Ο Ανδρέας Παπανδρέου της είχε αποκαλύψει πως δεν είχε σκοπό να παντρευτεί τη Δήμητρα Λιάνη. Ήταν σε μια από τις τελευταίες συναντήσεις τους. Αργότερα, έμαθε ότι είχε μετανιώσει για το διαζύγιο. Η Μαργαρίτα Παπανδρέου αποκαλύπτει τη ζωή της με τον Ανδρέα.
Άγνωστοι διάλογοι ανάμεσα στην ίδια και τον Ανδρέα Παπανδρέου, η “αεροσυνοδός” και άλλες άγνωστες πτυχές από τη ζωή της Μαργαρίτας Παπανδρέου δίπλα στον ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ περιλαμβάνονται στο βιβλίο “Έρωτας και Εξουσία”.
Πέρα από τις πιπεράτες λεπτομέρειες για την εξωσυζυγική σχέση που είχε με τον Πιέρ, έναν αξιωματικό του Γαλλικού στρατού που γνώρισε σε μια πτήση για τη Νέα Υόρκη, η Μαργαρίτα Παπανδρέου επικεντρώνει την αφήγησή της στον Ανδρέα Παπανδρέου, τον άνδρα που όπως λέει σε κάποια σημεία της σημάδεψε τη ζωή.
Περιγράφει άγνωστους διαλόγους ανάμεσα στην ίδια και τον Ανδρέα Παπανδρέου, όταν πια εκείνος είχε σχέση με τη Δήμητρα Λιάνη, το όνομα της οποίας δεν αναφέρει ποτέ. Την αποκαλεί απλά «η αεροσυνοδός». Όπως λέει, ο Ανδρέας Παπανδρέου της είχε αποκαλύψει ότι δεν σκόπευε να παντρευτεί τη Λιάνη, ενώ, όπως γράφει «έμαθα πως ο Ανδρέας είχε μετανιώσει για τον χωρισμό μας».
Χαρακτηριστική των… αισθημάτων της είναι μια αναφορά της στη Δήμητρα Λιάνη. Γράφει: «μου έφτιαξε τη διάθεση εκείνο το διάστημα ήταν όταν έμαθα πως κάποιος στην Ελλάδα είχε δώσει σ’ ένα άλογο -ή μήπως ήταν γαϊδούρι;- το όνομα της αεροσυνοδού, χρησιμοποιώντας το παρατσούκλι της, «Μιμή».
Το 536 σελίδων βιβλίο της Μαργαρίτας Παπανδρέου έχει κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Πατάκη και παρουσιάζεται απόψε (05.11.2015) στις 20:00 στο βιβλιοπωλείο Ιανός με ομιλητές τον τέως αναπληρωτή γενικό γραμματέα του ΟΗΕ Σωτήρη Μουσούρη, τον πρώην υπουργό του ΠΑΣΟΚ Θεόδωρο Πάγκαλο, τον Νίκο Παπανδρέου, τη συντονίστρια του Κέντρου Έρευνας και Δράσης για την Ειρήνη Φωτεινή Σιάνου και τη δημοσιογράφο Αμαλία Σκέπερς.
«Είχα μια εβδομάδα να σκεφτώ την επόμενη συνάντησή μας. Το μόνο πράγμα που μου έφτιαξε τη διάθεση εκείνο το διάστημα ήταν όταν έμαθα πως κάποιος στην Ελλάδα είχε δώσει σ’ ένα άλογο -ή μήπως ήταν γαϊδούρι;- το όνομα της αεροσυνοδού, χρησιμοποιώντας το παρατσούκλι της, «Μιμή». Στις 10 Αυγούστου πήγα στο σπίτι/γραφείο του γύρω στις 7 το απόγευμα με ταραχή και με ένα αίσθημα λύπης. Αυτή επρόκειτο να είναι η τελευταία συνάντηση για την αποσαφήνιση της σχέσης μας από δω και στο εξής. Μόλις μπήκα στο δωμάτιο, ο Ανδρέας είπε: «Διακρίνω μια νευρικότητα». Αναρωτήθηκα τι στο καλό περίμενε να δει. Μια γυναίκα να πετάει στα σύννεφα από ευτυχία; Αγνόησα την παρατήρηση.
