Τετάρτη, 18 Σεπτ.
27oC Αθήνα

Μακρύ ζειμπέκικο για τον Γ. Παπανδρέου. Ο “προδότης” κυβερνήτης και ο “βλαξ” πρωθυπουργός

Μακρύ ζειμπέκικο για τον Γ. Παπανδρέου. Ο “προδότης” κυβερνήτης και ο “βλαξ” πρωθυπουργός

H Ελλάδα της “χρυσής” δεκαετίας 1998-2008 δεν ήταν η «καλή” Ελλάδα, αλλά η απερίγραπτα «φουσκωμένη» Ελλάδα.

Στην περίοδο αυτή, τα Ευρωπαϊκά κονδύλια αλλά και το φθηνό χρήμα από την είσοδο στο Ευρώ μετατόπισαν τις οικονομικές δραστηριότητες από τους απευθείας παραγωγικούς ανταγωνιστικούς τομείς, στο εμπόριο και τις υπηρεσίες.
Έγινε αυτό που ο συνεχώς και επι παντός μνημονευόμενος Κευνς ονόμαζε απότομη και αλόγιστη ανατίμηση και οικονομική υπερθέρμανση.
Έγινε με δανεικά.
Να το πούμε απλά. Αντί για αγροτική καλλιέργεια, η επιδότηση ή το μαγαζί απέδιδαν περισσότερο.
Αντί για την τεχνολογία και την έρευνα, η αντιπροσωπεία σε πλούτιζε.
Έφταιγε ο ιδιώτης, ο επιχειρηματίας που επένδυσε εκεί που η απόδοση ήταν μεγαλύτερη;
Έφταιγε ο εργαζόμενος που ζήτησε μερίδιο από την πίττα, δηλαδή αύξηση μισθού ή ασφαλιστικών δικαιωμάτων;

Κι ετσι γεμίζαμε προιόντα εισαγόμενα και αντιπροσωπείες και τεχνολογίες πάλι εισαγόμενες.
Εξαγωγές δεν κάναμε γιατί η παραγωγή μας συνεχώς μειωνόταν.
Αγοράζαμε πολλά, πουλάγαμε λίγα.
Άρα είχαμε έλλειμμα. Δεν πειράζει, ότι έλειπε το κάλυπταν τα δανεικά.
Το Ευρώ μας “δάνειζε” τόσο φθηνά που θέμα δεν έμπαινε.
Οι ιδιώτες δανείζονταν από τις νέες πιστωτικές κάρτες και τις μεταφορές υπολοίπου.
Το κράτος έκανε ακριβώς το ίδιο. Νέα ομόλογα (όπως νέες κάρτες) και swaps (όπως μεταφορά υπολοίπου).

Αυτή ήταν η φούσκα. Και έλλειμμα και χρέος.
Και υπήρχε από το 1998 και το 2000 και το 2004 που τάχα λαχταράμε για τη δόξα της Παπαρίζου, του Euro και των Ολυμπιακών.
Και δυστυχώς επιδεινώθηκε ιλιγγιωδώς, αντί να διορθωθεί, από το 2004 και μετά.

Το μεγάλο κακό της φούσκας της υπερθέρμανσης δεν είναι απλώς τα τεράστια νούμερα του χρέους.
Είναι που μας ζάλισε, μας έμαθε όλους να ζούμε αλλοιώς. Πιο άνετα ή και χλιδάτα για του καθενός τα μέτρα.
Μας έμαθε να δουλεύουμε μ’ εναν ορισμένο τρόπο, γρήγορα, ανταποδοτικά, εδώ και τώρα το χρήμα και το αποτέλεσμα. Hit and run χτύπα, πάρτα και τρέχα στο επόμενο, που λένε οι Αμερικανοί.
Η ζωή μας έγινε πιο τηλεόραση, η στάση μας πιο εικόνα, πιο απόλαυση, πιο πίεση.
Η υπομονή, η εγκράτεια, ο σχεδιασμός, η οργάνωση, άρα η επίμονη προσπάθεια και συνέπεια, έμειναν πίσω, συνώνυμα της μιζέριας και της μελαγχολίας.
Ανέβηκαν τα στάνταρτς από το παπάκι στην 500ρα, κι από το Οπελ στο Καγιεν.

Ξεμάθαμε πολλά και ονειρευτήκαμε πολύ περισσότερα.
Οι τότε νέοι πέτυχαν αλλά μεγάλωσαν κιόλας, τα παιδιά καλοπέρασαν αλλά καλόμαθαν επίσης.

