμβει σε κοινοβουλευτική συζήτηση στηλιτεύοντας δημοσίως τον Ανδρέα Παπανδρέου για τη συνεχή κριτική του στη συγκεκριμένη αναφορά.

«Με συγχωρείτε! Γιατί το επαναλαμβάνετε, το ανήκομεν εις την Δύσιν; Βεβαίως ανήκομεν εις την Δύσιν. Η Ελλάς, θέλετε από παράδοση θέλετε από συμφέροντα, ανήκει στον δυτικό κόσμο» είπε ο Καραμανλής απευθυνόμενος στον Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος επέμεινε απαντώντας του; «Προτιμούμε να ανήκομεν εις τους Έλληνες».

Ο ιστορικός Κωνσταντίνος Σβολόπουλος είχε εξηγήσει ότι ο Καραμανλής είχε ξεκαθαρίσει στη Βουλή πως με την ιστορική αυτή φράση δεν υπονοούσε σε καμία περίπτωση ότι είμαστε «αιχμάλωτοι της Δύσης».

Την εξαετία 1974-1980 και παρά τη διεθνή ενεργειακή κρίση, που έπληξε και τη χώρα μας, το εθνικό εισόδημα αυξανόταν με ρυθμούς 5% ετησίως, ενώ το κατά κεφαλήν εισόδημα σημείωσε αύξηση 50%.

Στην εξωτερική πολιτική, η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, τα διπλωματικά ανοίγματα τις γειτονικές κομμουνιστικές χώρες και τη Μόσχα καταγράφονται στο ενεργητικό του.

Στη δεύτερη πρωθυπουργία έγινε στόχος σφοδρής κριτικής από όλα τα κόμματα για την πολιτική του στην Κύπρο και κατηγορήθηκε για το γεγονός ότι χρησιμοποιούσε με σκανδαλώδη τρόπο τα ΜΜΕ για αυτοπροβολή.

Άλλα «αγκάθια» της περιόδου 1974-1980 ήταν το σκάνδαλο της διαρροής θεμάτων των πανελληνίων εξετάσεων τον Ιούνιο του 1979, με τον Καραμανλή να μην αποδέχεται την παραίτηση του Υπουργού Παιδείας Βαρβιτσιώτη, οι καταστρεπτικές πυρκαγιές στην Πάρνηθα το 1977 με 5.000 στρέμματα δάσους να καίγονται, η κατάργηση του τροχιόδρομου Περάματος, που ήταν το τελευταίο τροχιοδρομικό σύστημα στην Ελλάδα μέχρι την επαναλειτουργία του τραμ το 2004.

Το ελληνικό κοινοβούλιο εξέλεξε τον Καραμανλή Πρόεδρο της Δημοκρατίας στα μέσα του 1980, θέση την οποία υπηρέτησε έως το 1985 όταν και παραιτήθηκε.

Μια από τις μεγαλύτερες πολιτικές απογοητεύσεις του Κωνσταντίνου Καραμανλή ήταν η απόφαση του Ανδρέα Παπανδρέου να μην ανανεώσει το 1985 τη θητεία του στην Προεδρία της Δημοκρατίας, παρόλο που τον είχε διαβεβαιώσει για το αντίθετο, όπως άλλωστε έκανε και δημοσίως το προηγούμενο διάστημα.

Ωστόσο, ο «Εθνάρχης», τίτλος που του αποδίδουν συχνά οι υποστηρικτές του, εξέφρασε δημοσίως τη διαφωνία του για την απόφαση της ΝΔ και του Ενιαίου Συνασπισμού να στείλουν τον Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο για το σκάνδαλο Κοσκωτά.

«Έναν τέως πρωθυπουργό δεν τον στέλνεις φυλακή, τον στέλνεις σπίτι του» φέρεται να διεμήνυσε στην ηγεσία της ΝΔ, αν και χρόνια μετά ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης υποστήριξε ότι ο Καραμανλής δεν του ανέφερε ποτέ το παραμικρό για την παραπομπή του Ανδρέα Παπανδρέου.

Το 1989 και εν μέσω της πολιτικής κρίσης που περνούσε η χώρα είπε την περίφημη φράση: «Η χώρα μετεβλήθη σε ένα απέραντο φρενοκομείο». Η φράση του αυτή ερμηνεύτηκε ποικιλοτρόπως.

Ορισμένοι υποστήριξαν ότι αφορμή στάθηκε η πρόταση βουλευτών του ΠΑΣΟΚ τον καλέσουν ως μάρτυρα στην Βουλή για το σκάνδαλο Κοσκωτά γιατί είχε συναντήσει κάποτε τον μεγαλοτραπεζίτη σε μια δεξίωση.

Άλλοι θεώρησαν ότι αναφερόταν στις παράδοξες πολιτικές ζυμώσεις της ΝΔ με τον Συνασπισμό και κάποιοι είπαν ότι εκδήλωσε την αντίρρησή του στην πρόσφατη τότε υιοθέτηση του εκλογικού συστήματος της απλής αναλογικής.

Γεγονός είναι πάντως κανείς δεν διαφώνησε με την ακρίβεια της διαπίστωσης.

Το 1990 επανεκλέχθηκε Πρόεδρος από την κυβερνητική πλειοψηφία της Νέας Δημοκρατίας με αρχηγό τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και υπηρέτησε μέχρι το 1995, όταν τον διαδέχθηκε στην Προεδρία ο Κωστής Στεφανόπουλος.

Ο Καραμανλής δεν εκδήλωνε εύκολα τα συναισθήματά του. Ίσως η μοναδική φορά που συνέβη αυτό δημοσίως ήταν το 1992 κατά τη διάρκεια της τελευταίας προεδρικής θητείας του, εν μέσω της τρικυμίας που είχε ξεσπάσει για το «Μακεδονικό ζήτημα».

«Ελπίζω ότι οι σύμμαχοι και συνεταίροι μας θα καταλάβουν επιτέλους ότι δεν υπάρχει παρά μια Μακεδονία. Και η Μακεδονία αυτή είναι ελληνική» δήλωνε από το αεροδρόμιο Μακεδονία.

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αποσύρθηκε από την πολιτική το 1995, σε ηλικία 88 ετών, έχοντας κερδίσει 5 κοινοβουλευτικές εκλογές και έχοντας διατελέσει 8 χρόνια υπουργός, 14 πρωθυπουργός, 10 Πρόεδρος της Δημοκρατίας, και συνολικά περισσότερο από 60 χρόνια στην ενεργό πολιτική.

Πέθανε στις 23 Απριλίου του 1998, σε ηλικία 91 ετών. Τα αρχεία του φυλάσσονται στο Ίδρυμα «Κωνσταντίνος Καραμανλής».

Πληροφορίες από Ίδρυμα «Κωνσταντίνος Καραμανλής», Wikipedia

Πηγή φωτογραφιών: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Πολιτική Τελευταίες ειδήσεις