– «Πώς είναι η υγεία σου;» Αυτό ήταν το θέμα που δημιουργούσε τα λιγότερα προβλήματα μεταξύ μας, αλλά στην πραγματικότητα ανησυχούσα σοβαρά για την υγεία του. Γνωρίζω πως κάποιες γυναίκες, όταν βρίσκονται σε περίοδο διαμάχης πριν από το διαζύγιό τους, επιθυμούν να δουν τους συζύγους τους στη φυλακή ή να πάθουν ένα σοβαρό ατύχημα ή να αρρωστήσουν. Τέτοιο μίσος δεν έχω νιώσει ποτέ – για κανέναν.
– «Η υγεία μου, σε γενικές γραμμές, είναι καλή, αλλά αυτά τα φάρμακα που μου έδωσε ο Κώστας, που φυσικά αρνείται την πιθανότητα, φαίνεται πως είχαν τοξική επίδραση στον μυ της καρδιάς μου».
– «Ω Θεέ μου!»
– «Και από κει απορρέουν κι όλα τα άλλα θέματα». «Αλήθεια; Ανδρέα, δεν μπορώ να το πιστέψω… Μίλησα με τον Κώστα και μου είπε πως δεν υπάρχει περίπτωση η αγωγή να σου προκάλεσε καρδιολογικά προβλήματα… Έψαξε και μέσω ίντερνετ για το θέμα. Κανένας δεν είχε ποτέ παρενέργειες απ’ τα χάπια που σου έδωσε. Τέλος πάντων… Έχει περάσει τώρα;».
– «Έκανα τσεκάπ, και η κατάσταση είναι καλύτερη. Έχω, όμως, αυτό το πρήξιμο και μου δίνουν ισχυρότερα φάρμακα για να ξεπεράσω την αφυδάτωση. Υπάρχει, νομίζω, μια βελτίωση όσον αφορά την κινητικότητά μου και κατά τα άλλα μια δυσκολία…».
– «Έκανες λεπτομερή εξέταση; Καρδιά, κυκλοφορία αίματος, αρτηρίες;». «Δε χρειάζεται. Όλο αυτό, όπως σου είπα, προέκυψε απ’ τα χάπια που πήρα».
Ήταν φανερό πως αρνιόταν να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα, και αποφάσισα να αλλάξω θέμα και να μπω στην καρδιά του ονομαζόμενου χωρισμού μας. Ακολούθησε μια σοβαρή συζήτηση για το μέλλον μου. Κάποια στιγμή επανήλθα σε μια δήλωση που είχα κάνει σε προηγούμενη αντιπαράθεσή μας: «Καταλαβαίνω πως αυτή η κουβέντα που κάνουμε γίνεται επειδή έχεις ερωτευτεί».
– «Όχι, δεν έχω ερωτευτεί. Εδώ κάνεις λάθος»
– «Μπορώ να το καταλάβω επειδή κι εμείς ερωτευτήκαμε και ξέρω πώς είναι να σε ερωτεύεται κάποια και πώς αντιδράς εσύ κάτω από τέτοιες συνθήκες». Αυτό το τελευταίο ήταν ένα συναισθηματικό παιχνίδι με ένα είδος γυναικείας πονηριάς – κάτι που δε με χαρακτηρίζει. Μάλλον θα υπάρχει στο βάθος της προσωπικότητάς μου και το είχα αφήσει να ξεγλιστρήσει ανοίγοντάς του την πόρτα. «Σε κάθε περίπτωση, χαίρομαι που ακούω ότι δεν είναι κάτι σοβαρό, καθώς το να συνδέσεις τον εαυτό σου μαζί της θα ήταν καταστροφικό για σένα, για τη χώρα. Και το λέω όχι επειδή τη βλέπω σαν αντίζηλο, αλλά επειδή είναι η αντικειμενική αλήθεια». Τον είδα σκεφτικό.
– «Ας πάμε στο κυρίως θέμα. Δεν είμαι μια “ανεξάρτητη” γυναίκα, όπως με περιέγραψες. Η ανεξαρτησία απαιτεί χρήματα. Θα χρειαστώ τη βοήθειά σου και μια δέσμευση πως θα στηρίξεις τα παιδιά που δεν έχουν ακόμα δικό τους εισόδημα».