Φτιάξαμε χρέος δυσβάσταχτο νοοτροπίας και αυξάναμε το έλλειμμα συνείδησης.
Έτσι που δύσκολα πια να χαμηλώσουμε

Την ανατίμηση της εσωτερικής αγοράς, στον οικονομικό κύκλο, αναγκαστικά ακολουθεί η εσωτερική υποτίμηση.
Η αντίστροφη δηλαδή υπερβολή, που συντρίβει κεκτημένα, αποδομεί συστήματα συναλλαγών, καταργεί δραστηριότητες και κλάδους.
Το ζήτημα δεν είναι αν αυτή η υποτίμηση θα συμβεί.
Το ζήτημα είναι αν θα την σχεδιάσουμε, δηλαδή αν θα την οδηγήσουμε αντί να την υποστούμε άτακτα.
Είναι αδαείς όσοι στο Μνημόνιο και μόνο ανακαλύπτουν την πηγή της κακοδαιμονίας και βρίσκουν τα αίτια της ύφεσης.
Και αμετανόητα ανόητοι , όσοι στη νέα δανειακή σύμβαση βλέπουν μόνο κάποιους αμετάπειστους Βόρειους που θέλουν να τσακίσουν τα ήδη ελάχιστα εισοδήματα μισθωτών και συνταξιούχων.
Οι πρώτοι που δεν θέλουν ύφεση, οι πρώτοι που θέλουν η Ελλάδα να σταθεί στα πόδια της, είναι οι δανειστές. Γιατί προφανώς έτσι θα διασφαλισθούν ότι θα πάρουν τα λεφτά τους πίσω.
Δεν είναι άγιοι και πολλές απόψεις τους τείνουν σε εμμονές και αγκυλώσεις.
Όμως τα πράγματα είναι πιο σύνθετα από απλές συνταγές ύφεσης και ανάπτυξης.

Γιατί είμαστε σε ένα νόμισμα, όπου δεν έπρεπε να είχαμε μπει έτσι γρήγορα και όπου, αφού μπήκαμε, εκμεταλλευθήκαμε στο έπακρον, μυωπικά, τις δομικές υπερεθνικές ανισορροπίες του.

Στην κρίση πήγαμε με το “λεφτά υπάρχουν”.
Και μέχρι τις παραμονές του μνημονίου βαδίζαμε με open gov και συνταγές Βοστώνης.
Κι έτσι ναι είναι τραγική αλήθεια πως “κανένας δεν διάβασε το μνημόνιο”.
Δηλαδή καμμιά πολιτική, κανένα σχέδιο δεν συζητήθηκε με την τρόικα και τους δανειστές.
Ήταν αδιάβαστοι, γιατί δεν ήξεραν πως και τι να διαβάσουν. Πελαγωμένοι και θολωμένοι, ανάμεσα σε κραυγές 3ης Σεπτέμβρη και νεόκοπους Ιπποκράτους γωνία, υπέγραφαν με το πιστόλι στον κρόταφο.
Ονόμασαν την ανικανότητά τους θυσία, τάχα για τον τόπο .
Γιατί τάχα γλύτωσαν την χρεοκοπία, που όμως αυτοί οι ίδιοι από την κυβερνητική τους ανικανότητα έφεραν στο προσκήνιο.
Βιαστικά, πανικόβλητα, αποσπασματικά, επειδή “δεν διάβασαν το μνημόνιο”, μα ούτε και τίποτε άλλο, πορεύθηκαν για δυο χρόνια.

Όμως κανένα Μνημόνιο δεν μίλησε για οριζόντιες περικοπές, για δίχρονες καθυστερήσεις σε διαρθρωτικές αλλαγές, για αύξηση αντί για μείωση του δημοσίου τομέα και των ΔΕΚΟ.
Απλά όλοι βαρέθηκαν, κι εμείς οι Έλληνες πολίτες, αλλά και αυτοί οι Ευρωπαίοι εταίροι και δανειστές μας, κουραστήκαμε να ακούμε τους κυβερνώντες :
να αναγγέλουν μέτρα που δεν εφαρμόζονται
να προβλέπουν αριθμούς που ποτέ δεν επιβεβαιώθηκαν
να κυβερνούν με όνειρα και να σκέφτονται με σχήματα.

Το δράμα της διετίας, που παρά τις φιλότιμες προσπάθειες Παπαδήμου συνεχίζεται, δεν είναι πως είχαμε λάθος πολιτική, που τάχα πρέπει να διορθώσουμε.
Το δράμα είναι πως δεν είχαμε καμιά πολιτική, σχεδιασμό, συνέπεια. Είχαμε άφθονα λόγια, ιδέες, μέτρα αποσπασματικά.
Μια θολή μουτζούρα, που μετά για να την καθαρίσουμε , την ονομάσαμε κόκκινες γραμμές και όπου ο καθένας, συνδικάτα, κόμματα, αρχηγοί τράβαγαν κι από μία.
Κι η μουτζούρα έγινε απλά κόκκινη κακοφωνία.