– «Πιστεύεις ότι δε θα το έκανα;»
– «Όχι. Απλώς προσπαθώ να είμαι ξεκάθαρη με τους όρους. Μιλάω ως γυναίκα που πρέπει να εξασφαλίσει το μέλλον της… Έκανα τη χαζομάρα που λέω σε όλες τις γυναίκες να μην κάνουν. Δεν προσπάθησα ποτέ να είμαι οικονομικά ανεξάρτητη. Δεν έχω ασφάλεια υγείας. Δεν έχω δουλειά. Δεν έχω σύνταξη. Αν σου συμβεί κάτι, αυτή θα πάρει τη σύνταξή σου».
– «Αφού δε θα την παντρευτώ».
Ήταν η δεύτερη φορά που αρνιόταν ότι θα την παντρευτεί. Άρχισα να καταλαβαίνω πως ήθελε μια συμφωνία για να μοιραζόμαστε το σπίτι στο Καστρί, πως θα ήμαστε επίσημα χωρισμένοι, αλλά όχι διαζευγμένοι.
«Ημερολόγιο – Καστρί 30 Σεπτεμβρίου 1988. Μια πολύ δύσκολη μέρα. Ο Ανδρέας υποβλήθηκε σε μπαϊπάς και αντικατάσταση βαλβίδας και τώρα βρίσκεται εκτός χειρουργείου, στη μονάδα εντατικής θεραπείας. Δεν αμφέβαλλα πως θα κατάφερνε να επιζήσει. Αν και δεν κάνω αστρολογικές προβλέψεις, όταν άκουσα πως η εγχείρησή του είχε προγραμματιστεί για τη μέρα των γενεθλίων μου, χαλάρωσα, και η μουσική στα αυτιά μου έλεγε «Θα τα καταφέρει!».
Η μεγαλύτερη αγωνία μου ήταν ότι δεν ήμουν εκεί. Φαινόταν τόσο αφύσικο να μην είμαι στο πλευρό του σε μια τόσο κρίσιμη στιγμή. Τα παιδιά μού τηλεφωνούσαν συχνά, ενημερώνοντάς με για όσα συνέβαιναν, ξέροντας πόσο πολύ ήθελα να είμαι μαζί του και μαζί τους. (…) Γύρω στις 12.30 μ.μ. έγινε η πρώτη ανακοίνωση από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο: «Ο πρωθυπουργός μπήκε στο χειρουργείο για προετοιμασία της εγχείρησης. Αυτό περιλάμβανε την αναισθησία. Λίγο πριν μπει στην αίθουσα, έδειχνε αισιόδοξος, θαρραλέος και ήρεμος. Με εντολή των βρετανικών Αρχών η περιοχή γύρω από τον χώρο του χειρουργείου τέθηκε υπό ισχυρά μέτρα ασφάλειας. Πέντε Έλληνες φρουροί ήταν οι μόνοι στους οποίους επιτράπηκε η παραμονή και μόνο στον διάδρομο».
Νωρίς το βράδυ η Σοφία μού διάβασε την ανακοίνωση: «Ο πρωθυπουργός της Ελλάδας υπεβλήθη σήμερα σε εγχείρηση για την αντικατάσταση της αρτηρίας αορτής, προκειμένου να βελτιωθεί η καρδιακή του λειτουργία. Η εγχείρηση, η οποία ξεκίνησε σήμερα στις δώδεκα, διήρκεσε εφτά ώρες. Οι γιατροί που συμμετείχαν στην εγχείρηση είναι ευχαριστημένοι με το αποτέλεσμα και την κατάσταση της υγείας του ασθενούς». Θα προσπαθήσω να κοιμηθώ τώρα. Όνειρα γλυκά, Ανδρέα».
«Στις 23 Απριλίου 1991 ήταν η βάφτιση της εγγονής μου, της κόρης του Γιώργου, και θα ονομάζονταν Μαργαρίτα. Όλη η οικογένεια ήταν καλεσμένη, συμπεριλαμβανομένου του Ανδρέα και της νέας του συζύγου. Δεν τον είχα δει επί δύο περίπου χρόνια, εκτός από την τηλεόραση και μία φορά εξ αποστάσεως σε μια κηδεία. Η οικογένεια κάθισε στην πρώτη σειρά, χωρίζοντάς με από το «ζεύγος» στην άλλη πλευρά. Καθώς περίμενα να ξεκινήσει η λειτουργία, ένιωθα την παρουσία του Ανδρέα κοντά μου. Δεν είχα καθόλου αισθήματα αγανάκτησης ή εχθρότητας. Εξακολουθούσα να νιώθω ένα ισχυρό δέσιμο με κείνον και πιστεύω πως το ίδιο αισθανόταν κι αυτός.
Κυρίως ήθελα να κάνω ένα πράγμα – να σταθώ μπροστά του με τα χέρια μου στους ώμους του, να τον κοιτάξω στα μάτια και να τον ευχαριστήσω για το ταξίδι που κάναμε μαζί. Ήταν πλούσιο, προσφέροντάς μου μια σημαντική σχέση που δε θα μπορούσε ποτέ να διαρραγεί πραγματικά, γεμάτη ρομαντισμό, περιπέτεια, πάθος και ενθουσιασμό. (…) Θα μείνει στην ιστορία ως ένας από τους σπουδαιότερους ηγέτες της σύγχρονης Ελλάδας. Και τέλος μού έδωσε τέσσερα υπέροχα παιδιά.
Το μυστήριο ξεκίνησε και σύντομα είχε τελειώσει. Συνήθως, όταν τελειώνει η λειτουργία, τα μέλη της οικογένειας πηγαίνουν στο ιερό για να συγχαρούν τους γονείς, να φιλήσουν το μωρό και να ευχαριστήσουν τον παπά. Όλοι περιμέναμε να πάνε πρώτοι ο Ανδρέας με την αεροσυνοδό. Θυμήθηκα πως ήταν παράδοση, καθώς έφευγε ο Ανδρέας, να κάνει χειραψία με τον κόσμο στην μπροστινή σειρά. Πήγε πρώτα στη Σοφία, ενώ εγώ προσπάθησα να φαίνομαι βυθισμένη στις σκέψεις μου για να με αγνοήσει – κάτι αντίστοιχο με αυτό που είχα κάνει περπατώντας στο πανεπιστήμιο τη μέρα που ανανεώσαμε τον χαμένο μας έρωτα.
Τον άκουσα να λέει «Μαργαρίτα» και είδα ένα προτεταμένο χέρι. Του έδωσα το δικό μου. Το πήρε και το έσφιξε τρεις φορές. Δεν υπήρξε ανανέωση της σχέσης μας, αν κι έμαθα πως ο Ανδρέας είχε μετανιώσει για τον χωρισμό μας, αλλά αυτή η παλιά χειραψία αγάπης έσβησε επιτέλους τον επίμονο πόνο της καρδιάς μου».
Τον πρόλογο του βιβλίου υπογράφει ο Νίκος Παπανδρέου. Όπως λέει πρόκειται για μια αφήγηση ενός μεγάλου έρωτα μιας Αμερικανίδας από το Σικάγο για τον άντρα που γνώρισε πριν από πολλά χρόνια σε μια αίθουσα αναμονής ενός οδοντιάτρου στη Μινεσότα το 1948. Αποφεύγοντας να αναφέρει -όπως και η μητέρα του- το όνομα της Δήμητρας Λιάνη-Παπανδρέου, γράφει: «Το διαζύγιο Μαργαρίτας-Ανδρέα (και στη συνέχεια ο γάμος του Ανδρέα με νεότερή του γυναίκα) όχι μόνο κυριάρχησε στα πρωτοσέλιδα στην Ελλάδα, αλλά έκανε και τον γύρο του κόσμου. Ήταν ένα διαζύγιο στο οποίο έπρεπε να πάρουν θέση όχι μόνο φίλοι και συγγενείς, αλλά και όλη η χώρα».
Ο Νίκος Παπανδρέου καταλήγει με ένα εκπληκτικό στιγμιότυπο: «Λίγο μετά τον θάνατο του πατέρα μου το 1996, είχαμε φάει μαζί στο Καστρί, και έπειτα από μια μακρά συζήτηση σηκώθηκα και έφυγα. Στην αυλή στάθηκα στο παράθυρο και κοίταξα μέσα. Περίμενα να τη δω σκυμμένη στο τραπέζι, να την έχει καταπλακώσει η στενοχώρια επειδή είχε μόλις φύγει ο άντρας της ζωής της. Είδα κάτι άλλο. Είχε σηκωθεί και χόρευε ‒ ολομόναχη. Όχι έξαλλα, αλλά με αργές, συρτές κινήσεις. Ίσως σκεφτόταν τον άντρα της. Μπορεί και να χόρευε μαζί του. Τούτο το βιβλίο μιλάει γι’ αυτόν ακριβώς τον χορό».
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ – Φωτογραφίες: Eurokinissi, ΑΠΕ – ΜΠΕ