Αντί πολιτικής, ζούσαμε έναν μόνιμο εκβιασμό, χυδαίο και μονότονα κουραστικό.
Αν δεν συμφωνήσουμε με την “κακή” τρόικα θα χρεοκοπήσουμε.
Κι έτσι σε αυτό το μαρτύριο της σταγόνας, στα μέτρα που πονάνε και δεν τελειώνουν, στα λεφτά που δεν μαζεύονται στις προβλέψεις που δεν τελεσφορούν, βρέθηκαν πολλοί που τα νεύρα τους έσπασαν.
Στο διάολο η τρόικα, ας πάμε στη δραχμή, ας χρεοκοπήσουμε, αλλά να τελειώνουμε.
Να δω τον πάτο , να ξέρω που πατάω.

Κι έτσι, αυτοί που έφεραν τον κόσμο στην απελπισία της δυστυχίας του, να προτιμά δηλαδή χρεοκοπία από τη συνέχιση της πολιτικής τους, βρήκαν νέο γαιτανάκι.
Να μας σώσουν και πάλι, από ότι οι ίδιοι προκάλεσαν με την ηγετική ανυπαρξία τους.

Κατακεραυνώνουν το “μέτωπο της δραχμής”, έτσι για να βρουν αντίπαλο στον Δον Κιχώτη, ορίζουν κάποιους υπαρκτούς τυχοδιώκτες επιχειρηματίες και κρατικοδίαιτους εκδότες σαν ύψιστο κίνδυνο της χώρας.
Και παραμιλούν, παραληρούν.
Κάθε τόσο το κονκλάβιο των καρδιναλίων-κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ- συγκαλείται και υφίσταται αργά, μακρόσυρτα, μιας ώρας περίπου ανούσια εξιστόρηση αυτών που ο Γ. Παπανδρέου πιστεύει ό,τι έγιναν στη διετία.
Κάτω από την ηπιότητα των λόγων, απροκάλυπτα κυριαρχεί η προσπάθεια δικαίωσης, η αδιαφορία για τον τόπο εμπρός στην οικογενειακή υστεροφημία.
Και μένουν στην αίθουσα, κι οι 155, κανείς δεν αποχωρεί, ένας δεν βρίσκεται να πεί:
φτάνει πια άδειασέ μας τη γωνιά.

Είναι το θέατρο του παραλόγου, η λογική της παράνοιας;
Αν ήταν σέχτα σαν την σαιεντολογία, δεν θα μας ένοιαζε.
Όμως εκεί μέσα βρίσκονται 35 υπουργοί κι ανάμεσά τους δύο, Βενιζέλος και Παπανδρέου, που δυστυχώς, αλλά κατά κυριολεξία, βαρύνουν αποφασιστικά για το μέλλον μας.

Είναι πολύ μαύρο το σκηνικό για αυτό το μέλλον.
Όχι γιατί θα αποτύχουν οι διαπραγματεύσεις. Αυτές, πλην εξαιρετικού απροόπτου θα καταλήξουν.
Είναι μαύρο γιατί μετεκλογικά, όπου το ΠΑΣΟΚ δικαίως δεν θα υπάρχει ως μεγάλο κόμμα, μια κυβέρνηση Σαμαρά ή συγκυβέρνηση με Καρατζαφέρη κι από δίπλα ένα 30% άμυαλη Αριστερά είναι ένα σκηνικό που δεν αντέχει όρθιο.
Μπαίνουμε σε εποχή των άκρων, όπου η κοινή λογική και το μέτρο εξοστρακίζονται.
Βαριά θα είναι η ζωή γιατί πέραν του ΠΑΣΟΚ, υπάρχουν και οι νοοτροπίες μας και η εσωτερική υποτίμηση, που αναγκαστικά ελλείψει ηγεσιών κατάλληλων, θα γίνει βίαια και βάρβαρα, χωρίς πρόνοιες.
Αναγκαστικά θα παράγει κοινωνική αδικία δημιουργώντας θύματα και θύτες και αγώνες επιβίωσης.
Κομματικό σκηνικό του 58, κοινωνικό του 50.
Για να το αλλάξουμε χρειάζεται ότι μεχρις σήμερα δεν έγινε.
Άλλα μυαλά, δυσπιστία στους πολιτικούς, μακριά από τους τηλεοπτικούς δικαστές, επιστροφή στην πολιτική.
Κι όχι εύκολες λύσεις, γρήγορο κέρδος, ανάθεμα και κατηγόρια.
Πιο λίγα, πιο αργά, πιο σχεδιασμένα, πιο πετυχημένα.
Γιατί αλλοιώς ενισχύουμε την μόνιμη χρεοκοπία μας.
Δηλαδή τον αυτοεξεφτελισμό του να γλείφουμε εκεί που φτύναμε.
Γιατί τι άλλο κατάντησε να είναι η περίφημη εναλλαγή στην εξουσία, όπου τα κακουργήματα του ενός αρκούν για τον καθαγιασμό του άλλου, ώστε στη σειρά να γίνονται ο “προδότης” κυβερνήτης και ο “βλαξ” πρωθυπουργός;

Πολιτική Τελευταίες ειδήσεις

Σχολιάστε